Αισίως πιάσαμε προχτές τον Μάη. Προς το παρόν ξυπόλυτοι, προσεχώς και ξεβράκωτοι. Μ’ αυτούς τους όρους, όσο τα λόγια περισσεύουν, τόσο τα έργα λιγοστεύουν, οπότε οδεύουμε δρομαίως στο μηδέν, εκτός και αν στο μεταξύ μας στρίψει. Για να αποφύγω το αναπόφευκτο, προσφεύγω στα ομηρικής καταγωγής ελλείμματα με πρωταγωνιστή τον χωλό Ηφαιστο, τεχνίτη ασυναγώνιστο. Δύο ιλιαδικά του κατορθώματα θύμισα την περασμένη Κυριακή, αφήνοντας στη μέση το τρίτο, το οδυσσειακό. Το συνεχίζω σήμερα, παραφράζοντας τα παρεπόμενά του.
Πρόκειται για τη μεσαία ρυθμισμένη αοιδή του Δημόδοκου, που ακούγεται στην αγορά, πλαισιώνοντας γυμναστικούς και χορευτικούς αγώνες των Φαιάκων. Θέμα της: η παραβατική μοιχεία Αρη και Αφροδίτης στο νόμιμο κρεβάτι του Ηφαιστου. Ο Ηλιος όμως τους παίρνει εγκαίρως είδηση και φανερώνει στον χωλό Ηφαιστο τα ερωτικά τους όργια. Οπότε εκείνος χολωμένος σκαρώνει αμέσως την εκδίκησή του: μεταλλοτέχνης άφταστος, φτιάχνει με το αμόνι του άρρηκτο δίχτυ, απίστευτα λεπτό, αόρατο στο μάτι, και περιπλέκει το συζυγικό κρεβάτι που νέμονται οι παράνομοι εραστές –ύστερα εξαφανίζεται στη Λήμνο.
Ανυποψίαστοι εκείνοι πέφτουν να σμίξουν στο κρεβάτι και πιάνονται στη φάκα: παγιδεύονται στο αδιαπέραστο δίχτυ και δεν μπορούν να κινηθούν. Στην ώρα του επιστρέφοντας ο Ηφαιστος διαμαρτύρεται στον Δία και στην Ηρα που τον γέννησαν σακάτη, δίνοντας το ελεύθερο στην Αφροδίτη, τη νόμιμη γυναίκα του, να σμίγει με τον Αρη. Τώρα ωστόσο δεν τη γλιτώνουν: εκεί θα μείνουν πια παγιδευμένοι, χλεύη και θέαμα των άρρενων θεών. Που φτάνοντας και βλέποντας τους δύο εραστές σε φάση συνουσίας πνίγονται στο γέλιο, ενώ συνάμα λιμπίζονται την απόλαυσή τους. Την τάξη την επαναφέρει ψύχραιμος ο Ποσειδών, που υπόσχεται στον Ηφαιστο να δώσει από την τσέπη του όποιο και όσο τίμημα γυρέψει για να τους λευτερώσει. Με αυτούς τους όρους λύνονται και χωρίζουν οι δύο εραστές πηγαίνοντας καθένας χωριστά στο στέκι του.
Συμμαζεύω εφεξής τα ρέστα της παραδειγματικής αυτής υπόθεσης. Το έλλειμμα εδώ είναι σωματικό: τυφλός ο Δημόδοκος, χωλός ο Ηφαιστος. Το περίσσεμα προκύπτει με τη διαμεσολάβηση της τέχνης και του ταλέντου: έμπειρος και περιζήτητος αοιδός ο Δημόδοκος, ασυναγώνιστος τεχνίτης -καλλιτέχνης του χαλκού κυρίως ο Ηφαιστος. Τα ερώτημα είναι αν πρόκειται για περιορισμένης χρήσης μικροσκοπικό τέχνασμα ή για εφαρμογή μιας μακροσκοπικής αρχής που ορίζει ευρύτερα τη σύνταξη των δύο ομηρικών επών επηρεάζοντας το ήθος και το ύφος τους. Περί αυτού εν συνεχεία ο λόγος. Προηγουμένως όμως κάποιες, πιο γενικές προτάσεις για το ζεύγος «έλλειμμα -περίσσεμα» στον χώρο της τέχνης και της λογοτεχνίας, συνθηματικά διατυπωμένες.
Η στάθμη κάθε αξιόλογου έργου εξαρτάται από το πώς χειρίζεται το έλλειμμά του σε σύγκριση με το περίσσεμά του. Αν απερίσκεπτα το αγνοεί ή στοχαστικά το ενσωματώνει, αφήνοντας πρόσφορα ίχνη του στο τελικό αποτέλεσμα. Σκοπεύοντας να υποδείξει πως στο αξιόλογο έργο έλλειμμα και περίσσεμα βρίσκονται σε σχέση αμοιβαίας ανταπόκρισης και καθ’ οδόν εναλλάσσονται, ορίζοντας και περιορίζοντας το ένα το άλλο. Σ’ αυτή τη βάση προτείνω για παράδειγμα-υπόδειγμα την περίπτωση του Αχιλλέα στην Ιλιάδα και του Οδυσσέα στην Οδύσσεια.
Από μιαν άποψη και οι δύο αυτοί ήρωες εμφανίζονται (καθένας με τον τρόπο του) ελλειμματικοί. Στον βαθμό που περισσότερο είναι απόντες παρά παρόντες στην εξελισσόμενη δράση του έπους. Η αποχή του Αχιλλέα από το πεδίο της μάχης στην Ιλιάδα αποφασίζεται ήδη στην πρώτη ραψωδία και παρατείνεται ως το τέλος της δέκατης ένατης ραψωδίας. Η απουσία του Οδυσσέα από την πατρική Ιθάκη, που προβάλλεται στην πρώτη ραψωδία της Οδύσσειας, διαρκεί ως το τέλος της δωδέκατης ραψωδίας, λανθάνει ενδιαμέσως και αίρεται μόλις στην εικοστή δεύτερη ραψωδία με την προειδοποίηση ότι επίκειται μια δεύτερη αποδημία.
Γιατί και πώς το έλλειμμα της παρουσίας (που πάει να πει: το περίσσεμα της απουσίας) του κεντρικού ήρωα, στο ένα και στο άλλο έπος, υπερέχει ποσοτικά είναι μια άλλης τάξης απορία. Γεγονός πάντως παραμένει ότι η αμοιβαία αυτή μετάλλαξη και ανταλλαγή είναι σκόπιμη συμβάλλοντας αποφασιστικά στην ανάδειξη των δύο ομηρικών επών σε κορυφαία έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Παρεπόμενο αυτής της ταλάντευσης ανάμεσα στο έλλειμμα και στο περίσσεμα είναι το γεγονός ότι και τα δύο έπη, με διαφορετικό τρόπο το καθένα, έχουν άτυπη αρχή και ασυντέλεστο τέλος. Αφήνοντας σε αμηχανία τον αναγνώστη και τον ακροατή τους να αποφασίσει μόνος τι του λείπει και τι του περισσεύει. Αυτή εξάλλου η σκόπιμη αβεβαιότητα προκάλεσε το διαβόητο ομηρικό ζήτημα.
Ευτυχώς που σώθηκε το τελικό κείμενο, που είναι ο ώριμος καρπός μιας επικής καλλιέργειας, η οποία κράτησε κάπου τρεις αιώνες, περνώντας από τον προφορικό λόγο στην απογραφή του.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



