Κύριος ιστορικός αντίπαλος της δημοκρατίας σε όλες τις ηπείρους και τις εποχές ήταν τα ολιγαρχικά συστήματα. Το νέο ελληνικό κράτος δεν ξέφυγε από τον κανόνα: η διοίκηση και η πολιτική εξουσία από τα χρόνια της Επανάστασης του 1821 διαβρώνονται από τις επιρροές των ξένων δυνάμεων λιγότερο και των μεγάλων οικογενειακών τζακιών περισσότερο. Ιδίως ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς με το έργο του έχει αναδείξει τις διαστάσεις και τις πτυχές του φαινομένου, που αφήνει πολύ μικρά περιθώρια στην αξιοκρατία και στον ορθολογισμό.
Οι διασυνδέσεις έκτοτε δεν άλλαξαν δραματικά. Για δεκαετίες άλλωστε η βασιλεία γινόταν ανεκτή καθώς συμβόλιζε την οικογενειακή αναπαραγωγή της εξουσίας· ό,τι δηλαδή και ο μέσος νοικοκύρης ευχόταν ως μέλλον των παιδιών του. Η διαδοχή γενιών Καραμανλή, Παπανδρέου, Μητσοτάκη σε κορυφαίες θέσεις έγινε δεκτή περίπου χωρίς κριτική, σαν φυσικό φαινόμενο. Το ίδιο και η παρουσία πολλών γόνων πολιτικών στα βουλευτικά έδρανα. Δεν είναι απαραίτητο οι γόνοι να είναι ανάξιοι, ουδείς ψόγος επομένως.
Ξαφνικά όμως εμφανίζεται η «πρώτη φορά Αριστερά». Τότε μια γνωστή μερίδα του Τύπου αρχικά, πολλοί στη συνέχεια, διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους. Η συνύπαρξη συγγενών στη διοίκηση δείχνει σε σύγκριση με το παρελθόν μειωμένη (προφανώς έρευνα δεν έχει γίνει), αλλά η κριτική κορυφώνεται.
Σωστή κριτική και λαϊκισμός (ιδίως όταν οι ίδιοι οι ευνοημένοι της οικογενειοκρατίας εμφανίζονται σαν βλοσυροί τιμητές) τώρα ανακατεύονται. Κι όμως, το δέον είναι αυτονόητο: η διακυβέρνηση πρέπει να υλοποιείται από τους καταλληλότερους, η διοίκηση πρέπει να στελεχώνεται από τους αξιότερους και όχι από ευνοούμενους, συγγενείς ή μη. Σε εξαιρέσεις, αν ένας συγγενής με αυτοδύναμη ατομική διαδρομή εμφανίζεται ως ο καταλληλότερος για μία θέση, τότε το δημόσιο συμφέρον εφαρμογής ενός κυβερνητικού προγράμματος επιβάλλει την επιλογή του. Ενας παραγκωνισμός του εδώ θα αποτελούσε υποχώρηση της αποτελεσματικότητας ενώπιον του φαίνεσθαι.
Το ιστορικά ριζωμένο πρόβλημα πάντως δεν μπορεί να λυθεί με περιστασιακές προσεγγίσεις και διαμάχες για τον κανόνα και τις εξαιρέσεις. Ο καθένας ελπίζει η μεταρρύθμιση της διοικητικής μηχανής με το νομοσχέδιο που έχει εξαγγείλει ο Χρ. Βερναρδάκης, περίπου 20 χρόνια μετά τη θέσπιση του ΑΣΕΠ, να αποτελέσει μια εύστοχη συστημική λύση. Εναν σταθμό. Οι ελπίδες άλλωστε εκτείνονται ως τη μακροημέρευση της αλλαγής, παρά τις χαοτικές πολυπλοκότητες, τις ιστορικές αδράνειες και τις κοινωνικές αντιστάσεις.
Ο κ. Νίκος Παρασκευόπουλος είναι υπουργός Δικαιοσύνης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



