Τα Ηνωμένα Έθνη φοβούνται σοβαρή κλιμάκωση των τριβών και των αναπαραγόμενων εντάσεων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι οποίες -όπως ευθέως δήλωσε και ο ειδικός αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα-θα επηρεάσουν άμεσα το Κυπριακό, ακυρώνοντας τις διεργασίες επίλυσής του.
Και αυτό ενώ πληροφορημένοι κύκλοι στη Λευκωσία σημειώνουν ότι κατά την τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία του Κυπρίου προέδρου με τον Έλληνα πρωθυπουργό, ο τελευταίος διατύπωσε όντως σοβαρές ανησυχίες της Αθήνας για τις τουρκικές προθέσεις και τις περαιτέρω «επιθετικές προκλήσεις» της Άγκυρας, σε όλο το εύρος των αιγαιωτικών περιοχών.
Κυρίως όμως σε κάποιες ευαίσθητες ζώνες, όπου η Τουρκία μεθοδεύει διαχρονικά τη δημιουργία τετελεσμένων, με τη μορφή της «αμφισβητούμενης κυριαρχίας».
Κάτι για το οποίο έχουν -όπως ελέχθη- ενημερωθεί σχετικά (και προειδοποιητικά) τόσο το ΝΑΤΟ όσο και η ΕΕ, ώστε να ενεργήσουν αποτρεπτικά προς την κατεύθυνση της Άγκυρας. Η οποία, χρησιμοποιώντας την Κύπρο περίπου ως όμηρο (αλλά και ως μοχλό εκβιασμού) δημιουργεί ευρύτερο μέτωπο ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, με πρακτικές σαφώς επιθετικές.
Και ενώ θα υπάρξει κρίσιμη συνάντηση του Κύπριου προέδρου με τον Μουσταφά Ακιντζί, ο τελευταίος έχει λάβει ευθέως από τον ίδιο τον Ερντογάν (όπως προκύπτει από αναφορές πολιτικών παραγόντων της κοινότητάς του) οδηγίες για παραπέρα σκλήρυνση των διαπραγματευτικών του θέσεων. Οι οποίες και θα διαφανούν κατά τη συνάντηση.
Σύμφωνα όμως με όλες τις ενδείξεις, οι οδηγίες Ερντογάν επικεντρώνονται σε τρεις κυρίως παραμέτρους και μάλιστα ως «εκτός συζητήσεως προϋποθέσεις».
- Όσον αφορά τις εγγυήσεις και την παραμονή «επαρκούς στρατιωτικής δυνάμεως» επί του κυπριακού εδάφους με ανοικτό χρονοδιάγραμμα.
- Ως προς την εφαρμογή των τεσσάρων βασικών ελευθεριών που κατοχυρώνονται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και για τους εκ Τουρκίας πολίτες στην κυπριακή επικράτεια, όπως θα ισχύει και για τους εξ Ελλάδος, ως πολιτών της Κοινότητος.
- Σχετικά με την «ανάγκη αναστολής νέων διατρήσεων στην Κυπριακή ΑΟΖ» και την αναβολή αξιοποιήσεως των κοιτασμάτων φυσικού αερίου, εκεί όπου αυτό θα έχει ενδεχομένως εξορυχθεί, μέχρι το πολιτικό πρόβλημα να επιλυθεί.
Τα Ηνωμένα Έθνη εν πολλοίς είναι ενήμερα των τουρκικών αυτών προθέσεων και όρων, που προβάλλονται ως sine qua non προϋποθέσεις για προαγωγή νέων διαδικασιών επιλύσεως του προβλήματος.
Και αυτός είναι ο λόγος των αυξημένων ανησυχιών τους, αναμένοντας ουσιαστικά την εκδήλωση παρεμβάσεων από ενδιαφερόμενα κέντρα ισχύος.
Και κυρίως από την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο, προκειμένου: Αφενός να αποτραπεί παγίωση του αδιεξόδου. Και αφετέρου να ενεργοποιηθούν δυναμικές απεμπλοκής και προωθήσεως νέων διαδικασιών. Θεωρώντας ότι σε περίπτωση καταρρεύσεως της ευκαιρίας, η Κύπρος θα αποβεί επικινδυνότερη αιχμή ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων, με ανάλογες συνέπειες για τη σύνολη περιοχή.
Αυτό το τελευταίο υπήρξε και ο άξονας των ενημερωτικών επαφών Αϊντα με τους εκπροσώπους των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Με τη Ρωσία και τη Γαλλία να απαιτούν ουσιαστικότερη παρέμβαση του ανωτάτου οργάνου του διεθνούς οργανισμού στο πρόβλημα.
Πέραν όμως αυτών, ουσιαστικότερη επίδραση στη διαμόρφωση των εξελίξεων θα έχει το αποτέλεσμα των ενόψει επαφών της καγκελαρίου με την ηγεσία της Τουρκίας.
Καθώς περισσότερο από ό,τι τα Ηνωμένα Έθνη, ανησυχούν οι Βρυξέλλες (και ειδικότερα το Βερολίνο) από τυχόν τέτοιες σοβαρές υποτροπές.
Οι οποίες και θα επηρεάσουν άμεσα την ΕΕ σε κρίσιμες παραμέτρους της. Και ως προς τους θεσμούς δηλαδή και όσον αφορά κρίσιμα ζητήματα ασφάλειας. Υπό το φως ακριβώς των περιφερειακών ανατροπών που εξελίσσονται και των προσφυγικών ροών που αναπτύσσονται στις νοτιοανατολικές παρυφές της Κοινότητας. Δηλαδή την Ελλάδα.
Αντίθετα, προς την πλευρά της Κύπρου, αντί για προσφυγικές ροές, επιταχύνεται η ροή εποίκων από περιοχές της Ανατολίας, με στόχο να δημιουργηθούν νέα πληθυσμιακά δεδομένα. Όχι μόνον ως μοχλός εκβιασμού της ελληνικής πλευράς, αλλά και για την αιτιολόγηση των εδαφικών απαιτήσεων. Με την έννοια του «απαραίτητου ζωτικού χώρου» για το τουρκοκυπριακό σκέλος τής υπό προαγωγήν ομοσπονδίας.