ΤΟ ΒΗΜΑ – The Project Syndicate
Λίγο περισσότερο από τρεις μήνες μετά την απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), η πολιτική του Brexit βγαίνει εκτός ελέγχου στη Βρετανία. Μια σχεδόν επαναστατική –και πολύ μη βρετανική –δυναμική έχει επικρατήσει, και, όπως ανέφερε η πρωθυπουργός Τερίζα Μέι στην ομιλία του «Μικρού Αγγλου» στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος αυτόν το μήνα, η Βρετανία οδεύει προς ένα «σκληρό Brexit» (hard Brexit).

Αυτό το αποτέλεσμα θα ήταν αντίθετο με τις επιθυμίες της βρετανικής κοινής γνώμης, η οποία παραμένει μετριοπαθής σχετικά με το ζήτημα της πλήρους ρήξης με την ΕΕ. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ComRes για το BBC, το 66% των ερωτηθέντων θεωρεί τη «διατήρηση της πρόσβασης στην ενιαία αγορά» πιο σημαντική από τον περιορισμό της ελεύθερης μετακίνησης προσώπων. Σε δημοσκόπηση του ICM, μόνο το 10% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι δίνουν προτεραιότητα στο τέλος της ελεύθερης μετακίνησης έναντι της διατήρησης της πρόσβασης στην ενιαία αγορά, ενώ το 30% θεωρεί τα δύο εξίσου σημαντικά και 38% δίνουν προτεραιότητα στην πλήρη πρόσβαση στην ενιαία αγορά.

Ενώ το στρατόπεδο του Brexit περιλάμβανε σίγουρα πολλούς σκληρούς Brexiteers, των οποίων το κύριο κίνητρο ήταν να τελειώσει η ελεύθερη μετακίνηση, περιελάμβανε επίσης ανθρώπους που πίστεψαν τον Μπόρις Τζόνσον, πρώην δήμαρχο του Λονδίνου και νυν υπουργό Εξωτερικών, όταν υποσχέθηκε (όπως εξακολουθεί να κάνει) ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να έχει και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο.

Οι χειρότερες παραδόσεις της ΕΕ και ο βρετανισμός πραγματισμός

Στην πραγματικότητα, παρά τη μεγάλη παράταξη των ψηφοφόρων της θυμωμένης λευκής εργατικής τάξης, οι Brexiteers της μεσαίας τάξης, που είναι φιλικοί προς το εμπόριο, μαζί με το στρατόπεδο του «Remain», αποτελούν μια σαφή πλειοψηφία όσων ψήφισαν στο δημοψήφισμα του Ιουνίου. Υπό κανονικές συνθήκες, θα περίμενε κανείς την πολιτική της κυβέρνησης να αντανακλά την προτίμηση της πλειοψηφίας, και να θέτει ως στόχο ένα «μαλακό Brexit» (soft Brexit). Αντ’ αυτού, έχει προκύψει ένα κλασικό επαναστατικό σχέδιο.

Σύμφωνα με τους Brexiteers, ο λαός μίλησε και είναι καθήκον της κυβέρνησης να παραδώσει ένα «αληθινό» Brexit και όχι ένα Brexit μόνο κατ’ όνομα –μια «ψεύτικη» εκδοχή. Σε αυτή την επαναστατική αφήγηση, τα χειρότερα στοιχεία της πολιτικής παράδοσης της Ευρώπης έχουν παραγκωνίσει τον βρετανικό πραγματισμό. Αυτό που θέλει η πλειοψηφία των βρετανών ψηφοφόρων θεωρείται άνευ σημασίας. Με ένα σκληρό Brexit, το στρατόπεδο της Αποχώρησης μπορεί να αποφύγει να φανεί στα μάτια των ψηφοφόρων ως ικέτης στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με την ΕΕ –κάτι που αναπόφευκτα θα είναι, όσο και αν το αρνείται η Μέι.

Το Ηνωμένο Βασίλειοέχει περισσότερα να χάσει

Η ΕΕ θα έχει το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις για δύο απλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει περισσότερα να χάσει από οικονομική άποψη. Ενώ οι συνολικές εξαγωγές άλλων χωρών της ΕΕ προς το Ηνωμένο Βασίλειο είναι διπλάσιες από τις εξαγωγές του Ηνωμένου Βασιλείου προς το υπόλοιπο μπλοκ, οι εξαγωγές του προς την ΕΕ είναι έως τρεις φορές περισσότερο ως ποσοστό του ΑΕΠ του. Ομοίως, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ένα πλεόνασμα ισοζυγίου υπηρεσιών, το οποίο μετράει πολύ λιγότερο στην υπόλοιπη ΕΕ από ό,τι στη Βρετανία.
Δεύτερον, όπως ακριβώς ισχύει στην Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία της ΕΕ με τον Καναδά, οποιαδήποτε διευθέτηση κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει να γίνει δεκτή ομόφωνα από όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Ετσι, η διαπραγμάτευση δεν θα είναι πραγματικά μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ, αλλά μάλλον μεταξύ των μελών της ΕΕ. Το Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς παρουσία σε αυτές τις συνομιλίες, θα πρέπει απλώς να αποδεχθεί ή να απορρίψει ό,τι θα προσφέρει η ΕΕ.

Αν οι βρετανοί ψηφοφόροι αναγνώριζαν την αδύναμη διαπραγματευτική θέση της χώρας τους, οι Brexiteers, οι οποίοι κέρδισαν το δημοψήφισμα με την υπόσχεσή τους να «πάρουν πίσω τον έλεγχο», θα αντιμετώπιζαν μια πολιτική καταστροφή. Η αποχώρηση από ουσιαστικές διαπραγματεύσεις είναι ο απλούστερος τρόπος για να αποφευχθεί μια τέτοια δυσάρεστη αποκάλυψη.

Ετσι, πολιτικά, ένα σκληρό Brexit είναι στην πραγματικότητα η «ήπια» επιλογή για την κυβέρνηση. Αλλά από οικονομική άποψη, το σκληρό Brexit θα έχει υψηλό κόστος, το οποίο θα πληρώνει για χρόνια το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το μόνο παρηγορητικό είναι ότι η επαναστατική ορμή του Brexit μπορεί να μην είναι βιώσιμη. Αν οι εξελίξεις συνεχιστούν με αυτόν το ρυθμό, ο επαναστατικός ζήλος που βλέπουμε μεταξύ βρετανών πολιτικών μπορεί να σβήσει μόνος του προτού τον κάψει ένα «σκληρό Brexit».

Ο κ. Jacek Rostowski ήταν υπουργός Οικονομικών και αναπληρωτής πρωθυπουργός της Πολωνίας το διάστημα 2007-2013.

HeliosPlus