Ούτε ένα ούτε δύο ούτε τρία: τέσσερα θεατρικά έργα του Δημήτρη Κεχαΐδη, εκ των οποίων τα δύο δικά του και τα άλλα δύο γραμμένα μαζί με την Ελένη Χαβιαρά, περιλαμβάνει ο τρέχων θεατρικός αθηναϊκός χάρτης. Η χρονιά ξεκίνησε με τις «Δάφνες και πικροδάφνες» στο θέατρο Μουσούρη, συνεχίστηκε στη Στοά με το «Με δύναμη από την Κηφισιά», έδωσε τη σκυτάλη στο «Πανηγύρι» του Εθνικού, ενώ η τέταρτη πρεμιέρα είναι αυτή που θα δοθεί στις 16 Μαρτίου: ο Νίκος Κουρής και ο Μάκης Παπαδημητρίου σκηνοθετούν «Το τάβλι» και μοιράζονται τους ρόλους του Κόλια και του Φώντα, σε μια παράσταση που επιστρέφει αλλά σε νέο χώρο, στο θέατρο Μουσούρη.
Αλήθεια, πώς προέκυψε αυτό το φουλ του Κεχαΐδη; «Εγώ δεν έκανα τίποτα. Απλώς χτυπούσε το τηλέφωνο» απαντά η Ελένη Χαβιαρά, που ένιωσε την ίδια έκπληξη για το γεγονός: «Τέσσερα έργα και μάλιστα όλα μαζί στην Αθήνα» λέει, θυμίζοντας ότι πέρυσι παίχτηκε και η «Βέρα», ενώ «Το τάβλι» παίχτηκε το περασμένο καλοκαίρι και από τους Σαμουήλ Ακίνολα και Στέφανο Μουαγκιέ.

«Πιστεύω βέβαια ότι τα έργα πρέπει να παίζονται»
λέει η σύντροφος του Κεχαΐδη στη ζωή και στην τέχνη, ομότιμη καθηγήτρια σήμερα του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναζητώντας «εξηγήσεις» για αυτή την αριθμητική έκρηξη: «Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που έπαιξε ρόλο. Μήπως ότι τον περασμένο Δεκέμβριο έκλεισαν δέκα χρόνια από τον θάνατό του; Μήπως αυτή η επέτειος της δεκαετίας;» αναρωτιέται.
Πώς έγραφε, πώς γράφαμε


«Πάντα με τον Δημήτρη αυτά που γράφαμε μαζί προσπαθούσαμε να τα βλέπουμε από απόσταση, να τα βλέπουμε σαν ξένα. Οχι δικά μας. Εχω την εντύπωση ότι αυτά που ζούμε και βλέπουμε τώρα επιβεβαιώνουν ότι, παρά τα 40-50 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει, δεν έχει αλλάξει η κατάσταση στη ρίζα της».
Παράλληλα ο λόγος, ο λόγος του Κεχαΐδη, ο λόγος ο δικός τους, ένα κείμενο από το οποίο δυσκολεύεται κανείς να αφαιρέσει έστω και ένα «και»: «Είναι καλογραμμένα έργα, δουλεμένα. Εχουν ποίηση, θεατρική ποίηση. Είναι ένας λόγος καθημερινός, που όμως ξεφεύγει από τον συγκεκριμένο καθημερινό λόγο. Αυτοσχεδιάζαμε όταν γράφαμε μαζί, προσπαθούσαμε πέντε-δέκα φορές κι αν έβγαινε κάτι κοινότοπο, το προσπαθούσαμε ξανά. Θέλαμε κάτι να γίνει. Να πατάει κάπου. Οταν γράφεις δεν είσαι Θεός. Κάνεις λάθη. Δεν λες “είναι αριστούργημα”. Μας έπαιρνε πολύ χρόνο ένα θεατρικό».
Η μέθοδός τους περιελάμβανε μαγνητοφώνηση: «Πράγματι μαγνητοφωνούσαμε αυτά που γράφαμε και τα ακούγαμε δύο ή και τρεις φορές. Οποιος από τους δυο μας είχε αντίρρηση, μια άλλη άποψη, έπρεπε να τη δικαιολογήσει. Για να μείνει ή να φύγει κάτι έπρεπε να δίνονται εξηγήσεις. Ακόμη κι αν έπρεπε να φύγει το καλό, πάλι θα έφευγε. Πιστεύαμε πως ό,τι δεν στηρίζεται καλά στα πόδια του φεύγει. Επίσης προσέχαμε πολύ τον ρυθμό του λόγου ώστε να βγει ο ρυθμός και στην παράσταση. Κάναμε εναλλαγές. Και κόβαμε ό,τι περίσσευε. Ο Δημήτρης έλεγε ότι το δύσκολο είναι να σβήσεις, να βγάλεις από το έργο το καλό όταν αυτό δεν λειτουργεί. Να μην το κρατήσεις. Και είναι δύσκολο να βρεις τη δύναμη να το κάνεις».
Γιατί τόσος Κεχαΐδης


Αθελά του ο Γιώργος Κιμούλης, με αφορμή την εμπειρία του από τις «Δάφνες και πικροδάφνες» στο Μουσούρη, συνηγορεί στις σκέψεις της Ελένης Χαβιαρά: «Πιστεύω, χωρίς να το ξέρω, ότι ο Κεχαΐδης και η Χαβιαρά είναι οι μοναδικοί έλληνες συγγραφείς που έχουν μελετήσει τον Τσέχοφ και ιδίως τον εκπληκτικό τρόπο που ο Τσέχοφ μετέτρεψε τον προφορικό λόγο σε γραπτό. Υπάρχει εντυπωμένος μέσα ο εναγώνιος ρυθμός μιας ανθρώπινης ψυχής. Γράφεται και η ανάσα και η αναπνοή τους ακόμα».
Μαζί με αυτόν τον καθαρό λόγο τα έργα του(ς) είχαν στοιχεία παρόντος και μέλλοντος καθρεφτίζοντας την κοινωνία, τότε και σήμερα. Η Ελλάδα, οι μικροί της ήρωες, ένας μικροαστισμός, χωρίς μιζέρια. Ισως γι’ αυτό ηθοποιοί και σκηνοθέτες επιστρέφουν και τα ανεβάζουν. «Μας εντυπωσιάζει, αν και δεν θα έπρεπε, το πόσο άμεσα, τωρινά είναι όλα αυτά» παρατηρεί ο Πέτρος Φιλιππίδης. Το ίδιο και ο Θανάσης Παπαγεωργίου που έβαλε την υπογραφή του σε δύο ενώ έπαιξε στο τρίτο.

«Για μένα το “Πανηγύρι” είναι ένα ποίημα, ένα από τα εντελώς διαφορετικά έργα που έχει γράψει ο Κεχαΐδης. Με εκπλήσσει το γεγονός ότι ένας νέος 29 χρόνων έγραψε αυτό το έργο την εποχή που το έγραψε»
.
«Το τάβλι» και το «Σ’ αγαπώ συνέχεια…»
«Ο Κεχαΐδης είναι ένας πολύ σημαντικός συγγραφέας και το “Τάβλι” ένα σπουδαίο έργο»
λέει ο Νίκος Κουρής, που αγάπησε κι ο ίδιος και ο Μάκης Παπαδημητρίου το έργο από τη Σχολή. «Μας συγκινεί και τους δυο μας η γραφή του. Είναι τόσο καλογραμμένο, τόσο ολόκληρο. Αποτυπώνει αυτό που είμαστε, είτε το ξέρουμε είτε όχι. Αυτή η ελληνική ψυχή, που έχει την έμπνευση να αλλάξει την καθημερινότητα, που αναζητεί το όνειρο. Αυτή η έμπνευση που είναι τόσο φωτεινή, που δίνει χαρά και ελπίδα για μια καλύτερη ζωή ή ακόμη και για μια καλύτερη στιγμή μέσα στην ημέρα. Η έμπνευση που φωτίζει την καθημερινότητα και την κάνει γιορτή. Και φυσικά πώς να πιάσουμε την καλή. Μόνον που στην περίπτωση του Κεχαΐδη δεν είναι απλώς το θέμα, αλλά ο τρόπος που πιάνει το θέμα. Είναι αυτό το ταλέντο του Ελληνα να πιστέψει ακόμη και στο ανεδαφικό. Είναι αυτό το κόμπλεξ του, το καταραμένο φυσικό του έλληνα».
Ο Δημήτρης Κεχαΐδης άφησε πίσω του, ανολοκλήρωτο –μόνο αποσπάσματα υπάρχουν –το τελευταίο του θεατρικό έργο. «Σ’ αγαπώ συνέχεια» ο τίτλος του. Το έγραφε μόνος του. Δεν πρόλαβε. Πέθανε τον Δεκέμβριο του 2005 σε ηλικία 72 χρόνων. Γεννημένος στα Τρίκαλα το 1933, σπούδασε στη Νομική Αθηνών ενώ δεν άργησε να εμφανιστεί στα ελληνικά γράμματα: Με δύο μονόπρακτα –το «Μακρινό λυπητερό τραγούδι» και τα «Παιχνίδια στις αλυκές», που ανέβηκαν για πρώτη φορά το 1958 στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Ηταν 25 χρόνων. Ακολούθησαν κι άλλα μονόπρακτα καθώς και θεατρικά έργα, «Ο μεγάλος περίπατος», «Το πανηγύρι», «Η βέρα» και «Το τάβλι», «Δάφνες και πικροδάφνες», δικά του ή γραμμένα σε συνεργασία με τη σύντροφο της ζωής του, καθηγήτρια Ελένη Χαβιαρά. Ο Κουν ήταν ο πρώτος που τα διάβαζε και το Θέατρο Τέχνης ο αυτονόητος χώρος για να παιχθούν. Εκτός από το τελευταίο, που γράφτηκε το 1997 από το συγγραφικό δίδυμο –ο Κουν δεν υπήρχε πια. Ετσι εμπιστεύθηκαν την κωμωδία «Με δύναμη από την Κηφισιά» στον Λευτέρη Βογιατζή και στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων.

πότε & πού:

«Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη, σε σκηνοθεσία και ερμηνεία των Νίκου Κουρή και Μάκη Παπαδημητρίου. Πρεμιέρα στις 16 Μαρτίου στο Μουσούρη.

«Το πανηγύρι» του Δημήτρη Κεχαΐδη, σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου. Στη Σκηνή Νίκος Κούρκουλος του Εθνικού Θεάτρου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ