Ο Χρήστος Λούλης είναι ο Μακχίθ στην «Οπερα της πεντάρας» των Μπρεχτ – Βάιλ που σκηνοθετεί ο Γιάννης Χουβαρδάς στο Παλλάς. Και είναι ο τρίτος ρόλος με τον οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπος –προηγήθηκαν τα έργα «Τέφρα και σκιά» του Πίντερ (Ροές) και «Σκοτεινές γλώσσες» του Αντριου Μπόβελ (Πόρτα). Ανάμεσα σε πρόβες και παραστάσεις, ο 40χρονος ηθοποιός μιλάει για μιούζικαλ, επιλογές, ομορφιά και πολιτική.
Κύριε Λούλη, βγαίνετε αλλαγμένος ύστερα από κάθε ρόλο;
«Η διαδικασία για να παίξω είναι τόσο ψυχοφθόρα, τόσο κουραστική σωματικά, που όλο και κάτι θα μου μείνει. Ενα αυχενικό, κάτι στη φωνή… Στο μυαλό και στην ψυχή φυσικά και κάτι μένει όταν έρχεσαι σε επαφή με τέτοια κείμενα. Κυρίως όμως όταν έρχεσαι σε επαφή με το αντικείμενο της καθημερινής δουλειάς, με τον συνάδελφό σου, τον σκηνοθέτη, και κοιτάς πώς μπορείς να διαχειριστείς τον εαυτό σου, να είσαι αποτελεσματικός».
Ποιο είναι το μεγάλο κέρδος;
«Η συνύπαρξη. Αυτό με ενδιαφέρει εμένα, πέρα από τα μηνύματα. Ολα γύρω από το θέατρο δεν σε μαθαίνουν κάτι συγκεκριμένο αλλά σου μαθαίνουν κάτι για τα όριά σου, για τα όρια των γύρω σου, σου μαθαίνουν να συνυπάρχεις».
Αρα και να διαχειρίζεσαι το εγώ σου;
«Ναι. Γιατί όταν μπορείς να διαχειριστείς το εγώ και να το μετριάσεις λιγάκι, μπορείς πιο εύκολα να συνυπάρξεις και άρα μπορείς πιο εύκολα να καταλάβεις τι σου λέει όχι μόνο το κείμενο αλλά και ο άλλος. Ενας ηθοποιός με υπέρμετρο εγώ δεν μπορεί να συνυπάρξει. Το θέατρο είναι ομαδικό σπορ».
Μήπως η «Οπερα της πεντάρας» είναι σύγχρονη γιατί καταλήγει σε μια ομαδική διαφθορά;
«Η “Οπερα” ψυχογραφεί την ανθρώπινη φύση πάνω στην κοινωνκή διάσταση, με πολύ διασκεδαστικό και ανάλαφρο τρόπο. Ο Λευτέρης Βογιατζής έλεγε πως στην επιφάνεια των πραγμάτων υπάρχει καμιά φορά μεγαλύτερο βάθος από ό,τι στο βάθος των πραγμάτων. Και είναι πάντα επίκαιρη, γιατί είναι πάντα επίκαιρη η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Στο έργο του Μπρεχτ υπάρχουν τρία στρώματα: το προλεταριάτο, τα αφεντικά τους και τέλος το ανώτατο στρώμα, που δεν φαίνεται στο έργο, και είναι η αρχή».
Σήμερα ποιο είναι το δικό μας αφεντικό;
«Σήμερα θα έλεγα ότι το αφεντικό σαφώς δεν είμαστε ούτε εμείς ούτε τα αφεντικά μας… Είναι οι πολιτικοί και οι Βρυξέλλες –δεν φαίνονται, ούτε θα φανούν ποτέ. Τώρα, που έχουμε πάθει αυτό το κάζο και μας τρώνε τα λεφτά –γιατί είναι το μόνο που έχουν κάνει ως τώρα, κι ας μην ήταν και δικά μας, το έργο παραμένει επίκαιρο».
To έργο καταλήγει με μια αποδοχή…
«Ο Μπρεχτ δεν έγραψε την “Οπερα” για να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Το τέλος είναι πολύ ειρωνικό. Κι αν λέει “Αφήστε το άδικο να πεθάνει μόνο του στο κρύο, μην το κυνηγάτε”, το κάνει για να δείξει μεν ότι είναι τόσο μάταιο το άδικο, αλλά δεν λέει κιόλας “μην κάνετε τίποτα”. Στο έργο φαίνονται τα πράγματα όπως είναι, και έτσι θα είναι πάντα, αλλά κι εμείς πάντα θα διεκδικούμε το δίκιο μας».
Γοητευτικός ο Μακχίθ;
«Με γοητεύουν και το έργο και ο ρόλος. Ο Μακχίθ είναι ένας αρχιμαφιόζος, έχει όσες γυναίκες θέλει, το μόνο που τον νοιάζει είναι να περνάει καλά και ξέρει ότι περνάει καλά όποιος έχει λεφτά. Είναι απόλυτος και γι’ αυτό είναι γοητευτικός. Είναι κι αυτός στους ρόλους που σκέφτεσαι ότι θες να κάνεις, όπως ο Αμλετ. Είναι ρόλοι-σουξέ… Τον είχα σκεφθεί, είναι στην γκάμα μου. Απλώς δεν μεθοδεύω τίποτα. Τα αφήνω να έρθουν».
Δεν συμφωνείτε με τις απόψεις του;
«Με τα λεφτά δεν περνάς καλά, αλλά περνάς καλύτερα. Φυσικά και βοηθάνε. Αλλά η ζωή θέλει και κάτι παραπάνω. Κάπου διάβασα ότι για να είσαι ευτυχισμένος δεν πρέπει να κάνεις σχέδια».
Συμφωνείτε ότι είμαστε οι επιλογές μας;
«Αν δεν είχα δουλέψει με όσους έχω δουλέψει, θα ήμουν κάποιος άλλος. Ο Χουβαρδάς, ο Βογιατζής, ο Μοσχόπουλος, ο Παπαβασιλείου, ο Μαστοράκης… Το μερτικό το δικό μου είναι η πολλή δουλειά που ρίχνω. Φυσικά είναι και θέμα τύχης. Αν έχεις τον σπόρο και το χώμα, χρειάζεσαι τον ήλιο ή τη βροχή. Η τύχη είναι να φυσάει ο άνεμος, αλλά πρέπει κι εσύ να ανεβάσεις το πανί».
Εχετε χάσει ρόλο λόγω καλής εμφανίσεως;
«Θυμάμαι ότι με είχε πάει μια φίλη για να με δει ο Κούνδουρος που ετοίμαζε μια ταινία. Και μου είπε ότι έχω την κατάρα τού να είμαι ωραίος. “Δεν μου αρέσουν οι ωραίοι, με ενδιαφέρουν οι φάτσες που δεν είναι ωραίες” μου είπε. Ετσι έχασα μια ταινία με τον Κούνδουρο –δεν τρέχει και τίποτα».
Τι είναι λοιπόν η ομορφιά, η εμφάνιση στο θέατρο;
«Οσες πόρτες σού ανοίγει μια καλή εμφάνιση, άλλες τόσες μπορεί να σου κλείνει, ενδεχομένως, για πιο ενδιαφέροντα πράγματα. Δεν έχουν πάντα ενδιαφέρον οι ρόλοι του ωραίου. Η δική μου η σπουδή ήταν μεγαλύτερη για να αποδείξω ότι έχω και κάτι πέρα από αυτό που βλέπουν. Αν είχα άλλη εμφάνιση, θα έκανα άλλου είδους καριέρα. Ο χαρακτήρας όμως είναι πάνω από όλα, και πρέπει ο χαρακτήρας να βοηθάει το ταλέντο που έχεις».
Πόσο σας τρομάζει η εποχή μας;
«Δεν με τρομάζει η διαστρωμάτωση της αδικίας, ούτε αν κάποιοι έχουν πολύ περισσότερα από μένα. Θα υπάρχει και γι’ αυτούς ένα τίμημα. Αυτό που με τρομάζει είναι μια τάση που διαβλέπω να μη θέλει η κοινωνία να δεχτεί τη διαφορετική άποψη. Εγώ λέω τις σκέψεις και τις απόψεις μου και περιμένω κάποιος να μου αλλάξει τη γνώμη».
Οι καλλιτέχνες πρέπει να μιλάνε;
«Ναι. Αλλά και η σιωπή μπορεί καμιά φορά να είναι και σημάδι περίσκεψης. Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να μην ξέρει τι να πει… Υπάρχουν αυτοί που δεν μιλούν γιατί θέλουν να τα έχουν καλά με όλους κι εκείνοι που δεν μιλούν γιατί σκέφτονται».
Σας αρέσει το μιούζικαλ;
«Ναι, μου αρέσει το μιούζικαλ σαν είδος και νομίζω πως το έχω, ναι, το ‘χω».
πότε & πού:
Η πρεμιέρα της «Οπερας της πεντάρας» θα δοθεί στις 24 Φεβρουαρίου στο θέατρο Παλλάς
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



