Σήµερα πάµε βόλτα στο κέντρο της Αθήνας κάνοντας τρεις στάσεις. Για να γνωρίσουμε καλύτερα την πόλη. Ή μάλλον την πόλη που θα είχαμε αν τη νοιαζόμασταν περισσότερο. Πάρτε και τα παιδιά μαζί. Είναι και για εκείνα σημαντική η επαφή με το παρελθόν, για να μάθουν, να καταλάβουν, να σχεδιάσουν ένα πιο φιλικό για τα δικά τους παιδιά μέλλον.
Διασχίζουμε τις υποβαθμισμένες γειτονιές κάτω από την πλατεία Ομονοίας και σταματάμε στη Δημοτική Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων (Πειραιώς 51, πλατεία Κουμουνδούρου).
Στεγασμένη σε ένα κτίριο το οποίο στο παρελθόν υπήρξε βρεφοκομείο, επαναλειτουργεί για να φιλοξενήσει την έκθεση «Αθήνα –180 χρόνια πρωτεύουσα της Ελλάδας», με έργα καλλιτεχνών που αγάπησαν την πόλη και αποτύπωσαν εικαστικά στιγμές από την καθημερινή ζωή στους δρόμους της. Μέσα από πίνακες των Ιακωβίδη, Παρθένη, Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Γουναρόπουλου, Κόντογλου και πολλών άλλων η Αθήνα αποκτά ξανά τη λάμψη που της έχουν στερήσει οι τελευταίες καταστροφικές δεκαετίες. Ο φύλακας μιλάει με συγκίνηση για τους ηλικιωμένους που μεγάλωσαν στο βρεφοκομείο και έρχονται τώρα για να ξαναπερπατήσουν στους κοιτώνες που τους φιλοξένησαν.
Η διήγησή του ζωντανεύει σκηνές παιδικού παιχνιδιού στα ψηλοτάβανα δωμάτια, το κτίριο γεμίζει φως και φρέσκο αέρα, απολαμβάνει το ανακαινισμένο πρόσωπό του έπειτα από πολλά χρόνια εγκατάλειψης. Μακάρι να ανακαινιστούν και να βρουν νέες χρήσεις δεκάδες παρόμοια κτίρια που ρημάζουν, σκέφτομαι ενώ κατευθύνομαι προς το Θησείο.
Εκεί, στο νέο παράρτηµα του Μουσείου Ηρακλειδών (Αποστόλου Παύλου 37), παρουσιάζεται η έκθεση «Μεταμορφώσεις των Αθηνών –Φωτογραφικό οδοιπορικό 1839-1950». Πρόκειται για μια περιήγηση στην πρωτεύουσα της Ελλάδας όπως αυτή διαμορφωνόταν με το πέρασμα του χρόνου μέσα από σπανιότατο φωτογραφικό υλικό.
Παρατηρώ στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες την πόλη με τα κομψά κτίρια και τις υπό διαμόρφωση πλατείες και λεωφόρους και αναλογίζομαι την ευκαιρία που χάθηκε όταν αρχίσαμε να γκρεμίζουμε τα πάντα και να φτιάχνουμε άθλιες πολυκατοικίες. Αλλά η έκθεση που με έκανε περισσότερο από όλες να συνειδητοποιήσω τη χαμένη ευκαιρία ήταν εκείνη που φιλοξενείται στο Ιδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη (Βασιλίσσης Σοφίας 9 και Μέρλιν 1), στην τρίτη στάση της βόλτας μου: με τίτλο «Ελληνική Αναγέννηση: Η αρχιτεκτονική του Θεόφιλου Χάνσεν», περιλαμβάνει σχέδια του δανού αρχιτέκτονα που κατά την εννεαετή παραμονή του στην πόλη μας (1837-1846) «συνέθεσε την αρχιτεκτονική γλώσσα που χαρακτήρισε την Αθήνα του 19ου αιώνα». Εμπνευστής της «Αθηναϊκής Τριλογίας» (Πανεπιστήμιο, Ακαδημία, Βιβλιοθήκη), δημιουργός του Αστεροσκοπείου και σημαντικών αρχοντικών, ο Θεόφιλος Χάνσεν πρότεινε (μαζί με τον επίσης εξαιρετικό αρχιτέκτονα και αδελφό του Χριστιανό Χάνσεν) μια Αθήνα ιδανική, γεμάτη εμβληματικά κτίρια και κατοικίες μοναδικής κομψότητας. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μελέτες του για έργα που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ και τα οποία δίνουν ξεχωριστή λαμπρότητα στην πόλη που φαντάστηκε αλλά που εν τέλει (για διάφορους λόγους που δεν μας τιμούν ως έθνος) δεν μπόρεσε να χτίσει.
Βγαίνω έξω µε µια αίσθηση θλίψης, ο ήλιος όμως με περιμένει για να την παρηγορήσει. Αναλογίζομαι πως, όσες πληγές και αν ανοίξαμε σε αυτή την πόλη, ο γενναιόδωρος ήλιος της ήταν και είναι εδώ για να (προσπαθήσει να) τις γιατρέψει. Και για να συνοδέψει τα βήματά μου καθώς η βόλτα συνεχίζεται. Περπατώ στις γειτονιές με τα κάποτε κεραμοσκέπαστα σπίτια, με τους χωμάτινους δρόμους, με τους φουστανελοφόρους και τα ξυπόλυτα παιδιά, με τα κάρα και τα τραμ, με τον παγοπώλη, τον καρεκλά, το γαϊτανάκι… Σηκώνω το βλέμμα στον βράχο με τα σπαρμένα μάρμαρα. «Ταξιδεύω» στο παρελθόν και ελπίζω σε ένα μέλλον που θα σεβαστεί τη μνήμη και θα αξιοποιήσει τη γνώση, που θα παραδειγματιστεί από τα λάθη που έγιναν και δεν θα τα επαναλάβει, που θα σεβαστεί και θα αναδείξει ό,τι έχει διασωθεί. Σε ένα μέλλον αντάξιο της ιστορίας αυτής της τόσο ξεχωριστής αλλά και τόσο πληγωμένης πρωτεύουσας.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ