Με αργούς ρυθμούς υλοποιείται η αποκλιμάκωση των επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις, δίνοντας τη δυνατότητα στους αποταμιευτές να εξασφαλίσουν ένα ικανοποιητικό εγγυημένο εισόδημα για τους επόμενους μήνες, δεσμεύοντας τα κεφάλαιά τους σε μια τράπεζα. Η μέση απόδοση για ποσά της τάξεως των 100.000 ευρώ και άνω κυμαίνεται πέριξ του 3,5%, που αποτελεί μια υψηλή ανταμοιβή, με δεδομένο ότι λαμβάνεται μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς τον κίνδυνο απώλειας του αρχικού κεφαλαίου. Από τις τράπεζες τονίζουν ότι ως και το τέλος του 2010 θα υπάρξει αξιοσημείωτη μείωση στα επιτόκια των «κλειστών» λογαριασμών. Ως εκ τούτου συνιστάται το «κλείδωμα» μιας μεγάλης απόδοσης για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο.
Επιτόκια δανεισμού
Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα οι τράπεζες έχουν φθάσει στο σημείο να δανείζονται σε ορισμένες περιπτώσεις από τους καταθέτες με υψηλότερα επιτόκια από αυτά με τα οποία χορηγούν δάνεια στους πελάτες τους. Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία του περασμένου Ιουλίου η μέση απόδοση στις νέες προθεσμιακές καταθέσεις διάρκειας ως 1 έτους (3,71%) ήταν υψηλότερη από το μέσο κυμαινόμενο ή σταθερό για 1 έτος επιτόκιο των στεγαστικών δανείων (3,54%). Η συγκεκριμένη στρέβλωση, που οφείλεται στον αποκλεισμό του Ελληνικού Δημοσίου και κατ΄ επέκταση των τραπεζών από τις διεθνείς αγορές, θα διορθωθεί τους επόμενους μήνες. Η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία έχει δώσει και τις σχετικές συστάσεις, εκτιμά ότι η εξέλιξη αυτή αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να αποτελέσει εκ νέου ο τραπεζικός δανεισμός εργαλείο ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία.
Ανάχωμα στις εκροές
Κύκλοι από την κεντρική τράπεζα τονίζουν ότι η άνοδος των επιτοκίων το προηγούμενο διάστημα λειτούργησε ως ανάχωμα στις εκροές καταθέσεων που προκάλεσαν οι ανησυχίες για επιστροφή στη δραχμή, μετά τις υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας. Από τα επίσημα στοιχεία της ελληνικής νομισματικής αρχής προκύπτει ότι μέσα στους πρώτους επτά μήνες της εφετινής χρονιάς έφυγαν εκτός ελληνικού τραπεζικού συστήματος περισσότερα από 25 δισ. ευρώ.
Λογαριασμοί με υψηλές αποδόσεις
1 Απλές προθεσμιακές καταθέσεις. Οι λογαριασμοί προθεσμίας στην πιο απλή μορφή τους έχουν συγκεκριμένη διάρκεια και σταθερό επιτόκιο που συμφωνούνται στην αρχή της κατάθεσης.
2 Καταθέσεις με αυξανόμενο επιτόκιο. Τα προϊόντα της κατηγορίας έχουν ως βασικό χαρακτηριστικό την καταβολή των τόκων ανά τακτά χρονικά διαστήματα και την ενισχυόμενη απόδοση από μήνα σε μήνα ή από τρίμηνο σε τρίμηνο ή από χρόνο σε χρόνο.
3 Καταθέσεις με μπόνους τόκους στη λήξη. Ανάλογης λογικής είναι και τα προγράμματα που προσφέρουν μεν τη δυνατότητα στον πελάτη να αποσύρει τα χρήματά του νωρίτερα από την αρχικώς συμφωνηθείσα διάρκεια, ωστόσο υπάρχει κίνητρο για τη διατήρησή τους ως και το τέλος.
4 Σύνθετες καταθέσεις. Τα προϊόντα αυτά, που είναι γνωστά ως λογαριασμοί υπό προειδοποίηση, συνδυάζουν τα πλεονεκτήματα του κλασικού λογαριασμού ταμιευτηρίου με αυτά της προθεσμιακής κατάθεσης, δηλαδή τη ρευστότητα και τις υψηλότερες αποδόσεις. Οσον αφορά το σκέλος της κατάθεσης, λειτουργούν ακριβώς όπως οι απλοί καταθετικοί λογαριασμοί. Δηλαδή, ο καταθέτης μπορεί να πραγματοποιεί καταθέσεις για όποιο ποσόν και όποια στιγμή επιθυμεί, απολαμβάνοντας μάλιστα επιτόκιο υψηλότερο από αυτό των απλών καταθέσεων.
5 Καταθέσεις συνδεδεμένες με ευρωπαϊκά επιτόκια. Τα παραπάνω προϊόντα σε ορισμένες εκδοχές τους προσφέρονται με επιτόκια που είναι συνδεδεμένα με δείκτες αναφοράς, όπως τα διατραπεζικά επιτόκια euribor. Αυτό σημαίνει ότι η απόδοση της κατάθεσης είναι κυμαινόμενη και εξαρτάται από την πορεία των αγορών. Επειδή τα ευρωπαϊκά επιτόκια βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα, το τελικό επιτόκιο προκύπτει από την πρόσθεση σε αυτά ενός προκαθορισμένου σταθερού περιθωρίου. Οι καταθέτες κερδίζουν από την άνοδο των ευρωπαϊκών επιτοκίων.
6 Καλάθια επενδύσεων. Πρόκειται για επενδυτικά προγράμματα προκαθορισμένης διάρκειας και ελεγχόμενου κινδύνου. Τα κεφάλαια της αποταμίευσης κατανέμονται μεταξύ μιας προθεσμιακής κατάθεσης και αμοιβαίων κεφαλαίων. Ετσι, οι αποδόσεις τους για ένα ποσοστό της συνολικής επένδυσης είναι ιδιαίτερα ελκυστικές, ως και τετραπλάσιες σε σχέση με τα μέσα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων, αλλά ταυτοχρόνως ενέχουν το ρίσκο απώλειας μέρους του αρχικού κεφαλαίου. Αυτό συμβαίνει διότι ναι μεν ο επενδυτής έχει μηδενικό ρίσκο και εξασφαλισμένη απόδοση για ένα μέρος του κεφαλαίου του, συνήθως για το μισό, αλλά το υπόλοιπο μισό εκτίθεται στους κινδύνους των αγορών μέσω των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων που υποχρεωτικά αγοράζει.