Ο άγγλος συγγραφέας Νικ Πέιν έχει δηλώσει πως η θεωρία που τον επηρέασε όσον αφορά τους «Αστερισμούς» είναι αυτή των κβαντικών διακλαδώσεων. «Δεν πρόκειται για κάτι ακατανόητο» εξηγεί στο πρόγραμμα της παράστασης ο Χρήστος Λάσκος, φυσικός. «Σημαίνει απλά πως κάθε φορά που ένα σωμάτιο, ένα σώμα –ή και ένα νοήμον υποκείμενο με “ελεύθερη βούληση” –βρίσκεται μπροστά σε ένα “δίλημμα” σχετικά με το τι θα ακολουθήσει, στην πραγματικότητα ακολουθεί όλες τις επιλογές. Στη διχάλα που με οδηγεί δεξιά ή αριστερά δεν επιλέγω το ένα ή το άλλο, αλλά πηγαίνω και δεξιά και αριστερά. Η μονοσήμαντη επιλογή συνιστά ψευδαίσθηση».
Την ενδιαφέρουσα αυτή «απειροσειρά επιλογών» επιδιώκει να παρουσιάσει επί σκηνής ο Πέιν χρησιμοποιώντας ως «πειραματόζωα» έναν άνδρα και μια γυναίκα, έναν μελισσοκόμο και μια κοσμολόγο, ή αλλιώς τον Ρόλαντ και τη Μάριαν. Πώς θα διαβαζόταν η ζωή τους μέσα από το πρίσμα της κβαντομηχανικής; Αν το βάλουμε κάτω, σύμφωνα με τον συγγραφέα, κάθε στάδιο της σχέσης τους θα εμφάνιζε πέντε ή έξι πιθανές παραλλαγές. Εχουμε και λέμε: Α) Γνωριμία: συναντιούνται μια βροχερή ημέρα σε ένα μπάρμπεκιου, όπου α) δεν τα βρίσκουν, επειδή αυτός είναι ήδη δεσμευμένος ή παντρεμένος, β) δεν τα βρίσκουν, επειδή αυτός πενθεί, γ) τα βρίσκουν, καθώς αυτός της αφηγείται διασκεδαστικές ιστορίες με μέλισσες και κηρήθρες, ενώ αυτή εξομολογείται το πάθος της για το μέλι, κ.ο.κ. Β) Σεξ: το πρώτο βράδυ που πάει σπίτι της α) φεύγει και την αφήνει σύξυλη, β) τον διώχνει εκείνη πρώτη, τουλάχιστον προσωρινά, επειδή είναι άρρωστη η μητέρα της και έχει πολλά στο μυαλό της, γ) έχουν μεθύσει λίγο και τα πράγματα εκτυλίσσονται καλύτερα, δ) έχουν μεθύσει πιο πολύ κι αυτή του εξηγεί πώς λειτουργεί το κβαντικό πολυσύμπαν, ε) δεν έχουν μεθύσει καθόλου και του δίνει ένα σλίπινγκ μπαγκ για να κοιμηθεί στο πάτωμα.
Στο ίδιο μοτίβο συνεχίζεται όλο το υπόλοιπο έργο: μίνι, αστραπιαία σχεδόν, επεισόδια, χωρισμένα σε γκρουπάκια-θεματικές ενότητες. Ερωτας, απιστία, χωρισμός, επανασύνδεση, ό,τι βιώνει ένα ζευγάρι από την πρώτη ματιά ώσπου να τους χωρίσει ο θάνατος (εδώ με τη μορφή καρκίνου). Τα σενάρια πολλαπλά κι όμως κανένα τους πραγματικά ευρηματικό. Τόσες γοητευτικές επιστημονικές θεωρίες –των Διακλαδώσεων, των Χορδών, της Σχετικότητας -, τόσες αναφορές στα alter ego μας, τους απειράριθμους εαυτούς μας, την ταύτιση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, την έννοια του «συμμετρικού χρόνου», κι όμως, στη θεατρική εφαρμογή τους αντί να ερεθίσουν τη φαντασία συρρικνώνονται σε ό,τι πιο πεζό και αυτονόητο: Γιατί δεν απάντησες στο μήνυμά μου; Πού το κάνατε; Πότε το κάνατε; Πόσες φορές; Συνεχόμενα ή σπαστά; Τι γίνεται τώρα; Χωρίζουμε; Είμαι βαρετός; Πόσον καιρό περίμενες να μου το πεις; Υπάρχει περίπτωση να με συγχωρέσεις; Τα μπανάλ ερωτήματα πολλαπλασιάζονται στο διηνεκές. Το ίδιο και οι απαντήσεις: Δεν ξέρω, χρειάζομαι χρόνο να σκεφτώ, μη με διώχνεις, οι πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου, ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί, μη γίνεσαι μελό, κι ό,τι έλεγα να σου κάνω πρόταση γάμου, δεν θέλω να μαλώσουμε, κ.ο.κ. Ξανά και ξανά τα ίδια κλισέ, χαζοχαρούμενοι διάλογοι με τσαχπίνικες πινελιές ψευτο-καθημερινότητας, η αρχή της αβεβαιότητας του Χάιζενμπεργκ φιλτραρισμένη μέσα από το «λυσάρι» των σύγχρονων σχέσεων. Το θέατρο του «έξυπνου» κόνσεπτ και της έξυπνης ατάκας, ζευγαρωμένων με λίγο μελό κι έναν όγκο στον εγκέφαλο –η ανίατη ασθένεια πάντα χαρίζει, σε όποια κβαντική διασταύρωση κι αν ξεπροβάλλει.
Η σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου επιχείρησε να εστιάσει στην ανάλαφρη, χαριτωμένη διάσταση του κειμένου. Πράγματι, το κατάφερε: δεν πιστεύουμε ποτέ ότι ο Μάκης Παπαδημητρίου είναι μελισσοκόμος, ούτε ότι η Στεφανία Γουλιώτη είναι κοσμολόγος. Δεν πιστεύουμε ποτέ ότι είναι ερωτευμένοι ή ότι έχουν σχέση, ούτε ότι η Μάριαν έχει καρκίνο και πεθαίνει. Ιδιαίτερα συμπαθείς και οι δυο τους, καταβάλλουν φιλότιμες, αν και μάταιες, προσπάθειες να μας παρασύρουν στο απλοϊκό σύμπαν του Πέιν: ο Παπαδημητρίου με το γνωστό, ψύχραιμο στυλ του, η Γουλιώτη σε ένα πιο νευρικό και αγχωμένο μήκος κύματος. Κινούνται πέρα – δώθε μέσα στο λευκό, αφαιρετικό σκηνικό, πατάνε πάνω στις πλανητικές προβολές, γελάνε και αγκαλιάζονται μπροστά στα φώτα νέον, ό,τι και αν κάνουν όμως η παράσταση παραμένει μια αλυσίδα από εύπεπτα και στην τελική αδιάφορα σκετσάκια που υπόσχονται τα άστρα και δεν μας δίνουν ούτε τη Γη.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



