Κάπως αναπάντεχα έκανε πέρυσι ο Τάκης Ζαχαράτος μία από τις επιτυχίες της χρονιάς στο Θέατρο Αλίκη. Το σόου «I am what I am» έκοψε πάνω από 50.000 εισιτήρια, γι’ αυτό και επιστρέφει, ανανεωμένο, με καινούργιες μεταμορφώσεις και φρεσκαρισμένα κείμενα. Οχι ακριβώς στον τόπο του εγκλήματος, αλλά πολύ κοντά, στο Θέατρο Παλλάς. Ο Τάκης Ζαχαράτος, ένας σόουμαν που ξέρει να χορεύει, να τραγουδά και να μιμείται, μίλησε στο BHmagazino για τη σχέση του με την επιτυχία, τα τερτίπια των ελλήνων πολιτικών, αλλά και για τις μελλοντικές του μιμήσεις.
Κύριε Ζαχαράτε, πού αποδίδετε την επιτυχία μιας παράστασης; «Ξέρετε, δεν μου αρέσει η έπαρση, και γι’ αυτό συνήθως μια επιτυχία την αποδίδω σε οτιδήποτε άλλο πέραν της δικής μου παρουσίας. Είμαι επίσης τόσο απορροφημένος από ό,τι κάνω, που μερικές φορές ούτε καν το χειροκρότημα ακούω –μπορεί το σουξέ να το καταλάβω ετεροχρονισμένα».
Ποιον κίνδυνο που ενέχει το λεγόμενο «σουξέ» προσπαθείτε να αποφύγετε; «Προσπαθώ να μη χάνω τον εαυτό μου. Η καλή πορεία μιας παράστασης είναι πάρα πολύ ευχάριστη, αλλά κρατάει για μερικούς μήνες. Ωραίο είναι να αναγνωρίζει ο κόσμος την προσπάθειά σου, αλλά όχι το σημαντικότερο. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι να ωριμάζεις και να εξελίσσεσαι στη δουλειά σου. Προσωπικά, όταν τελειώνει μια δουλειά, προγραμματίζω ήδη το επόμενο βήμα, δεν κάθομαι να κάνω απολογισμό, αυτά γίνονται εκ των υστέρων. Είναι σαν να βρίσκομαι σε ένα ποτάμι. Δεν το βλέπω από την όχθη να κυλάει, κυλάω κι εγώ μαζί του».
Την ίδια νηφάλια στάση διατηρείτε και απέναντι στην αποτυχία; «Κοιτάξτε, η αποτυχία είναι πιο χρήσιμη από την επιτυχία. Αλίμονο αν δεν περάσουμε από όλα τα στάδια. Αφήστε δε που οι πολλοί έπαινοι μπορεί και να σε καταστρέψουν. Εχω δει ανθρώπους που θαυμάζω, ανθρώπους ταλαντούχους, εξαιρετικούς, να δηλώνουν πράγματα για τον εαυτό τους σαν να μιλάνε για κάποιον άλλον. Είναι τρομακτικό αυτό».
Πώς ορίζετε αυτά που προαναφέρατε ως εξέλιξη και ωριμότητα; «Ως καλλιτέχνης, ακούω, απορροφώ καλύτερα, κάνω πιο άρτιο “μοντάζ”, σκηνοθετώ με περισσότερη σιγουριά, γράφω τα κείμενα, ασχολούμαι με τα κοστούμια, έχω μια πιο πλήρη εποπτεία του θεάματος, μια συνολικότερη εικόνα. Στη ζωή μου χαίρομαι όταν βλέπω ότι αδιαφορώ και δεν με αγγίζουν τα επουσιώδη, τα ίδια που μπορεί παλαιότερα να με πλήγωναν. Επίσης, νιώθω καλά με τον εαυτό μου όταν βρίσκω την ψυχραιμία να βάλω τα πράγματα στη θέση τους με μια φαρμακερή ατάκα, χωρίς να ασχοληθώ περαιτέρω».
Ενας καλλιτέχνης που αναγκαστικά φλερτάρει με την υπερβολή σε τι βρίσκει ισορροπία; «Ο διαλογισμός και η γυμναστική με βοηθάνε πολύ, χαλαρώνω και έρχομαι σε επαφή με το ποιος είμαι. Νιώθω πολύτιμες τις στιγμές που περνάω μόνος. Είναι θεραπευτικό, σχεδόν ιερό πράγμα, μετά την ένταση, τη μουσική, τα φώτα, να γυρίζω σπίτι μου και να μαγειρεύω, για παράδειγμα. Με ξεκουράζει. Μου είναι απαραίτητο».
Δεν σας φοβίζει αυτή η μοναξιά; Η στιγμή που σβήνουν τα φώτα δεν σας προκαλεί και λίγη ανασφάλεια; «Εχω πάρα πολλούς φίλους που δεν με αφήνουν να αισθανθώ μοναξιά. Επίσης, αν σταματήσω αυτή τη δουλειά, κάτι άλλο θα βρω να κάνω, είναι οικογενειακό μας χαρακτηριστικό αυτό, δεν καθόμαστε εύκολα ήσυχοι. Αυτό που αναφέρετε για τη μοναξιά του καλλιτέχνη, για τη στιγμή που σβήνουν τα φώτα, δεν ξέρω αν το πολυπιστεύω. Δεν μπορείς να είσαι και στο σπίτι με την παγέτα, τα φτερά και τα ζίλια. Αυτό θα ήταν προβληματικό».
Το «I am what I am» περιελάμβανε και ένα σκέλος με πολιτικό σχολιασμό. Δεν φοβηθήκατε ότι μπορεί να αποξένωνε μέρος του κοινού σας; «Θεωρώ ότι οι πολιτικές αναφορές είναι σήμερα απαραίτητες. Οι πολιτικοί είναι οι σουπερστάρ της εποχής μας. Αναγκαστικά πρέπει να υπάρχει στο σόου πολιτική σάτιρα. Δεν νομίζω ότι ξαφνιάστηκε ή ενοχλήθηκε κανείς, δεδομένου ότι το όχημα για να γίνει ο σχολιασμός ήταν η Μύριαμ Απλού, γνωστή περσόνα, και όλα έγιναν με τη δική μου ματιά, τη δική μου σφραγίδα. Δεν βγήκα να πω στο κοινό τι να ψηφίσει, αυτό το θεωρώ απαράδεκτο. Αλλά δεν μπορείς να μην αναφερθείς στον Λιάπη, σχεδόν σε αναγκάζει με τη συμπεριφορά του».
Σας κούρασαν ποτέ οι φίλοι σας ζητώντας σας συνεχώς να κάνετε μιμήσεις; «Οταν ξεκίνησα, περισσότερο τους ενοχλούσα εγώ, για να δοκιμάζω τις μιμήσεις, παρά εκείνοι. Ούτε τώρα μου το ζητάνε, μόνο αν το φέρει κάπως η κουβέντα. Εχω και κολλητό φίλο που ίσως να μην έχει δει ούτε μία παράστασή μου, δεν τον αφορά. Το βρίσκω κάπως τιμητικό αυτό. Αντίστοιχα, με συγκινεί όταν πηγαίνω στην τράπεζα να βλέπω θλιμμένα πρόσωπα που σκάνε ένα χαμόγελο μόλις αντιληφθούν την παρουσία μου. Μου λένε “κάνε μας τον Τόλη Βοσκόπουλο”, θα το κάνω. Μου λέτε μετά γιατί να ασχοληθώ με τους πολιτικούς… Νομίζω ότι κάνουμε το αντίθετο πράγμα, εγώ χαρίζω χαρά στον κόσμο, εκείνοι τους πικραίνουν. Ούτως ή άλλως, δεν θα ήθελα να χάσω την επαφή μου με τις ρίζες μου, με τον Τάκη τον κομμωτή που ήρθε από την Πάτρα στην Αθήνα. Πριν από μερικές ημέρες είχα μια φωτογράφιση και, επειδή ήμουν κουρασμένος, πηγαίνοντας μου βγήκε μια τρομερή γκρίνια. Είπα στον εαυτό μου: “Θυμάσαι τότε που ξεφύλλιζες τα περιοδικά και έλεγες αυτό θέλω να γίνω κι εγώ; Ε, μην παραπονιέσαι τώρα”. Συνήλθα αμέσως και πολύ το χάρηκα».
Υπάρχει στην πορεία σας κάποια μεγάλη χαμένη ευκαιρία; «Ισως θα μπορούσα να χαρακτηρίσω έτσι το σόου στο Mega. Μου δόθηκε πράγματι μια μεγάλη ευκαιρία, την οποία δεν αξιοποίησα όπως θα έπρεπε. Σήμερα μπορεί να το έκανα πολύ καλύτερα, επειδή έχω ωριμάσει πλέον και έχω μια πιο ολοκληρωμένη άποψη για τα πράγματα».
Τι πήγε στραβά; Δεχτήκατε συμβουλές από τους λάθος ανθρώπους; «Κοιτάξτε, δεν πήγα στο Mega να κάνω τον μάγκα. Εγώ γνωρίζω να στήνω καλά ένα live και γι’ αυτό εμπιστεύτηκα ανθρώπους που ήξεραν την τηλεόραση ως μέσο. Προφανώς ούτε αυτοί κατάλαβαν εμένα ούτε εγώ εκείνους, και κάτι δεν λειτούργησε στην επικοινωνία μας. Ηταν να γίνουν 20 επεισόδια και έγιναν 11. Ηταν πολύ θετική εμπειρία, διότι δοκιμάστηκα και έμαθα πολλά. Ισως θα έπρεπε να είχε γίνει ζωντανή εκπομπή. Εχει άλλη ενέργεια το ζωντανό, άλλη κάψα. Οταν μου πουν “ξανακάν’ το γιατί το χάσαμε”, πάει, το χάνω εγώ μετά».
Στη δισκογραφία θα επιστρέφατε; «Με τραγούδια όπως αυτά που γράφουν για τις εμφανίσεις μου ο Γιάννης Ξανθούλης, ένας μάγος, ένας σπουδαίος άνθρωπος, και ο ταλαντούχος Γιάννης Χριστοδουλόπουλος, ναι, θα το έκανα. Εννοώ χιουμοριστικά τραγούδια, ή τραγούδια που να αφηγούνται μια ιστορία. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα θεατρικά τραγούδια. Υπάρχει, όμως, και ένα ωραίο ζεϊμπέκικο που έγραψαν ο Ανδρέας Λάμπρου και η Ναταλία Γερμανού και ηχογράφησα το 2005, λέγεται “Τρένα”. Ωραία τραγούδια υπάρχουν και στο πρώτο μου άλμπουμ, το “Eγκλημα καρδιάς”, ίσως θα έπρεπε να κάνω μια παράσταση με αυτά τα κομμάτια. Το σκέφτομαι σοβαρά αυτό τελευταία».
Υπάρχει κάποια φωνή που, όσο και αν προσπαθήσατε, δεν καταφέρατε να μιμηθείτε; «Αν μου καρφωθεί κάτι στο μυαλό, νομίζω ότι στο τέλος τα καταφέρνω. Για παράδειγμα, ο Στράτος Διονυσίου, ενώ έκανα πολλές προσπάθειες, μου βγήκε τελικά κατά λάθος σε κάποιες πρόβες. Μου έδωσε ο μαέστρος έναν λάθος τόνο, άκουσα τη φωνή που βγήκε και κατάλαβα ότι τραγουδούσα σαν τον Διονυσίου. Θα ήθελα πολύ να κάνω την Κάλλας, την Αλεξίου, τον Μητροπάνο… Τον μιμείται ένας φίλος μου τέλεια και σκάω από τη ζήλια».
Με ποια γνωστά πρόσωπα της νεότερης γενιάς πιστεύετε ότι μάλλον θα ασχοληθείτε σε λίγα χρόνια; «Πιστεύω πολύ στην Ελεωνόρα Ζουγανέλη και στη Νατάσσα Μποφίλιου, πρόκειται για εξαιρετικές τραγουδίστριες και νομίζω ότι αυτές οι δύο θα έχουν διάρκεια και θα αφήσουν ένα ξεχωριστό στίγμα που θα μου επιτρέψει να τις μιμηθώ στο μέλλον. Οφείλω, ωστόσο, να ομολογήσω ότι έχω ιδιαίτερη αδυναμία στη Δούκισσα Νομικού. Μου θυμίζει την Αλίκη, εννοώ στο πόσο αξιαγάπητη είναι. Δεν μπορείς να μην την ερωτευτείς, κάθε μητέρα θα την ήθελε για κόρη της, είναι πανέμορφη και ταλαντούχα. Προβλέπω μακρά πορεία για αυτό το κορίτσι».
Σας αποθάρρυνε ποτέ ο σεβασμός για ένα πρόσωπο από την προσπάθεια να το παριστάνετε επάνω στη σκηνή; «Ολους με μεγάλο σεβασμό τούς προσεγγίζω, πρέπει να βρω κάτι κοινό με τον άλλον για να τον μιμηθώ. Αισθάνομαι σαν να γίνομαι ο ίδιος άσπρο χαρτί, να ζωγραφίζω επάνω μου το πρόσωπο του άλλου και να του δίνω ζωή. Θυμάμαι όταν ήμουν πολύ μικρός, πήγαινα με τη γιαγιά μου στην πλατεία Μαρούδα να δούμε Θέατρο Σκιών. Το έσκαγα από τη θέση μου και τρύπωνα πίσω από το πανί του καραγκιοζοπαίχτη για να δω τι κρυβόταν εκεί, δεν μ’ ενδιέφερε να είμαι απλώς θεατής, νομίζω ότι με κάποιον τρόπο ήθελα να κινώ και εγώ τα νήματα. Η γιαγιά μου με έψαχνε, νόμιζε ότι είχα χαθεί».
Ετοιμάζετε κάποια έκπληξη για τη σκηνή του Παλλάς; «Θα εμφανιστεί η Μελίνα Μερκούρη επάνω στη σκηνή για να μιλήσει για την Ελλάδα τού τώρα. Εχω να εμφανιστώ ως Μελίνα επί σκηνής σχεδόν 20 χρόνια. Ενα πολύ ωραίο κείμενο του συνεργάτη μου Πάνου Εξαρχου, συγκινητικό και με πολύ χιούμορ, μου έδωσε την αφορμή να το ξανακάνω».
*«Ι am what I am»: Παλλάς (Βουκουρεστίου 5), 29/1-2/2.
**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014
**Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



