Επεκτείνεται το φαινόμενο του ντόμινο στις αναδυόμενες αγορές, καθώς οι επενδυτές αποσύρουν κεφάλαια με ταχύ ρυθμό και οι πωλήσεις των νομισμάτων τους είναι οι μεγαλύτερες της τελευταίας πενταετίας. Υπολογίζεται ότι συνολικά πάνω από 15 δισ. δολάρια έφυγαν εφέτος από διάφορα επενδυτικά θεσμικά χαρτοφυλάκια που τοποθετούνται στις αγορές αυτές, ενώ οι εκροές, σύμφωνα με εκτιμήσεις διαχειριστών κεφαλαίων, θα επιταχυνθούν από τους επενδυτές λιανικής και τα συνταξιοδοτικά ταμεία.

Η αξία των μετοχών του παγκόσμιου δείκτη αναδυομένων αγορών της MSCI σημειώνει τις μεγαλύτερες απώλειες από το 2008 χάνοντας 500 δισ. δολάρια τον Ιανουάριο, ενώ οι απώλειες στα νομίσματα των ευάλωτων χωρών φθάνουν ως και το 18% αντίστοιχα. «Υπήρχε πολύ κερδοσκοπικό χρήμα στις αναδυόμενες αγορές και το πάρτι φαίνεται προς το παρόν τουλάχιστον πως έχει τελειώσει» ανέφεραν ορισμένοι διαχειριστές κεφαλαίων.
Τα ελληνικά ομόλογα


Η αναταραχή στις αναδυόμενες αγορές δεν ευνοεί και την αποκλιμάκωση των αποδόσεων των δεκαετών ελληνικών ομολόγων, που βρέθηκαν κοντά στα υψηλά του έτους, καθώς η χώρα μας θεωρείται από τις πιο ευάλωτες στον κίνδυνο μετάδοσης της κρίσης των αναδυόμενων αγορών. Αντανακλά επίσης και τη χαμηλή ρευστότητα της εγχώριας αγοράς, την ώρα που το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών τίτλων σε ελεύθερη διασπορά βρίσκεται στην κατοχή ξένων hedge funds, με αποτέλεσμα οι τιμές τους να είναι πιο ευάλωτες στις μεταβολές του επενδυτικού κλίματος των αναδυόμενων αγορών στις οποίες τα κεφάλαια αυτά τοποθετούνται αναζητώντας ευκαιρίες υψηλών αποδόσεων.
Η στάση της Fed και οι πιέσεις


Η απόσυρση κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές έπληξε ιδιαίτερα τις ευάλωτες οικονομίες με ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, καθώς και αυτές που αντιμετωπίζουν πολιτικά προβλήματα. Το γεγονός αναδεικνύει την έκταση των επιπτώσεων από τον περιορισμό των μέτρων νομισματικής στήριξης της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Fed), η οποία εντείνεται από την αυξανόμενη πολιτική και οικονομική αστάθεια σε αρκετές αναδυόμενες αγορές.

«Καθώς η Fed θα συνεχίσει το tapering
(σ.σ.: τη διακοπή του προγράμματος νομισματικής χαλάρωσης) την επόμενη περίοδο, δεν υπάρχουν αμφιβολίες ότι οι αναδυόμενες αγορές θα δεχθούν βραχυπρόθεσμες πιέσεις» ανέφεραν αναλυτές της αγοράς, θεωρώντας πως «αυτό που παρατηρούμε τώρα είναι μία παγκόσμια ανατίμηση του κινδύνου».
Ορισμένοι αναλυτές προέβλεπαν ότι η Fed θα επηρεαζόταν από την αναταραχή στις αναδυόμενες, αποφασίζοντας αναβολή του tapering. Τελικά, όμως, διαψεύστηκαν καθώς η απόφασή της αντανακλά την αποφασιστικότητά της να διακόψει ολοκληρωτικά το πρόγραμμα χαλάρωσης το 2014.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Credit Suisse, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, που ανακοίνωσε νέα μείωση του προγράμματος αγορών ομολόγων κατά 10 δισ. δολάρια τις προηγούμενες ημέρες στη συνεδρίαση στις 28-29 Οκτωβρίου του 2014, θα έχει ολοκληρώσει στο σύνολό του το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Η νέα μείωση του προγράμματος δείχνει επίσης ότι η Fed συνεχίζει να αναμένει ισχυρή ανάπτυξη το 2014, ανέφεραν οι αναλυτές, ενώ η απόφαση σημαίνει ότι ο σημερινός αμερικανός κεντρικός τραπεζίτης Μπεν Μπερνάνκι παραδίδει τα ηνία στη διάδοχό του Τζάνετ Γέλεν σε περιβάλλον σχετικής ηρεμίας, μετά από οκτώ ταραχώδη χρόνια, κατά τα οποία πάλεψε με επιτυχία με τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Υφεση.
Ελεύθερη πτώση των νομισμάτων


Ενας δείκτης 20 νομισμάτων αναδυόμενων αγορών, που παρακολουθεί το Bloomberg, υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο 2009. Η τουρκική λίρα βυθίστηκε, ενώ το ουκρανικό νόμισμα υποχώρησε σε χαμηλό τετραετίας και το ραντ της Νότιας Αφρικής εξασθένησε σε νέο χαμηλό επτά ετών.
Η Αργεντινή υποτίμησε το πέσο, μειώνοντας τη στήριξη στις αγορές συναλλάγματος και αφήνοντάς το να υποχωρήσει με τη μεγαλύτερη ένταση τα τελευταία 12 χρόνια σε ένα χωρίς προηγούμενο χαμηλό επίπεδο. Αναλυτές ανέφεραν πως το Μπουένος Αϊρες ίσως είναι το πρώτο θύμα της έλλειψης δολαρίων που επέρχεται, καθώς η Federal Reserve μειώνει τις εξαγορές ομολόγων και ανατρέπει την πλημμυρίδα δολαρίων η οποία έρρεε στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Ετσι, αναπτυσσόμενες οικονομίες με ελλείμματα συναλλαγών θα δυσκολευθούν να καλύψουν την έλλειψη δολαρίων. Πριν από λίγες ημέρες, μέσα σε ένα 24ωρο υπήρξε θεαματική αύξηση των επιτοκίων από την Τουρκία και μικρότερες αυξήσεις στην Ινδία, στη Βραζιλία και στη Νότια Αφρική, σε μια απέλπιδα προσπάθεια των τριών χωρών να στηρίξουν τα νομίσματά τους καθώς οι επενδυτές τρέπονται σε μαζική φυγή.
Πλήγμα για την ανάπτυξη


Παράλληλα, ενώ οι πολιτικοί κίνδυνοι στην Ουκρανία, στην Τουρκία και στην Ταϊλάνδη, καθώς και η προβάλλουσα οικονομική κρίση στην Αργεντινή, επιτείνουν το πρόβλημα των αναδυόμενων αγορών, η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα και η Νότια Αφρική, που ήταν οι μηχανές της παγκόσμιας ανάπτυξης μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, τώρα αποτελούν απειλή για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για το 2014 η μέση εκτίμηση των οικονομολόγων των διεθνών επενδυτικών τραπεζών αλλά και των διεθνών οργανισμών είναι ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιταχυνθεί, απόρροια όμως της καλής εικόνας των ανεπτυγμένων αγορών που θα αντισταθμίσει τη μείωση των ρυθμών ανάπτυξης των αναδυομένων οικονομιών.

Τα υψηλά επιτόκια απειλούν την ανάπτυξη στην Τουρκία
Είναι αμφισβητήσιμο εάν η κεντρική τράπεζα μπορεί να διατηρήσει μια τέτοια επιθετική περιοριστική πολιτική για τη στήριξη της τουρκικής λίρας
Μπορεί η απόφαση της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας για τη θεαματική αύξηση των επιτοκίων να αποτελεί ένα αποφασιστικό βήμα για τη στήριξη της τουρκικής λίρας, ωστόσο, σύμφωνα με τους αναλυτές, σε καμία περίπτωση δεν σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της αναταραχής στις αναδυόμενες αγορές.
Η κεντρική τράπεζα αύξησε το επιτόκιο μιας ημέρας στο 12% από 7,75% για να αναχαιτίσει τις έντονες πιέσεις που δέχεται η τουρκική λίρα. Το επιτόκιο διάρκειας μιας εβδομάδας ανήλθε στο 10% από 4,5%. Το συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας προχώρησε στην αύξηση παρά τις αντιρρήσεις του τούρκου πρωθυπουργού Tαγίπ Ερντογάν, που βλέπει τώρα τα υψηλά επιτόκια να απειλούν τον ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και το βιοτικό επίπεδο του μέσου νοικοκυριού. Ο Tαγίπ Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει ως «λόμπι των επιτοκίων» όσους επιθυμούν την αύξησή τους, ισχυριζόμενος ότι σκοπεύουν να φρενάρουν την ανάπτυξη και να υποσκάψουν την οικονομία.
Η αύξηση των επιτοκίων σηματοδοτεί την αλλαγή νομισματικής πολιτικής από την κεντρική τράπεζα, που μέχρι πρότινος στήριζε την τουρκική λίρα «καίγοντας» τα αποθέματά της. Η εξαιρετικά επιθετική φύση της αύξησης των επιτοκίων είναι δίκοπο μαχαίρι, ανέφεραν οι αναλυτές, σημειώνοντας πως είναι αμφισβητήσιμο εάν η τουρκική κεντρική τράπεζα μπορεί να διατηρήσει μια τέτοια επιθετική περιοριστική πολιτική εν όψει της επιβράδυνσης της ανάπτυξης και των δύο εκλογικών αναμετρήσεων αργότερα φέτος.
Ενώ στην αρχή οι traders σοκαρίστηκαν από το εύρος της αύξησης των επιτοκίων, που ξεπέρασε κάθε εκτίμηση, στη συνέχεια ο αντίκτυπος ήταν βραχύβιος για την ισοτιμία της τουρκικής λίρας ως προς το δολάριο. Αυτό δείχνει έλλειψη εμπιστοσύνης στο ότι η κεντρική τράπεζα θα επιμείνει στην πολιτική των υψηλότερων επιτοκίων, συνεχίζοντας τη μάχη με τις αγορές, παρότι τα υψηλότερα επιτόκια θα στοιχίσουν στην οικονομία πλήττοντας τον υπερχρεωμένο ιδιωτικό τομέα.
Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις στην Τουρκία συσσωρεύουν δολάρια υπό τον φόβο ότι η λίρα θα πληγεί από ένα νέο κύμα πωλήσεων στις αναδυόμενες αγορές. Ετσι, το μεγαλύτερο μέρος των κερδών του τουρκικού νομίσματος μετά την αύξηση των επιτοκίων έχει εξανεμιστεί. Η ισοτιμία έναντι του δολαρίου έχει επιστρέψει κοντά στο επίπεδο που ήταν πριντ από την αύξηση των επιτοκίων, στα 2,27 δολάρια.

Καμπανάκι για αναταραχή από το «κινεζικό ζήτημα»
Προβληματίζει τους αναλυτές το σκιώδες τραπεζικό σύστημα τοκογλύφων που λειτουργεί παράλληλα με το επίσημο της χώρας
Μπορεί το πρόσφατο sell-off (ξεπούλημα) των τοπικών νομισμάτων στις αναδυόμενες να διέσπειρε φόβους για διάδοση του φαινομένου και προς τις ανεπτυγμένες αγορές, ωστόσο, όπως παρατηρεί η Goldman Sachs, συνήθως ό,τι συμβαίνει στις αναδυόμενες αγορές μένει εκεί.
Αυτό τουλάχιστον διδάσκει η Ιστορία. Οπως προκύπτει από την προηγούμενη χρηματοοικονομική κρίση στην Ασία και την ευρύτερη κρίση των αναδυομένων στα τέλη του 1990, οι ανεπτυγμένες οικονομίες δεν επηρεάστηκαν, καθώς για να συμβεί αυτό θα πρέπει να καταρρεύσει η ζήτηση στις αναδυόμενες.
Δάνεια ύψους 2,9 τρισ. δολαρίων

Για ορισμένους αναλυτές επίσης, το μεγάλο πρόβλημα για τις αναδυόμενες αγορές δεν πηγάζει από την αστάθεια σε χώρες όπως η Τουρκία ή η Αργεντινή, αλλά από βαθύτερα προβλήματα, όπως αυτό στην Κίνα. Προειδοποιούν μάλιστα πως το κινεζικό ζήτημα θα μπορούσε να σημάνει μια μεγαλύτερη αναταραχή από την τρέχουσα. Οι ανησυχίες τους περιστρέφονται γύρω από το σκιώδες τραπεζικό σύστημα της χώρας, το οποίο έχει δανειστεί από εταιρείες trust και άλλα επενδυτικά σχήματα το ποσό-ρεκόρ των 2,9 τρισ. δολαρίων, το οποίο αντιστοιχεί στο 30% του συνόλου των δανείων για το 2013. Πρόκειται για ένα ανεπίσημο τραπεζικό σύστημα τοκογλύφων που λειτουργεί παράλληλα με το επίσημο.
Παρά την εντονότερη ζήτηση από τις ανεπτυγμένες οικονομίες, οι αναδυόμενες αγορές αντιμετωπίζουν δυσκολία στη διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής. Τίθενται σοβαρά εμπόδια από την αύξηση των επιτοκίων, την υποτίμηση των νομισμάτων, τα υψηλά επίπεδα χρέους των νοικοκυριών και, για παράδειγμα στην Κίνα, έναν εξασθενημένο χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Εκροές κεφαλαίων

Η έλλειψη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των εξαγωγών πάει σε άλλες αναδυόμενες αγορές συνιστούν ανασχετικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, οι μισές εξαγωγές της Κίνας κατευθύνονται προς άλλες αναδυόμενες αγορές. Οι εκροές κεφαλαίου που συνεχίζονται και οι πολιτικοί κίνδυνοι φυσικά δεν συμβάλλουν σε αυτήν τη φάση στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
Πάντως μια ευρύτερη κρίση στις αναδυόμενες αγορές σήμερα θα είχε μεγαλύτερες επιπτώσεις για την παγκόσμια ανάπτυξη, με δεδομένο ότι αυτές οι χώρες αντιστοιχούν πλέον σχεδόν στο 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ, 18% μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που ίσχυε πριν από δύο δεκαετίες. Παράλληλα, λειτούργησαν ως ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας το 2008 όταν η Δύση δοκιμάστηκε από τη χρηματοπιστωτική κρίση και την ύφεση που ακολούθησε, ενώ η Ευρώπη χτυπήθηκε από την κρίση χρέους.
Η μεγαλύτερη ανησυχία είναι εάν θα διαρκέσει η κρίση, κάτι που θα πρόσθετε νέες προκλήσεις σε έναν κόσμο που παραμένει εύθραυστος.
Ο αντίκτυπος μπορεί να περιοριστεί
Οι πλούσιες χώρες έχουν καταφέρει να αποφύγουν τη μετάδοση της κρίσης στο παρελθόν. Οταν η Ασία δοκιμάστηκε τη δεκαετία του ’90, η ανάπτυξη στις ΗΠΑ ξεπέρασε το 4% το 1997 και το 1998, ενώ η ανάπτυξη στην ευρωζώνη ενισχύθηκε με ρυθμό άνω του 2,5% καθεμία από τις δύο χρονιές. Αυτό σημαίνει ότι ο αντίκτυπος μπορεί να περιοριστεί στις χώρες με υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πολιτική αναταραχή ή εξάρτηση από τα εμπορεύματα. Βραζιλία, Ινδονησία, Ινδία, Τουρκία, Ουκρανία και Νότια Αφρική είναι μεταξύ των χωρών που συγκεντρώνουν ορισμένα από αυτά ή όλα τα χαρακτηριστικά.
Η Αργεντινή επίσης εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, ενώ άρχισε την υποτίμηση του νομίσματός της στις 22 Ιανουαρίου, σε μια προσπάθεια να τερματίσει τη χρηματοοικονομική κρίση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ