Ταξίδεψα πριν από λίγες ημέρες στον Νότο της Γαλλίας, στo πλαίσιο της ετήσιας δοκιμής των κρασιών της περιοχής του Ροδανού. Η χρονιά του 2013 ήταν σπουδαία, αν και στην προκειμένη περίπτωση δεν θα σας κουράσω αναλύοντας τα γευστικά χαρακτηριστικά των κρασιών που δοκίμαζα για τέσσερις ημέρες. Βεβαίως, και το σκηνικό ήταν υπέροχα στημένο αλλά ούτε αυτό είναι το ζητούμενο στην περίπτωσή μας. Ελάχιστα μέτρα από τα αμπέλια, στην καρδιά του κάθε τοπωνυμίου, ήταν παρατεταγμένοι όλοι οι παραγωγοί (συνήθως σε κάποιο από τα δημοτικά κτίρια) υποστηρίζοντας την εντοπιότητά τους με ιδανικό τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό πως στα διαλείμματα της δοκιμής βλέπαμε και κουτσομπολεύαμε από τον προαύλιο χώρο της έκθεσης τα σπίτια των παραγωγών που βρίσκονταν σε απόσταση αναπνοής. Ομορφα και ειδυλλιακά ακούγονται όλα αυτά, αλλά φεύγοντας από τη Λυών αυτό που κουβαλούσα στις αποσκευές μου ήταν το κοινό χαρακτηριστικό όλων, μα όλων των κτημάτων που κρασιά τους δοκίμασα. Πίσω από κάθε πάγκο, θεωρητικά και πρακτικά, ήταν μια οικογένεια. Ο λόγος για τον οποίο δίνω έμφαση στην οικογενειακή παρουσία των παραγωγών είναι το γεγονός πως αυτές οι οικογένειες αποτελούν το επιτυχημένο επιχειρησιακό μοντέλο, την κινητήριο δύναμη της γαλλικής αμπελουργίας εδώ και πάρα πολλά χρόνια.

Από τον παππού στον εγγονό

Το ίδιο οικογενειακό καθεστώς επικρατεί σχεδόν σε όλες τις περιοχές της Γαλλίας, στην Προβηγκία, στη Βουργουνδία, στον Λίγηρα. Ακόμη και στο Μπορντό, που οι επενδυτικές εταιρείες δραστηριοποιούνται τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μια κάποιου τύπου προστασία στο οικογενειακό παρελθόν του οίκου. Και για να μην ξεχνιόμαστε, μιλάμε για τη Γαλλία, που έκανε όλον τον πλανήτη να αναφέρεται στα κρασιά της.

Προσωπικά, τάσσομαι υπέρ της οικογενειακής δομής μιας επιχείρησης οινοποιείου. Αλλά, για να μην παρεξηγηθώ, τονίζω πως όσες πιθανότητες έχει μια οικογένεια να κάνει ένα σπουδαίο κρασί, άλλες τόσες έχει να κάνει και ένα μέτριο. Στην πράξη, είμαι σίγουρος πως υπάρχουν και εφιαλτικές στιγμές που επιβεβαιώνουν το ρητό «με συγγενή φάε, πιες και αλισβερίσι μην κάνεις». Πρόκειται ουσιαστικά για μια εργασιακά πολύπλοκη σχέση με πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Αναφερόμενος στα πλεονεκτήματα της ιστορίας, θεωρώ πολύ σημαντική τη μεταλαμπάδευση της τεχνογνωσίας από γενιά σε γενιά ειδικά για οινοποιεία με πολλά χρόνια ζωής. Οι γηραιότεροι, έχοντας αποστάξει τη γνώση της δουλειάς, τη μεταφέρουν στους νεότερους σαν ένα είδος μασημένης τροφής. Οι νεότεροι με τη σειρά τους δεν έχουν παρά να διατηρήσουν την ποιότητα στο ίδιο επίπεδο και να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της εποχής τους.

Εξίσου θετική θεωρώ και την ώθηση που πάντα υπάρχει εντός των οικογενειακών ορίων. Ο δυνητικός οινοπαραγωγός του σήμερα σκέφτεται τις προηγούμενες γενιές που έζησαν από την ίδια δουλειά, την επόμενη που μεγαλώνει και περιμένει τη σκυτάλη και αποκτά επιπλέον κίνητρο να συνεχίσει.

Ελληνικές ιδιαιτερότητες

Το μοντέλο του ελληνικού οινοποιείου φοβάμαι πως δεν ακολούθησε τα γαλλικά πρότυπα. Κάπου στις αρχές ενθουσιαστήκαμε και μοιραία εγκλωβιστήκαμε στο φετίχ του μικρού, εξεζητημένου παραγωγού, ενώ με την πάροδο του χρόνου κάποιοι μικροί έγιναν μεγάλοι με δεκάδες εμφιαλώσεις και εκατοντάδες χιλιάδες φιάλες ετήσια παραγωγή. Ταυτόχρονα υπήρξαν σοβαρές επενδύσεις από εταιρείες που δραστηριοποιούνταν σε άλλους τομείς και το κρασί ήταν για αυτές μια παράπλευρη δραστηριότητα. Την πολυφωνία συμπλήρωσε – για μικρό ευτυχώς χρονικό διάστημα – και η παρουσία των σταρ οινολόγων. Κάπου ανάμεσα στα διαφορετικά προφίλ των ανθρώπων που φτιάχνουν το κρασί το οποίο πίνουμε υπάρχουν φυσικά και κάποιες οικογένειες που κουβαλάνε εμπειρία πολλών δεκαετιών. Η πραγματικότητα είναι πως αποτελούν πολύ μικρό ποσοστό της συνολικής παραγωγής και δεν φαίνεται να μας απασχολεί σοβαρά το ιστορικό τους αρχείο.

Από καλή οικογένεια

Κρασιά υπήρχαν και θα υπάρχουν αναρίθμητα, μπορεί να προέρχονται από εταιρείες κολοσσούς ή από ανθρώπους της διπλανής πόρτας. Τη δημιουργία ενός καλού κρασιού δεν μας την εξασφαλίζουν από μόνα τους ούτε τα επενδυτικά κεφάλαια αλλά ούτε και το οικογενειακό περιβάλλον ενός οινοποιείου. Ομως κάθε φορά που σκέφτομαι όσα σπουδαία κρασιά ήμουν τυχερός να δοκιμάσω, συνειδητοποιώ πως αντανακλούν μια συνέπεια, μια συνέχεια στον χρόνο, ανθρώπους, οικογένειες, τόπους και ιστορίες που κανένα brand name του κόσμου δεν μου θυμίζει.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 10 Μαΐου 2015.