Η επιτυχία της σειράς –την επιβεβαιώνουν τα νούμερα της τηλεθέασης αλλά και τα μεροκάματα των πρωταγωνιστών της, από τα υψηλότερα που έχουν δοθεί στην ιστορία της τηλεόρασης –δεν είναι τυχαία, όπως φάνηκε και με το φινάλε της. Οπου, σε αντίθεση με τα αμήχανα, αδέξια, εν πολλοίς κακά φινάλε άλλων επιτυχιών («Sex and the city», «Lost», «How I met your mother»), όλα «κούμπωσαν» ιδανικά, με συνέπεια και με φαντασία: όσο έπρεπε τρυφερό (συγκινούσε χωρίς να γίνεται μελό), όσο έπρεπε υπαινικτικό (έστελνε σαφή αλλά και γεμάτα χιούμορ μηνύματα προς όσους αμφισβήτησαν ή υποτίμησαν τη σειρά) και όσο έπρεπε βιτριολικό (προς δύο παλιούς πρωταγωνιστές, τον Σιν και τον Ανγκους Τζόουνς που συγκρούστηκαν με την παραγωγή –ο πρώτος λόγω των εξαρτήσεών του, ο δεύτερος λόγω της θρησκοληψίας του –και απομακρύνθηκαν), το φινάλε του «Two and a half men» (δεν θα αποκαλύψω τι συνέβη για να μη χαλάσω την έκπληξη σε εκείνους που σκοπεύουν να το παρακολουθήσουν) επιβεβαίωσε ότι οι δημιουργοί του Τσακ Λορ και Λι Αρονσον (που υπογράφουν και το «The Big Bang theory») κατέχουν όσο λίγοι τους κώδικες της καλής κωμωδίας. Και ότι την επιτυχία δεν την κάνουν τα ψηφιακά εφέ ούτε τα εντυπωσιακά σκηνικά. Ενα έξυπνο σενάριο, μερικοί ταλαντούχοι ηθοποιοί και ένα δωμάτιο ως (βασικό) σκηνικό είναι αρκετά.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



