Ηταν η χρονιά του τσακωμού. Οχι η πρώτη, σίγουρα όχι η τελευταία. Αλλά το 2013 τσακωθήκαμε για τα καλά. Για τον Καβάφη, για τη βία, για την τέχνη, για τον φασισμό, για τη ροπή της κυβέρνησης προς τη σκοτεινή Δεξιά, για τον ΣΥΡΙΖΑ, για τα μαγκάλια, για τα σκουπίδια, για τα τζάκια, για τα μπάνια, για τον φεμινισμό, τον οπορτουνισμό και τον σεξισμό, για το δικαίωμα στην απεργία, για τη σύνταξη και κάποια συγκεκριμένα εφάπαξ, για την τρομοκρατία, για τη χλιδή, για την ΕΡΤ, για την Αστυνομία και την αναρχία. Αν μη τι άλλο, ξεδώσαμε.
Ηταν η χρονιά της απαξίωσης. Το 2013 η απόσταση του πολιτικού από τον πραγματικό κόσμο μεγάλωσε περισσότερο από ποτέ. Δεν ήταν μόνο το τελευταίο –χλευασμένο από την επικαιρότητα –περιστατικό με τον πρώην υπουργό και νυν πλαστογράφο πινακίδων. Ολες οι κουβέντες, όλες οι διαμάχες, όλες οι συγκρούσεις, ολόκληρη η καθημερινότητα του μικρόκοσμου της πολιτικής ζωής μοιάζει να απευθύνεται σε έναν φαντασιακό πόλεμο τηλεθεατών. Αν ένα θέμα γίνει επικαιρότητα, σπεύδουν όλοι να το αναλύσουν τόσο βιαστικά, τόσο βουλιμικά, που γρήγορα κατρακυλάει στο γκροτέσκο. Και το πραγματικό πρόβλημα δεν θίγεται καν, πεθαίνει άλυτο, με την επόμενη επικαιρότητα. Από τότε που εφευρέθηκε η τυπογραφία, προφανώς κάπως έτσι λειτουργούν τα ΜΜΕ. Το πρόβλημα προκύπτει όταν και η κυβέρνηση λειτουργεί αναλόγως. Συνέβαινε και παλαιότερα, τώρα όμως, που οι παλιές συμπαθητικές ρυτίδες έχουν γίνει ζόρικες ουλές, το θέαμα είναι αποκρουστικό.
Ηταν η χρονιά του ρατσισμού. Το 2013 εγκαινιάστηκε με τη δολοφονία του 27χρονου Πακιστανού Σαχτζάτ Λουκμάν στις 17 Ιανουαρίου, στα Πετράλωνα, από δύο φίλα προσκείμενους στη Χρυσή Αυγή δράστες (δικάζονται αυτές τις ημέρες). Ακολούθησε η ταπείνωσή μας από την επέλαση της Χρυσής Αυγής μέχρι το ξεψύχισμα του Παύλου Φύσσα, υπογραμμίστηκε από τον αρχηγό της Αστυνομίας που ακούστηκε να ζητάει «να κάνουμε τον βίο αβίωτο στους μετανάστες». Πάνω απ’ όλα, το 2013 ήταν μια δύσκολη χρονιά για να είσαι άνθρωπος στην Ελλάδα.
Ηταν η χρονιά της ψευτοεκδίκησης. Ολη αυτή η απαξία, όλη αυτή η χλεύη στους παλιούς ισχυρούς, όλες αυτές οι συλλήψεις, όλοι αυτοί οι γδούποι από πτώσεις, συνοδεύθηκαν από μια ανατριχιαστική κακεντρέχεια, από ένα παραλυτικό μίσος. Την ώρα της πτώσης, οι περισσότεροι, αντί να κοιτάξουν τον εαυτό τους, χάρηκαν (και χαίρονται) με τον θάνατο της κατσίκας του γείτονα. Διαχρονικό, αλλά ενοχλητικό.
Αυτός ο ταλαίπωρος ιστορικός του μέλλοντος δεν θα μνημονεύσει ιδιαίτερα το 2013. Τα πιο σημαντικά έγιναν πιο πριν, τα πιο συνταρακτικά θα ακολουθήσουν. Ηταν μια κανονική χρονιά στη χώρα που ο παραλογισμός συνορεύει με το μεγαλείο. Ανθρωποι ερωτεύτηκαν, άνθρωποι χώρισαν, άνθρωποι γεννήθηκαν, άνθρωποι πέθαναν. Εφέτος, όμως, έχω την υποψία πως ήταν η χρονιά που, αν μη τι άλλο, ο κόσμος δεν φοβήθηκε. Δεν συνήθισε, αντέδρασε.
Η απελπισία έγινε δημιουργικότητα.
Σαν προβληματικά, εκνευριστικά, ενίοτε ψύχραιμα, ενίοτε υστερικά, αλλά κατά βάση υπέροχα ανθρώπινα όντα, οι περισσότεροι ξεπέρασαν κατά πολύ τον φόβο. Είναι αυτοί που ξέρουν πού βρίσκονται, δεν περιμένουν πολλά από λίγους, και μέσα στη δυσκολία της επιβίωσης μοιάζουν έτοιμοι να χτίσουν τη ζωή τους με νέες βεβαιότητες. Και αυτό μερικές φορές αρκεί.
Ηταν η χρονιά της αυτονόμησης. Το 2013 οι περισσότεροι, αφού πέρασαν το στάδιο της άρνησης, της οργής, της λύπης και της κατάθλιψης, συμβιβάστηκαν με την απουσία ενός λογικού κράτους και αποφάσισαν να τα βρουν μεταξύ τους. Το βλέπεις εκεί έξω όλο και πιο πολύ. Οι Γιατροί του Κόσμου, ο Αλλος Ανθρωπος, τα δεκάδες μπαζάρ, οι ομάδες βοήθειας στους δρόμους, όλοι όσοι βοηθούν για να ζουν. Είναι οι άνθρωποι που κατάλαβαν έγκαιρα ότι το αντίδοτο στην κατάθλιψη είναι η δράση. Και είναι αυτοί που έχουν ήδη σωθεί, ακόμη και αν δεν το ξέρουν.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



