Ολοι καταλαβαίνουμε πως ο κόσμος μας είναι πιο αβέβαιος, πιο απρόβλεπτος και πιο αγχωτικός από εκείνον που αφήνουμε πίσω μας. Κανείς δεν ξέρει τι και πώς θα του ξημερώσει και όλοι νιώθουμε την καυτή ανάσα της Ιστορίας να απειλεί τα νώτα μας. Σε μια τέτοια στιγμή, οι ιστορικοί απολογισμοί αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Οταν τα πράγματα μας εξαναγκάζουν να αναρωτηθούμε αν πορευόμαστε προς το «χειρότερο», η νεωτερική φαντασίωση ότι ελέγχουμε την κοινή μας μοίρα αποδυναμώνεται ή και χάνεται. Αν σκεφθούμε πως από την εποχή του Διαφωτισμού η κίνηση του κόσμου τείνει να προσλαμβάνεται ως ταυτισμένη με την «πρόοδο» –και τις σημερινές παραφυάδες της, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη συνεχή αύξηση της ευημερίας -, είναι σαφές ότι βρισκόμαστε πια αντιμέτωποι με το φάντασμα μιας αδόκητης, ανεξέλεγκτης και ανονόμαστης οπισθοδρόμησης.
Αδηλο το μέλλον των κοινωνιών μας


Ετσι οι ριζικές μετατοπίσεις που χαρακτηρίζουν το απερχόμενο έτος 2015 συνοδεύθηκαν από πρωτοφανείς μορφές παροξυντικής βίας και από πολυμέτωπες συγκρούσεις που συνεπιφέρουν ακόμα και το ενδεχόμενο πολεμικών συρράξεων μεταξύ ανεπτυγμένων κρατών, και μάλιστα «δι’ ασήμαντον αφορμήν». Η πίστη στην οιονεί αυτόματη αναπαραγωγή του εμπεδωμένου συστήματος εξουσιών φαίνεται να έχει κλονιστεί βαθύτατα. Στο γεωπολιτικό μέτωπο, η προϊούσα αστάθεια μοιάζει ίσως πιο απειλητική ακόμα και από την αλήστου μνήμης ψυχροπολεμική ισορροπία του τρόμου. Οπως και αντίστοιχα, στο ιδεολογικό μέτωπο, τόσο η σοσιαλδημοκρατική συναίνεση της «χρυσής τριακονταετίας» όσο η νεοφιλελεύθερη συναίνεση που τη διαδέχθηκε μοιάζουν κυριολεκτικά εξαερωμένες. Είναι λοιπόν γεγονός ότι ποτέ πριν το μέλλον των κοινωνιών μας δεν υπήρξε τόσο άδηλο, ποτέ πριν οι προοπτικές του δεν εμφανίζονταν τόσο έωλες. Ποτέ πριν δεν ήταν τόσο δύσκολο να διακρίνει κανείς ανάμεσα στο εφικτό και στο ανέφικτο, στο πιθανό και στο απίθανο, στο ενδεχόμενο και στο αδιανόητο. Ποτέ πριν τα βήματα του γίγνεσθαι δεν εμφανίζονταν τόσο μετέωρα και ανεξέλεγκτα. Και με αυτή την έννοια, ποτέ πριν δεν ήταν τόσο σαφές πως όσοι πιστεύουν ότι ελέγχουν τον ρου των πραγμάτων είναι είτε αθεράπευτα αφελείς είτε αδίστακτοι τζογαδόροι. Υπό τις συνθήκες αυτές, θα πρέπει ίσως να δεχθούμε πως αν η Ιστορία είναι πάντα εγγενώς πανούργα, υπάρχουν ίσως στιγμές που είναι ακόμα πιο πανούργα από ό,τι την έχουμε συνηθίσει.
Για πρώτη φορά… όλα αλλάζουν


Πράγματι, όλα φαίνεται να αλλάζουν άρδην. Υστερα από πολλές δεκαετίες, για πρώτη φορά σε μια ευρωπαϊκή χώρα μια ριζοσπαστική μεταρρυθμιστική Αριστερά κατέλαβε τη νόμιμη κοινοβουλευτική εξουσία. Υστερα από ακόμα περισσότερες δεκαετίες, για πρώτη φορά σε μια μεγάλη χώρα (και μάλιστα στη Γαλλία, το διιστορικό προπύργιο της έλλογης και ανεκτικής δημοκρατίας) μια αδιάλλακτη και θορυβώδης ρατσιστική Ακροδεξιά μπόρεσε να αναδειχθεί πρώτη πολιτική δύναμη. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εκατομμύρια απελπισμένοι πρόσφυγες και μετανάστες συνωστίζονται στα σύνορα της παλαιάς Ευρώπης με μόνο στόχο να μπορέσουν να επιζήσουν. Για πρώτη φορά η ίδια αυτή Ευρώπη η οποία επαιρόταν για τη βαθμιαία οικοδόμηση ενός έλλογου, οργανωμένου αντιουσιοκρατικού και πολυπολιτισμικού προτύπου βρίσκεται αίφνης καθηλωμένη από την απειλή μιας τρομοκρατίας που σοβεί σε κάθε γωνία, από τις προεκτάσεις μιας ανυπόφορης ανασφάλειας και από το φάντασμα μιας έρπουσας φοβικής μισαλλοδοξίας. Για πρώτη επίσης φορά οι δυνάμεις που επαγγέλλονται την αποχώρηση από την Ευρώπη ή και την απόσχιση από τα κατεστημένα εθνικά κράτη απειλούν να αναδειχθούν μόνιμες κοινωνικές πλειοψηφίες. Και, συνακόλουθα, για πρώτη φορά το σύνολο σχεδόν των παραδοσιακών αστικών πολιτικών δυνάμεων φαίνεται να μην είναι πια σε θέση να εκφέρει τον, κατ’ επίφαση τουλάχιστον, αυτάρεσκα ήρεμο ηγεμονικό λόγο που μονοπωλούσε εδώ και εβδομήντα χρόνια.
Η κρίση, ο πολιτισμός και ο… καθρέφτης μας


Βέβαια όλες αυτές οι εξελίξεις συναρτώνται στενά μεταξύ τους. Η οικουμενική κατίσχυση του αδιάλλακτου υπερεπικρατειακού νεοφιλελευθερισμού, η νομαδοποίηση τόσο του αδίστακτου κεφαλαίου όσο και των απόκληρων θυμάτων του, η πρωτοφανής στην Ιστορία συγκέντρωση του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια ελαχίστων, η απονεύρωση των κλειστών συλλογικών οντοτήτων και η βαθμιαία αποδυνάμωση της δημοκρατικής αυτονομίας συνεπέφεραν βαθύτατες μεταλλαγές στις κοινωνικές αξίες, στις αυτονόητες σημασιακές δομές και στα ηθικά πρότυπα. Με αυτή την έννοια, η κρίση που μαστίζει τις κοινωνίες μας σήμερα δεν είναι μόνο, ή κυρίως, οικονομική. Είναι μια κρίση ιδεολογική και πολιτική, μια κρίση αξιακή, σημασιολογική και πολιτιστική, μια κρίση ταυτότητας ενός πολιτισμού που δεν φαίνεται πια να γνωρίζει αν και με ποιους όρους μπορεί να κοιτάζεται στον καθρέφτη του πριν να πέσει για ύπνο. Και είναι επίσης μια κρίση αναπαραγωγής ενός συστήματος κοινωνικών σχέσεων που φαίνεται να έχει αποστερηθεί όχι μόνο από τους οργανωτικούς αυτοματισμούς του αλλά και από την αξιακή του αυτοπεποίθηση. Δεν είναι τυχαίο ότι βαθμιαία ο επιθετικά αισιόδοξος νεοφιλελευθερισμός των ετών 1990 και 2000 φαίνεται να έχει μεταμορφωθεί σε έναν απαισιόδοξα αμυντικό δογματισμό που στοχεύει πρωτίστως να κερδίσει χρόνο προασπιζόμενος ένα κλυδωνιζόμενο status quo.
Εφεξής λοιπόν ο πολιτισμός που ανατέλλει μπροστά στα έκπληκτα και ανήμπορα μάτια μας δεν μπορεί πια να σκέπτεται εαυτόν ούτε με αποστασιοποιημένα πραγματιστικούς όρους ούτε όμως μέσα από τις παραμορφωτικές διόπτρες ενός ωραιοποιημένου και εκλογικευμένου ρομαντισμού. Οι κοινωνίες μας θυμίζουν έναν Κάλιμπαν που ούτε αντέχει να κοιτάζει το πρόσωπό του στον καθρέφτη, ούτε όμως έχει την πολυτέλεια να μπορεί να αποστρέφει το βλέμμα του. Το τίμημα όμως είναι κατ’ ανάγκην βαρύ. Η συγκρότηση όλων των ταυτοτήτων, ατομικών και συλλογικών, περνά πάντα μέσα από έναν νοητό καθρέφτη δίχως τον οποίο ο «εαυτός» μας δεν μπορεί να αποκτήσει νόημα. Ο καθρέφτης είναι λοιπόν αναγκαία προϋπόθεση της κοινωνικής συνείδησης. Και όπως γράφει ο Κίπλινγκ, «αν σπάσει ο καθρέφτης σου, κοιτάξου στο καθαρό νερό. Πρόσεξε όμως μην πέσεις μέσα και πνιγείς».
Ιστορική σύγκρουση με νέους όρους


Τα αδιέξοδα είναι λοιπόν πολλαπλά και εγγενώς αντιφατικά. Από τη μια μεριά, είναι πια σαφές ότι αν η Ευρώπη εξακολουθεί να διέπεται από τους παγιωμένους γραφειοκρατικούς αυτοματισμούς της, απειλείται να διαλυθεί στα εξ ων είχε κάποτε συντεθεί. Από την άλλη μεριά, είναι επίσης σαφές ότι η πεισματικά κοντόφθαλμη εμμονή στα παρωχημένα νεοφιλελεύθερα δόγματα της εργαλειακής αποτελεσματικότητας και της λιτότητας οδηγούν όλες τις οργανωμένες πολιτικές οντότητες σε πλήρη λειτουργική αποδιάρθρωση. Τέλος, δεν υπάρχει αμφιβολία πως, με μαθηματική σχεδόν ακρίβεια, η προϊούσα και ασυγκράτητη «νομαδοποίηση» τόσο του κεφαλαίου όσο και της εργασίας θα οδηγήσει στη συμβολική εξαέρωση όλων των «κοινωνιών» που γνωρίζαμε.
Από μιαν άποψη βέβαια, η Ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Να θυμηθούμε πως πριν από χίλια πεντακόσια χρόνια, σε συνδυασμό μεταξύ τους, η διαίρεση και αποδιάρθρωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η εισβολή των νομαδικών φύλων και το τέλος της οικουμενικής ειρήνης είχαν οδηγήσει στην αποσάθρωση του κυρίαρχου πολιτικού και πολιτιστικού προτύπου, στην κατίσχυση των νέων βαρβάρων και στην έλευση μιας νέας ιστορικής περιόδου που ονομάστηκε κατ’ ευφημισμόν «Μεσαίωνας». Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να σκεφθεί πως αντίστοιχες ίσως κοσμοϊστορικές εξελίξεις ελλοχεύουν στις μέρες μας. Το ενδεχόμενο της επέλευσης ενός ανανεωμένου καπιταλιστικού συστήματος που θα αναπαράγεται ανεξάρτητα από δημοκρατικά συγκροτημένες έννομες τάξεις στο όνομα ενός φετιχοποιημένου υπεριστορικού ορθολογισμού δεν μπορεί να αποκλειστεί a priori. Ακόμα και αν κάτι τέτοιο ξεπερνά τις ηθικές μας αντοχές, δεν υπερβαίνει τα όρια της σκοτεινής υπερβατικής μας φαντασίας.
Προφανείς διέξοδοι δεν υπάρχουν. Στο σταυροδρόμι όμως στο οποίο βρισκόμαστε, φαίνεται να επανέρχονται στο προσκήνιο τα πολιτικά διλήμματα που χαρακτηρίζουν τον φιλελευθερισμό από την πρώτη μέρα. Ακόμα μια φορά, ο κόσμος μας βρίσκεται αντιμέτωπος με το πανάρχαιο δίλημμα ανάμεσα στην εμμονή στο αδιέξοδο και ανυπόφορο υπάρχον και στον ανοικτό κοινωνικοπολιτικό πειραματισμό, ανάμεσα στην τυφλή και άκριτη συντήρηση και στην άγνωστη πρόοδο, ανάμεσα σε εκείνο που δεν μπορεί να υπάρχει πια και σε εκείνο που δεν υπάρχει ακόμα. Σήμερα όμως η ιστορική αυτή σύγκρουση γίνεται με νέους όρους. Ενώ η ιδεολογικά ολοκληρωτική και πολιτικά αυταρχική Δεξιά εμφανίζεται ολοένα και πιο συσπειρωμένη, η Αριστερά εξακολουθεί να ταλανίζεται από δισταγμούς. αμφιθυμίες και εσωτερικές ρωγμές. Και υπό τις συνθήκες αυτές, κανείς δεν είναι δυνατόν να προβλέψει την έκβαση της μάχης. Πράγματι, ο χρόνος δεν λειτουργεί κατ’ ανάγκην ούτε υπέρ του λόγου ούτε υπέρ της αξιακής προόδου ούτε υπέρ της δικαιοσύνης. Επιπλέον, είναι γεγονός ότι, αντίθετα με τη συχνά ιδεοληπτική Αριστερά, η συντηρητική παράταξη γνωρίζει να αξιοποιεί τα τακτικά και επικοινωνιακά της πλεονεκτήματα κερδίζοντας απλώς καιρό. Αν λοιπόν παρέλθει μεγάλο διάστημα δίχως σημαίνουσες ανατροπές, μπορεί να έχει χαθεί πολύ περισσότερο από μια μάχη. Και τότε θα μπορούσε να ισχύει αυτό που είχε πει ένας αναρχικός σουρεαλιστής Βέλγος στην αρχή του 20ού αιώνα: «Προλετάριοι όλων των εθνών, δεν έχω πια τίποτε να σας συμβουλεύσω». Ενα τέτοιο ενδεχόμενο όμως δεν έχουμε το δικαίωμα να αφήσουμε να επισυμβεί. Αν μη τι άλλο, είμαστε υπεύθυνοι για την επιβίωση της ελπίδας.
Ο κ. Κωνσταντίνος Τσουκαλάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ