Τα βρέφη που γεννιούνται με μεθόδους υποβοήθησης της αναπαραγωγής αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών, όπως επιβεβαιώνει μια νέα, μεγάλη μελέτη σε παιδιά από τον Καναδά. Ερευνητές ανέλυσαν τα ιατρικά αρχεία 61.208

παιδιών που γεννήθηκαν το 2005 στο Οντάριο του Καναδά και είδαν ότι όσα είχαν έλθει στον κόσμο μετά από εφαρμογή τεχνικών όπως η ΙVF, η ενδομήτρια σπερματέγχυση και η πρόκληση ωορρηξίας με ωοθηκική διέγερση αντιμετώπιζαν 60% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν γενετικές ανωμαλίες σε σύγκριση με εκείνα που προήλθαν από φυσική σύλληψη. Από τις 1.394 περιπτώσεις παιδιών που γεννήθηκαν μετά από εφαρμογή εξωσωματικής γονιμοποίησης διαπιστώθηκε ότι η πλειονότητα των προβλημάτων αφορούσε το γαστρεντερικό σύστημα αλλά και τα οστά, τους μυς και την καρδιά. Πρέπει να σημειωθεί ότι, αν και η αύξηση του σχετικού κινδύνου γέννησης με ανωμαλίες ήταν υψηλότερη για τα παιδιά αυτά, ο συνολικός κίνδυνος εμφάνισης τέτοιου είδους προβλημάτων ήταν χαμηλός2,62% σε σύγκριση με το 1,87% για τη φυσική σύλληψη. Η ΙVF είχε τα υψηλότερα ποσοστά (2,97%) σύνδεσης με προβλήματα υγείας σε σύγκριση με τις υπόλοιπες μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ενώ ακολουθούσαν η σπερματέγχυση (2,66%) και η ωοθηκική διέγερση (2,19%).

Η επικεφαλής των ερευνητών Νταρίν Ελ Σαάρ από το Πανεπιστήμιο της Οτάβας ανέφερε κατά τη διάρκεια συνεδρίου της Εταιρείας για τη Μητρική και Εμβρυϊκή Ιατρική στο Σαν Φρανσίσκο ότι τα νέα ευρήματα δείχνουν μικρό κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων από τη διεξαγωγή τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. «Είναι σημαντικό να δούμε το ζήτημα συγκριτικά- ο κίνδυνος πρόωρης γέννησης και λιποβαρών βρεφών είναι πολύ μεγαλύτερος έπειτα από εφαρμογή μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής». Παρά τον χαμηλό σχετικά κίνδυνο, παραμένει ζητούμενο για τους ειδικούς να ανακαλύψουν για ποιον λόγο αυξάνονται οι πιθανότητες γενετικών ανωμαλιών σε παιδιά που γεννήθηκαν με εξωσωματική. Ορισμένοι ερευνητές εκτιμούν ότι «ένοχα» είναι τα φάρμακα που λαμβάνουν οι μέλλουσες μητέρες προκειμένου να προκαλέσουν ωορρηξία. Αλλοι σημειώνουν ότι πιθανότατα η όλη διαδικασία της εξωσωματικής κατά την οποία το έμβρυο παραμένει στο εργαστήριο μπορεί να παρέμβει στην αποτύπωση του DΝΑ, διαδικασία άκρως σημαντική κατά τα πρώτα στάδια της εμβρυϊκής ανάπτυξης που καθορίζει τον τρόπο έκφρασης των γονιδίων.