Είναι όµορφο και γενναιόδωρο να προσφέρει κάποιος υπηρεσίες ως δωρεάν σύμβουλος για έναν καλό σκοπό. Για παράδειγμα, να γίνεται σύμβουλος στο Λύκειο των Ελληνίδων, για τη διάδοση των παραδοσιακών χορών, ή να γίνεται σύμβουλος στον Σύλλογο Συλλεκτών «Μια ωραία πεταλούδα». Βρίσκουμε σε όλα αυτά την άδολη γενναιοδωρία του εθελοντισμού, την επιθυμία για προσφορά. Τα πράγματα βεβαίως αλλάζουν όταν κάποιος «δωρεάν σύμβουλος» καταλαμβάνει μια θέση εργασίας και με το πρόσχημα της καλής προαίρεσης καταργεί όλα τα κεκτημένα των εργατικών αγώνων. Τα πράγματα αλλάζουν όταν αυτή η θέση εργασίας βρίσκεται σε γραφείο υπουργού.
Τα θυμηθήκαμε όλα αυτά με αφορμή τις διαφωνίες για τον ρόλο της Ελενας Παναρίτη, άμισθης συμβούλου του υπουργού Οικονομικών που διορίστηκε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά δεν δέχτηκε τον διορισμό. Τέλος πάντων. Δεν θα σταθούμε στις διαδικασίες του διορισμού αλλά στη μεσαιωνική άποψη που επιτρέπει την απασχόληση ανθρώπων χωρίς αμοιβή. Επιτρέπει την εκμετάλλευση, την ανισότητα των ευκαιριών και επιπλέον δίνει σε αυτά στοιχεία ιδεολογίας. Ο τσάμπα σύμβουλος (κατά την έκφραση «τσάμπα μάγκας») στηρίζει το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης, συντάσσει κείμενα και προτάσεις, μοιράζεται την εμπειρία, αφιερώνει πολλές ώρες καθημερινά στη στήριξη του υπουργού.

Για κάθε εκλεγµένο πολιτικό πρόσωπο προβλέπεται συγκεκριμένος αριθμός έμμισθων συμβούλων. Ο ΣΥΡΙΖΑ καθιέρωσε με διάταξη θέσεις επιπλέον απλήρωτων. Ο υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης πασπάλισε την εκμετάλλευση με αριστεροσύνη: η διάταξη στοχεύει στην αξιοποίηση του «τεράστιου κύματος εθελοντισμού και διάθεσης λαϊκής συμμετοχής που κράτησε όρθια σε μεγάλο βαθμό την κοινωνία μας». Το μοντέλο του απλήρωτου, χαμογελαστού θύματος είναι γνωστό. Οι εθελοντές των Ολυμπιακών Αγώνων προσφέρουν αναρίθμητες ώρες εργασίας για να πλουτίζουν οι χορηγοί. Στον αντίλογο: προσφέρουν δωρεάν εργασία οικειοθελώς, για τη χαρά της προσφοράς.
Για να δούμε: ποιοι είναι εκείνοι που μπορούν να δουλεύουν για το τίποτα, δηλαδή να μην έχουν ανάγκη μισθού; Είναι εκείνοι που έχουν καταπίστευμα και ξοδεύουν από τα έτοιμα. Είναι εκείνοι που έχουν ευκατάστατους γονιούς ή έκαναν τον λεγόμενο «καλό γάμο». Είναι εκείνοι που έχουν αδιαφανείς πηγές χρηματοδότησης και ξοδεύουν περισσότερα από όσα κέρδισαν ποτέ. Είναι εκείνοι που θα αποκτήσουν χρήμα κάνοντας εξυπηρετήσεις. Είναι εκείνοι που έχουν και άλλη νόμιμη δουλειά, συναφούς αντικειμένου (γιατρός δίνει συμβουλές για νοσοκομεία, καθηγητής δίνει συμβουλές για τα πανεπιστήμια).

Εν ολίγοις ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει επιλογή συμβούλων με ταξικά κριτήρια. Οποιος έχει εισοδήματα, μπορεί. Οποιος κατατρύχεται από πληρωμή λογαριασμών, δεν μπορεί. Δεν θα σχολιάσουμε το πόσο ευάλωτος είναι ο άμισθος ούτε την τυχόν υστεροβουλία για μελλοντικά οικονομικά οφέλη ούτε τη σύγκρουση συμφερόντων όταν ο σύμβουλος δίνει συμβουλές για τομέα που τον αφορά. Θα σχολιάσουμε την ανισότητα μέσα στο υπουργικό γραφείο. Ο σύμβουλος είναι άμισθος, ο υπουργός είναι έμμισθος. Τίθεται ερώτημα: γιατί προωθείται το ιδεολόγημα του φιλότιμου σκλάβου μόνο για συμβούλους και όχι για τα πολιτικά πρόσωπα; Αν η κυβέρνηση θέλει εθελοντές συμβούλους, θα πρέπει να σκεφτεί την προοπτική του εθελοντή υπουργού, του εθελοντή πρωθυπουργού και πάει λέγοντας.
Υπάρχει ψευδοαπάντηση: άνθρωποι με γνώση και εμπειρία μπορούν μέσω του θεσμού αυτού να προσφέρουν υπηρεσίες στην κυβέρνηση. Το κατανοούμε. Υπάρχει τρόπος να συμβουλεύουν χωρίς να κατσικώνονται όλη μέρα στο υπουργείο. Οποιος θέλει να δώσει ιδέες και συμβουλές, ας κλείνει ραντεβού με τον υπουργό, ας στέλνει γραπτές προτάσεις και όλα αυτά να καταγράφονται σε βιβλίο συμβάντων. Αν η σχέση δεν είναι αυτή, δηλαδή αν μιλάμε για πρόσωπα που καθημερινά, επί πολλές ώρες παράγουν έργο, τότε είναι ανεπίτρεπτο να παραμένουν απλήρωτοι και ανασφάλιστοι. Αν τα έκανε αυτά δεξιά κυβέρνηση, θα την έπαιρναν με τις πέτρες.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ