Οι εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου παρουσιάζουν μια διπλή ιστορική πρωτοτυπία.
Πρώτον, είναι οι πρώτες εκλογές από καταβολής νεότερου ελληνικού κράτους που ξέρουμε ακριβώς τι θα ισχύσει μετά τις εκλογές. Θα ισχύσει ό,τι ψηφίστηκε στις 14 Αυγούστου και ουδείς το αμφισβητεί.
Δεύτερον, είναι οι πρώτες εκλογές τουλάχιστον του τελευταίου αιώνα με τα δύο μεγαλύτερα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία (και κάποια μικρότερα) να έχουν συνομολογήσει και να έχουν ψηφίσει από κοινού τι θα ισχύσει και τι πρέπει να εφαρμοστεί μετά τις εκλογές.
Θεωρητικά λοιπόν οι εκλογές είναι σχεδόν περιττές. Πρακτικά έχουν να απαντήσουν σε ένα και μόνο ερώτημα: ποιοι θα εφαρμόσουν όσα έχουν από κοινού συμφωνηθεί και ψηφιστεί;
Σε μια κανονική χώρα αυτό το ερώτημα δεν τίθεται καν διότι η απάντηση είναι αυτονόητη και δεδομένη. Οσοι τα συμφώνησαν και όσοι τα ψήφισαν αναλαμβάνουν και να τα εφαρμόσουν. Τον τρόπο και τη μέθοδο τα βρίσκουν οι ίδιοι.
Αλλά η Ελλάδα δεν είναι κανονική χώρα. Ως εκ τούτου εκείνοι που θα τα εφαρμόσουν δεν προκύπτουν από την ψηφοφορία επί του κυβερνητικού προγράμματος της 14ης Αυγούστου αλλά από τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου. Και κατά πάσα πιθανότητα θα είναι οι ίδιοι διότι άλλοι δεν υπάρχουν.
Οποιος θεωρήσει ότι όλη αυτή η διαδικασία έχει κάποια λογική, παρακαλώ να σηκώσει το χέρι του. Κανείς; Πάμε παρακάτω.
Ουσιαστικά το βράδυ των εκλογών θα έχουμε μόνο ένα ερώτημα να απαντήσουμε: το κόμμα που θα έλθει δεύτερο θα μπει ή δεν θα μπει στην κυβέρνηση;
Προς το παρόν κυκλοφορούν δύο απαντήσεις.
Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ που λέει ότι αν είναι πρώτος δεν θα απευθυνθεί στη ΝΔ και υπονοεί πως αν είναι δεύτερος δεν θα μπει σε κυβέρνηση με τη ΝΔ.
Η απάντηση της ΝΔ που λέει ότι αν είναι πρώτη θα απευθυνθεί στον ΣΥΡΙΖΑ και υπονοεί πως αν είναι δεύτερη θα δεχτεί να συνεργαστεί μαζί του.
Επιτρέψτε μου να πω ότι υποψιάζομαι πως κανείς από τους δύο δεν λέει την αλήθεια.
Για αντικειμενικούς λόγους: οι συνεργασίες προκύπτουν και από μια κοινοβουλευτική αριθμητική την οποία δεν γνωρίζουμε ακόμη.
Αν, ας πούμε, σαφής κοινοβουλευτική πλειοψηφία προκύπτει μόνο με τις ψήφους των δύο πρώτων και με κανέναν άλλον συνδυασμό τι θα γίνει; Θα κάνουμε τέταρτες εκλογές μέσα σε έναν χρόνο;
Αλλά και για υποκειμενικούς: δεν είμαι καθόλου βέβαιος πως τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο κι η ΝΔ εννοούν ακριβώς ό,τι λένε.
Στην προκειμένη περίπτωση το συμφέρον τους είναι σχεδόν ταυτόσημο. Να πάρουν τον άλλον στην κυβέρνηση αν οι ίδιοι είναι πρώτοι και να μην μπουν οι ίδιοι στην κυβέρνηση αν ο άλλος είναι πρώτος και εκείνοι δεύτεροι.
Με άλλα λόγια, το βασικό μετεκλογικό ερώτημα είναι αν θα συγκροτηθεί μια κυβέρνηση σταθερότητας ή αν θα προκύψει ένα κυβερνητικό σχήμα αστάθειας.
Διότι ακόμη κι αν είναι πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ πώς θα μπορέσει να εφαρμόσει ένα επαχθέστατο πρόγραμμα με μια τρικομματική κυβέρνηση περιορισμένης πλειοψηφίας και εύθραυστης συνοχής, ακόμη κι αν το Ποτάμι και το ΠαΣοΚ συμφωνήσουν να συνεργαστούν μαζί του;
Το ίδιο ερώτημα ισχύει σε ανάλογη περίπτωση και για τη ΝΔ.
Περισσότερο από τις κάλπες λοιπόν την πορεία της χώρας θα κρίνουν οι απαντήσεις που θα δοθούν σε αυτά τα ερωτήματα.
Διότι αν δεν προκύψει μια σαφής επιλογή κυβερνητικής σταθερότητας, τότε ένα πράγμα είναι βέβαιο: οι εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου δεν θα είναι παρά το πρώτο βήμα για τις επόμενες κάλπες.
Και πολύ σύντομα θα βρεθούμε ξανά στο ίδιο έργο θεατές.
Κάθε μέρα εκλογές!..
Ο ΣΥΡΙΖΑ της προηγούμενης Βουλής έχασε την πλειοψηφία και πάμε σε εκλογές επειδή ένα κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούσε με την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να υπογράψει το Μνημόνιο.
Πρώτον, όλες οι μετρήσεις και στο μέτρο της αξιοπιστίας τους καταγράφουν έως τώρα μια σχεδόν απόλυτη ισοδυναμία των δύο μεγάλων κομμάτων. Αρα, το αποτέλεσμα μπορεί να κριθεί στην πιο απρόβλεπτη λεπτομέρεια.
Δεύτερον, τα ποιοτικά στοιχεία των ίδιων μετρήσεων καταγράφουν μια αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ και μετακινήσεις προς τη ΝΔ. Και τα δύο φαινόμενα όμως είναι απολύτως αναστρέψιμα. Ακόμη και από την απρόβλεπτη λεπτομέρεια που λέγαμε.
Κάθε μέρα εκλογές!..
Ο ΣΥΡΙΖΑ της προηγούμενης Βουλής έχασε την πλειοψηφία και πάμε σε εκλογές επειδή ένα κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούσε με την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να υπογράψει το Μνημόνιο.
Τώρα πληροφορούμαι ότι ένα άλλο κομμάτι του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ διαφωνεί με το ενδεχόμενο να κάνει μετεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση με το Ποτάμι και το ΠαΣοΚ –ακόμη περισσότερο με τη ΝΔ!..
Καμία αντίρρηση, αλλά μήπως θα μπορούσαν να λύσουν το θέμα μεταξύ τους ήρεμα και προεκλογικά;
Οχι τίποτε άλλο, αλλά να μην τρέχουμε κάθε τρεις και λίγο σε εκλογές επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να τα βρει με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αδηλη ψήφος
Το πάγιο προεκλογικό ερώτημα «τι λένε οι δημοσκοπήσεις» επιδέχεται πλέον πολλές και διαφορετικές απαντήσεις.
Το πάγιο προεκλογικό ερώτημα «τι λένε οι δημοσκοπήσεις» επιδέχεται πλέον πολλές και διαφορετικές απαντήσεις.
Βασικά δεν λένε τίποτε το ουσιαστικό.
Και ο βασικός λόγος είναι ένας και όχι μόνο ελληνικός: σε όλες τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες υπάρχει πλέον μια ισχυρή άδηλη ψήφος». Αδηλη είτε επειδή οι πολίτες την κρύβουν, είτε επειδή απαντούν παραπλανητικά, είτε επειδή είναι απλώς μπερδεμένοι.
Σε μερικές χώρες οι εταιρείες μετρήσεων έχουν βρει σχετικά αξιόπιστες επιστημονικές μεθόδους να διερευνούν αυτού του είδους την ψήφο με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία.
Οι τελευταίες βρετανικές εκλογές, για παράδειγμα, διέψευσαν και τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνοντας μια ευρύτατη νίκη στους Συντηρητικούς.
Φοβούμαι ότι στην Ελλάδα αυτού του τύπου η διερεύνηση είναι ακόμη ατελής, με τυπικότερο παράδειγμα το δημοψήφισμα του Ιουλίου, όταν μετρήσεις ακόμη και της ίδιας μέρας διαψεύστηκαν πανηγυρικά.
Αυτό είναι μια γενική παρατήρηση.
Σε ό,τι αφορά τις επικείμενες εκλογές υπάρχουν δύο πρόσθετα στοιχεία.
Πρώτον, όλες οι μετρήσεις και στο μέτρο της αξιοπιστίας τους καταγράφουν έως τώρα μια σχεδόν απόλυτη ισοδυναμία των δύο μεγάλων κομμάτων. Αρα, το αποτέλεσμα μπορεί να κριθεί στην πιο απρόβλεπτη λεπτομέρεια.
Δεύτερον, τα ποιοτικά στοιχεία των ίδιων μετρήσεων καταγράφουν μια αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ και μετακινήσεις προς τη ΝΔ. Και τα δύο φαινόμενα όμως είναι απολύτως αναστρέψιμα. Ακόμη και από την απρόβλεπτη λεπτομέρεια που λέγαμε.
Τα υπόλοιπα κόμματα κινούνται σε επίπεδα των οποίων οι αυξομειώσεις βρίσκονται ουσιαστικά εκτός δημοσκοπικής πρόγνωσης.
Πώς μπορείς, ας πούμε, επτά μέρες προ των εκλογών να πεις αν ο Καμμένος ή ο Λεβέντης θα πάρουν 2,5% ή 3,2%; Μιλάμε για αποκλίσεις 20-25.000 ψήφων, σχεδόν μία ψήφο σε κάθε εκλογικό κέντρο της χώρας.
Αντίστοιχη είναι η δυσκολία και για μια σειρά κομμάτων που δείχνουν να κινούνται στον χώρο του 5%-6%. Αντε βρες πού θα κάτσει.
Το τελευταίο στοιχείο είναι εκείνο για το οποίο μιλούμε λιγότερο: η αποχή.
Ως γνωστόν, δημοσκοπική πρόγνωση της αποχής δεν υπάρχει. Αλλά σε μια κλειστή εκλογή σαν κι αυτήν που προμηνύεται, 200-300 χιλιάδες ψηφοφόροι λιγότεροι μπορεί να κρίνουν τα πάντα. Την πρωτιά αλλά και τη διαφορά.
Τα υπόλοιπα εκ της κάλπης. Και μακριά από στοιχήματα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



