Ένα περήφανο «όχι» εξακολουθεί να ζητά η κυβέρνηση από τους πολίτες στο δημοψήφισμα της Κυριακής. Και δεν έχει ακόμη αντιληφθεί ότι το ζητά από ανθρώπους, που τους εξευτελίζει καθημερινά με τα καμώματά της.

Νιώθει άραγε περήφανη η γιαγιά, που ξεροσταλιάζει από χθες έξω από τις κλειστές τράπεζες;

Νιώθει περήφανος ο ξενοδόχος που περίμενε το καλοκαίρι για να ξελασπώσει και δεν μπορεί πια να εξυπηρετήσει τους τουρίστες στο ξενοδοχείο του, επειδή δεν μπορεί να αγοράσει τις πρώτες ύλες για το πρωινό τους;

Νιώθει άραγε περήφανος ο οικογενειάρχης, όταν περιπλανιέται την μισή του μέρα στα ΑΤΜ και στα βενζινάδικα;

Ή μήπως νιώθει περήφανος ο μαγαζάτορας που από το Σάββατο δεν έχει κάνει ούτε σεφτέ;

Για ποια περηφάνια λοιπόν μιλούν στον ΣΥΡΙΖΑ, όταν ταπείνωσαν ξαφνικά έναν ολόκληρο λαό, κλειδώνοντας τις λιγοστές καταθέσεις τους και τις αποταμιεύσεις των παιδιών τους; Και πόση περηφάνια μας επιφυλάσσουν ακόμα, τώρα που στερεύει η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και μόνη λύση που απομένει για να καλύπτει τις ανάγκες του το κράτος, είναι το κούρεμα των καταθέσεων αυτών;

Κατά τα άλλα όποιος έλεγε «ναι» στην αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά, ήταν γερμανοτσολιάς και προσκυνημένος.

Ενώ όποιος συμμαχεί με φασίστες και νοσταλγούς της Χούντας για να κλείσει τις τράπεζες, να γυρίσει την χώρα στην δραχμή και να δημεύσει καταθέσεις, είναι αριστερός και πατριώτης…