Ετοιμη ή όχι, η Βραζιλία έστρωσε το κόκκινο χαλί για τους φιλάθλους από όλον τον κόσμο. Οταν τελειώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο τον Ιούλιο, η χώρα θα ξεκινήσει τις προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλά καθώς η Βραζιλία βρίσκεται στο διεθνές προσκήνιο, δείχνει να καταστρέφει τις προοπτικές της για μελλοντική ανάπτυξη και ευημερία. Σε έναν κόσμο που διαρκώς καθίσταται πιο αλληλοεξαρτώμενος, η τεράστια χώρα των 190 εκατομμυρίων κατοίκων κινδυνεύει να μείνει πίσω.
Η Βραζιλία έγινε η έβδομη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, κάτι στο οποίο συνέβαλαν η ανάπτυξη στα εμπορεύσιμα αγαθά, μια δημογραφική άνθηση και η αύξηση της κατανάλωσης. Ωστόσο είναι 95η στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Αυτή η ανακολουθία μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από την 43η θέση στην «αλληλεξάρτηση» με όρους διακίνησης αγαθών, υπηρεσιών, χρημάτων, ανθρώπων, πληροφοριών και επικοινωνιών. Η απομόνωση από τα αποτελέσματα του διεθνούς ανταγωνισμού κρατάει τη Βραζιλία μακριά από την επιπλέον ώθηση που χρειάζεται, με σοβαρές συνέπειες στα νοικοκυριά, τα περισσότερα από τα οποία γνώρισαν μέτρια αύξηση των εισοδημάτων τους τα τελευταία χρόνια.
Πιστωτικές κάρτες με επιτόκιο 145%!


Ενώ η Βραζιλία μείωσε στο μισό το ποσοστό της φτώχειας από το 2003, οι απαγορευτικές τιμές των καταναλωτικών αγαθών και τα αστρονομικά επιτόκια στις πιστωτικές κάρτες (μέσος όρος 145%) εμποδίζουν όσους κατάφεραν να βγουν από τη φτώχεια να αποκτήσουν τον τρόπο ζωής της μεσαίας τάξης. Προκειμένου το μισό του ευάλωτου πληθυσμού να αναρριχηθεί στη μεσαία τάξη η Βραζιλία θα χρειαστεί ανάπτυξη του ΑΕΠ της τάξεως του 4,2%, κατά μέσο όρο, ως το 2030 –στόχος που μπορεί να επιτευχθεί τριπλασιάζοντας την παραγωγή. Αυτό μπορεί να είναι φιλόδοξος στόχος αλλά επιτεύξιμος, ειδικά αν η Βραζιλία εμπλακεί περισσότερο στις διεθνείς αγορές και στα πολυεθνικά δίκτυα παραγωγής.
Στην πραγματικότητα, μια εκτίμηση για το πώς τα δίκτυα επηρεάζουν την ανάπτυξη της οικονομίας αποδεικνύει ότι με το να επιχειρήσει μεγαλύτερη συμμετοχή στον κόσμο η Βραζιλία θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ της κατά 1,25%. Αυτό θα έδινε ώθηση στην οικονομία. Καθώς η παγκόσμια αλληλεξάρτηση αλλάζει, είναι κατάλληλη η ώρα να διεκδικήσει η Βραζιλία το μερίδιο που της αξίζει στις αγορές και να δημιουργήσει σημαντικές συνεργασίες.
Θα μπορούσε επίσης να αποκομίσει τα κέρδη του παγκόσμιου ανταγωνισμού, υποχρεώνοντας τις τοπικές επιχειρήσεις να επιτύχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα επενδύοντας στην έρευνα και στην ανάπτυξη ή υιοθετώντας τελευταίες τεχνολογίες. Επί δεκαετίες η οικονομική πολιτική της Βραζιλίας βασιζόταν στην τεράστια εσωτερική αγορά της ενώ προστάτευε τις τοπικές βιομηχανίες μέσω ενός περίπλοκου συστήματος επιχορηγήσεων και φορολόγησης. Αλλά οι εξαγωγές αναλογούν μόλις στο 13% του ΑΕΠ, πολύ χαμηλότερα από την Ινδία (24%) ή το Μεξικό (33%).
Βραζιλιάνος που πέτυχε στο Σαν Φρανσίσκο


Παρά τις προσπάθειες απελευθέρωσης του εμπορίου, οι μεταρρυθμίσεις ήταν άνισες. Στην υπερβολικά προστατευμένη βιομηχανία αυτοκινήτων, οι υψηλοί δασμοί εισαγωγής ενθάρρυναν τις ξένες βιομηχανίες να ιδρύουν εργοστάσια στη Βραζιλία. Αλλά η παραγωγή τους παραμένει χαμηλή.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις επιτυχίες της Βραζιλίας στην ανάπτυξη της πρωτοποριακής και ανταγωνιστικής αεροδιαστημικής βιομηχανίας και του αγροτικού τομέα. Η βασική διαφορά είναι ότι η κυβέρνηση ενθάρρυνε την έρευνα και την ανάπτυξη σε αυτούς τους τομείς, προτού μειώσει τον άμεσο ρόλο της.
Η Βραζιλία έχει επίσης μείνει πίσω στις επικοινωνίες, κυρίως επειδή ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Αν βελτιωθεί αυτό, θα έχει νέες ευκαιρίες να βελτιώσει την παραγωγή και την καινοτομία. Υπάρχει άραγε ιδανικότερη χώρα από τη Βραζιλία, με τη μεγάλη και αυξανόμενη αγορά της, για να εμφανιστεί το επόμενο Facebook; Σκεφθείτε αυτό: ο ιδρυτής του Instagram Μάικ Κρίγκερ είναι ένας Βραζιλιάνος που αναζήτησε την τύχη του στο Σαν Φρανσίσκο. Το Παγκόσμιο Κύπελλο φέρνει τον κόσμο στη Βραζιλία. Από τη Βραζιλία εξαρτάται το να τον προσκαλέσει να μείνει.
* Ο κ. Matt Slaughter είναι καθηγητής Management στο Tuck School of Business στο Ντάρτμουθ και η κυρία Jaana Remes είναι συνεργάτις του McKinsey Global Institute.

HeliosPlus