Κίνδυνο αποσάθρωσης ακόμη και της δημόσιας τάξης διαβλέπουν οι έλληνες εισαγγελείς πίσω από το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης «Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ’ τύπου».

Οι εισαγγελείς της χώρας επιτίθενται στις ρυθμίσεις, με κορυφαία αυτή για την ελευθέρωση καταδικασθέντων για εγκλήματα κάθε βαθμίδας και βαρύτητας, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι:

– ισοδυναμεί με ακύρωση των δικαστικών αποφάσεων
– αποδομεί το σχήμα της επιβολής τιμωρίας δίκαιης και ανάλογης με το έγκλημα που τέλεσε ο δράστης
– αναιρεί το γενικό και ειδικό προληπτικό αποτέλεσμα της επιβληθείσας ποινής.

«Είναι δυνατόν να εγείρει ζητήματα διακινδύνευσης της δημόσιας τάξης, στο μέτρο που χωρίς εξαιρέσεις, συνδεόμενες με τη βαρύτητα του εγκλήματος, προβλέπει γενική ελευθέρωση των κρατουμένων» σημειώνεται στην ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδας (ΕΕΕ).

Παρά το γεγονός ότι οι εισαγγελείς παραδέχονται πως ο ανθρωπισμός διαπνέει μείζον μέρος των προς ψήφιση διατάξεων, ειδικά όσον αφορά τους ασθενείς ή ανάπηρους κατάδικους, επισημαίνουν εν τούτοις ότι πρόκειται για a la carte ανθρωπισμό, ο οποίος δεν αφήνει και περιθώριο εξατομικευμένης εξέτασης κάθε περίπτωσης από τη δικαστική αρχή.

Οι ίδιοι προειδοποιούν, δε, ότι με τις ρυθμίσεις που αφορούν τους ανήλικους παραβάτες, παραβλέπεται ο κίνδυνος εκμετάλλευσής τους από ένα κύκλο ατόμων που έχει διαπιστωθεί ότι ενεργούν οργανωμένα, ενίοτε χρησιμοποιώντας ανήλικους.

Σε κάθε περίπτωση, οι ρυθμίσεις χαρακτηρίζονται ευκαιριακές και αποσπασματικές, ξένες τελικά με το ποινικό δόγμα.

Υπουργείο: «Δεν εισφέρετε προτάσεις»

Σε απάντησή του, το υπουργείο Δικαιοσύνης στηλιτεύει την ανακοίνωση των εισαγγελέων καθώς δεν εισφέρει προτάσεις, όπως λέει χαρακτηριστικά, ενώ τονίζει ότι σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης και υπό το βάρος των ευθυνών από την υπερφόρτωση των φυλακών και των συνεχών και δαπανηρών καταδικών από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο νομοθέτης καλείται να βρει, εδώ και τώρα, λύσεις έστω και προσωρινές.

Αντιδρά, δε, στον χαρακτηρισμό περί ανθρωπισμού a la carte. «Οι ασθενείς και τα άτομα με βαριές αναπηρίες βιώνουν τη φυλακή ως διπλό δεινό. Συνεπώς, η διευκόλυνση, και πάλι με όρους, της απόλυσής τους ανταποκρίνεται σε ένα δίκαιο ισοζύγιο της ποινής που προβλέπεται και της ποινής που πραγματικά εκτίεται. Η αναφορά σε “à la carte ανθρωπισμό” είναι άτοπη και αστήρικτη» σημειώνεται.

Και προστίθεται: «Ο σεβασμός στις δικαστικές αποφάσεις δεν αφαιρεί από τον νομοθέτη την αρμοδιότητα να επιλέγει το μέτρο και τον τρόπο έκτισης της εκάστοτε ποινής. Η κατάργηση των φυλακών τύπου Γ’, για παράδειγμα, ακριβώς επαναφέρει την αντιστοιχία της ποινής που επιβλήθηκε με αυτήν που εκτίεται».

Το υπουργείο κάνει επίσης λόγο για «μονόπλευρα τιμωρητικές λογικές που απηχούν ξεπερασμένες και τελικά αδιέξοδες αντιλήψεις που δεν αρμόζουν σε ένα κράτος ανθρωπισμού. Η απομάκρυνση από αυτές δεν μπορεί να θεωρείται “ασέβεια προς τους νόμους”».