Οι αρχαίοι Ελληνες συνεπαρμένοι από την αθόρυβη γοητεία των αρχέγονων μύθων της Ολυμπίας αντιλαμβάνονταν ότι ο τόπος αυτός αντανακλά την πολυτάραχη ιστορία τους, γραμμένη από τον Παυσανία τον 2ο μ.Χ. αιώνα, συμπλέκοντας μύθο και ιστορία, έχοντας άρρηκτο δεσμό, στα δύο Ηλειακά του βιβλία, τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Οι αγώνες αυτοί είχαν μάλιστα τόσο μεγάλη σημασία για τους Ελληνες ώστε τους ήθελαν να ξεκινούν από τα βάθη των χρόνων, τοποθετώντας τους προ του γένους των ανθρώπων, να αγωνίζονται σε αυτούς μόνο θεοί και ημίθεοι, παλεύοντας και τρέχοντας όπως οι άνθρωποι, όπως θα ήθελαν να αγωνίζονται οι φανταστικοί μεθύστεροι άνθρωποι των επιθυμιών τους (Παυσ. 8, 2, 1: Ο δε αγών ο Ολυμπικός επανάγουσι γαρ δη αυτόν ες τα ανωτέρω του ανθρώπων γένους. Κρόνον και Δία αυτόθι παλαίσαι λέγοντες και ως Κούρητες δράμοιεν πρώτοι).
Οι αγώνες των θεών
Σύμφωνα με όσα μνημόνευαν οι Ηλείοι, στα πολύ παλαιά χρόνια κατοικούσαν στη Γη παράξενες γενεές και μία από αυτές, η χρυσή γενεά, έστησε στην Ολυμπία ναό του Κρόνου, του πρώτου εξουσιαστή του Ουρανού (Παυσ. 5, 7, 6: Λέγουσιν Ηλείων οι τα αρχαιότατα μνημονεύοντες Κρόνον την εν ουρανώ σχειν βασιλείαν πρώτον και εν Ολυμπία ποιηθήναι Κρόνω ναόν υπό των τότε ανθρώπων, οι ωνομάζοντο χρυσούν γένος). Η χρυσή γενεά ζούσε αρμονικά με τους θεούς και μερικοί από αυτή τη γενεά έφθαναν να γίνονται και ημίθεοι (Παυσ. 8, 2, 4: Οι γαρ δη τότε άνθρωποι ξένοι και ομοτράπεζοι θεοίς ήσαν… επεί τοι και θεοί τότε εγίνοντο εξ ανθρώπων).
Οταν γεννήθηκε ο Δίας, η μητέρα του η Ρέα, για να μην τον καταπιεί ο πατέρας του ο Κρόνος, όπως έκαμε με τα άλλα του παιδιά φοβούμενος μην του πάρουν τη θεϊκή εξουσία, ανέθεσε στους Ιδαίους Δακτύλους, τους λεγόμενους Κούρητες, να τον φυλάνε ψηλά, σε μια σπηλιά, στην Ιδη της Κρήτης (Παυσ. 5, 7, 6: Διός δε τεχθέντος επιτρέψαι Ρέαν του παιδός την φρουράν τοις Ιδαίοις Δακτύλους καλούμενοι δε τοις αυτοίς τούτοις και Κούρησιν). Μόλις ο Δίας έγινε όμορφος και δυνατός νέος ριψοκινδύνεψε παλεύοντας μερόνυχτα στην κορυφή του Κρονίου λόφου στην Ολυμπία με τον πατέρα του και αφού τον νίκησε πήρε τη θεϊκή εξουσία και όρισε αγώνες για το κατόρθωμά του (Παυσ. 5, 7, 10: Δία δη οι μεν ενταύθα παλαίσαι και αυτώ Κρόνω περί της αρχής, οι δε επί κατεργασμένω αγωνοθετήσαι φασίν αυτόν). Λένε ότι τότε αγωνίστηκαν και άλλοι θεοί, ο Απόλλων ξεπέρασε στον δρόμο τον Ερμή και νίκησε τον Αρη στην πυγμή (Παυσ. 5, 7,10: Νικήσαι δε άλλοι τε λέγονται και ότι Απόλλων παραδράμοιμεν ερίζοντα Ερμήν, κρατήσαι δε Αρεως πυγμήν). Αμέσως μετά ήρθαν στην Ολυμπία οι Ιδαίοι Δάκτυλοι και ο πιο μεγάλος, ο Ιδαίος Ηρακλής, έβαλε παίζοντας τους άλλους να αγωνιστούν στον δρόμο και τον νικητή τον στεφάνωσε με κλάδο αγριελιάς (Παυσ. 5, 7, 6: Τον δε Ηρακλέα παίζοντα είναι γαρ δη αυτόν πρεσβύτατον ηλικία συμβαλείν τους αδελφούς ες άμιλλαν δρόμου και τον νικήσαντα εξ αυτών κλάδω στεφανώσαι κοτίνου). Στον Ιδαίο Ηρακλή ανήκει η δόξα ότι πρώτος αυτός όρισε τους αγώνες, ονομάζοντάς τους Ολύμπια, να γίνονται στην αρχή κάθε πέμπτης χρονιάς διότι αυτός και τα αδέλφια του ήταν πέντε (Παυσ. 5, 7, 9: Ηρακλεί ουν προσέστι τω Ιδαίω δόξα πρώτω και Ολύμπια όνομα θέσθαι. Διά πέμπτου ουν έτους αυτόν κατεστήσατο άγεσθαι ότι αυτός τε και οι αδελφοί πέντε ήσαν αριθμόν). Οργισμένος όμως ο Δίας από την κατάντια των κατοίκων της Γης έστειλε ακατάσχετη βροχή, έγινε ο μεγάλος κατακλυσμός, καταστράφηκαν τα πάντα, σώθηκε με την κιβωτό ο Δευκαλίων, γιος του Προμηθέως, και με τη σύζυγό του την Πύρρα, κόρη του Επιμηθέως, δημιούργησαν το γένος των ανθρώπων (Απολλ. 1, 45-48).
Οι γενάρχες και οι ήρωες
Μετά τον κατακλυσμό πρώτος βασιλεύς της χώρας έγινε ο Αέθλιος, γιος του Δευκαλίωνος (Παυσ. 5, 1, 3), και πενήντα χρόνια μετά ήρθε από την Κρήτη στην Ολυμπία ο Κλύμενος του Κάρδυος από τη γενεά του Ιδαίου Ηρακλή, πήρε την εξουσία και καθιέρωσε τον Ολυμπιακό Αγώνα, στήνοντας βωμό στους Κούρητες (Παυσ. 5, 8, 1: Τον τε αγώνα εν Ολυμπία θείναι και Κούρησι τοις τε άλλον και Ηρακλεί τω προγόνω λέγουσιν ιδρύσασθαι βωμόν). Ο γιος όμως του Αεθλίου, Ενδυμίων, έδιωξε τον Κλύμενο και όρισε αγώνα δρόμου ταχύτητος στην Ολυμπία μεταξύ των παιδιών του με βραβείο τη βασιλεία της χώρας (Παυσ. 5, 8, 1: Ενδυμίων δε ο Αεθλίου Κλύμενόν τε έπαυσε της αρχής και δρόμου τοις υιοίς άθλα εν Ολυμπία την βασιλείαν έθηκεν). Νίκησε ο Επειός και οι κάτοικοι τότε ονομάστηκαν Επειοί (Παυσ. 5, 1, 4) ενώ ο Παίων λυπημένος από την ήττα του έφυγε και πήγε στη χώρα πάνω από τον Αξιό ποταμό και η χώρα ονομάστηκε Παιονία (Παυσ. 5, 1, 5). Ενα από τα ηττημένα αδέλφια, ο Αιτωλός, έγινε βασιλεύς μετά τον Επειό. Εφυγε όμως διότι έκαμε φόνο άθελά του σε αγώνα ιπποδρομίας, πήγε στη χώρα κοντά στον Αχελώο ποταμό και η χώρα ονομάστηκε Αιτωλία (Παυσ. 5, 1, 8).
Τον καιρό της βασιλείας του Επειού άρχοντας της γειτονικής Πίσας ήταν ο Οινόμαος και η εξουσία δινόταν από τη μεριά των θυγατέρων των αρχόντων. Την εξουσία την πήρε ο Λυδός Πέλοψ, ερχόμενος στην Πελοπόννησο από την Ασία, συναγωνιζόμενος τον Οινόμαο σε αγώνα ιπποδρομίας στην Ολυμπία. Ο Πέλοψ νίκησε τον Οινόμαο σκοτώνοντάς τον με μυστική βοήθεια της βασιλοπούλας Ιπποδάμειας, συνεννοημένης με τον ηνίοχο του Οινομάου ένας τροχός του άρματος να σπάσει (Παυσ. 5, 10, 6). Αμέσως μόλις νίκησε ο Πέλοψ και πήρε την εξουσία έκαμε τον Ολυμπιακό Αγώνα πιο σπουδαίο προς τιμήν του Ολυμπίου Διός (Παυσ. 5, 8, 1: Πέλοψ δε… τον αγώνα τω Ολυμπίω Διί εποίησεν αξιολογώτατα ανθρώπων των προ αυτόν).
Οι Ηλείοι όμως ποτέ δεν ξέχασαν το όνομά τους και από Επειοί ονομάστηκαν και πάλι Ηλείοι όταν πήρε τη βασιλεία της χώρας ο Ηλείος (Παυσ. 5, 1, 8). Γιος του Ηλείου ήταν ο Αυγείας, του οποίου την κοπριά των στάβλων καθάρισε ο Ηρως Ηρακλής και ζητώντας αμοιβή χωρίς να του δοθή, με τη δικαιολογία ότι ο άθλος δεν ήταν απόρροια δύναμης αλλά εξυπνάδας (Παυσ. 5, 1, 9), ο Ηρακλής μάζεψε στρατό από το Αργος, τη Θήβα και την Αρκαδία, νίκησε τον Αυγεία, λεηλάτησε την Ηλιδα (Παυσ. 5, 3, 1) και ίδρυσε τον Ολυμπιακό Αγώνα (Παυσ. 5, 8, 3: Εθηκεν δε… και Ηρακλής ο Αμφιτρύωνος ελών Ηλιν), με νικητές πολλούς ήρωες, όσους τον βοήθησαν στον πόλεμο με τον Αυγεία, ο Ιόλαος στην ιπποδρομία, ο Κάστωρ στον δρόμο, ο Πολυδεύκης στην πυγμαχία, νικώντας και ο ίδιος ο Ηρακλής στην πάλη και στο παγκράτιο (Παυσ. 5, 8, 1: Οπόσους δε εστεφάνωσε ούτος νικώντας… ο Ιόλαος άρματι… ο μεν Κάστωρ δρόμω, Πολυδεύκης δε πυκτεύων, λέγεται δε και ες αυτόν Ηρακλέα ως πάλης τε ανέλητο και παγκρατίου νίκας).
Η εντολή της Πυθίας
Ογδόντα χρόνια μετά τον Τρωικό Πόλεμο, όταν συγκεντρωνόταν ο στόλος των Δωριέων με σκοπό να γυρίσουν στην Πελοπόννησο, πήραν χρησμό να κάμουν αρχηγό τον μονόφθαλμο. Μπήκαν σε αμηχανία και έτυχε να περάσει από εκεί ένας άνθρωπος πάνω σε ημίονο, τυφλός στο ένα μάτι, και τότε είπαν ότι αυτόν εννοούσε ο χρησμός, τον έκαμαν αρχηγό αφού συμφώνησαν να του δώσουν αμοιβή τη γη της Ηλιδος. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Οξυλος, εξόριστος τότε από την πατρίδα του την Αιτωλία, διότι έκαμε φόνο άθελά του ρίχνοντας δίσκο σε αγώνες (Παυσ. 5, 3, 5-6). Οταν ο Οξυλος πήρε την εξουσία στην Ολυμπία, ετέλεσε και αυτός τον Ολυμπιακό Αγώνα (Παυσ. 5, 8, 5: Διέθηκε γαρ τον αγώνα και Οξυλος). Και ύστερα από πολύ καιρό, επειδή απλοί άνθρωποι ανέβαιναν στην εξουσία και δεν μνημονεύθηκαν, ένας απόγονος του Οξύλου, ο Ιφιτος, σύγχρονος του νομοθέτη των Λακεδαιμονίων Λυκούργου, καθιέρωσε το Ολυμπιακό Πανηγύρι και την ξεχασμένη ανακωχή (Παυσ. 5, 4, 5: Χρόνω δε ύστερον Ιφιτος, γένος μεν από Οξύλου, ηλικίαν δε κατά Λυκούργον τον γράψαντα Λακεδαιμονίων τους νόμους, τον αγώνα διέθηκεν εν Ολυμπία πανήγυρίν τε Ολυμπικήν αύθις εξ αρχής και εκεχειρίαν κατεστήσατο, εκλιπόντα επί χρόνον οπόσος δη ούτος ην). Ευκαιρία να γίνουν όλα αυτά ήταν ότι τότε η Ελλάδα καταστρεφόταν από εμφυλίους πολέμους και από μια μεταδοτική επιδημία και οι Ηλείοι ρώτησαν το μαντείο των Δελφών τι πρέπει να κάμουν για να σωθούν. Η Πυθία έδωσε εντολή όλοι οι άνθρωποι να θυμηθούν τα παλαιά Ολύμπια (Παυσ. 5, 4, 6) και επειδή ξέχασαν το τι γινόταν μόλις τα θυμόντουσαν τα πρόσθεταν (Παυσ. 5, 8, 5). Στην αρχή ορίστηκαν βραβεία στους νικητές του δρόμου ενός σταδίου ταχύτητος για την αφή του βωμού των θυσιών, διότι μόνο αυτό το αγώνισμα γινόταν (Φιλ. – Γυμν. 5: Σταδίου δε οι δρομείς απείχον του βωμού και ειστήκει προ αυτού ιερεύς λαμπαδίω βραβεύων. Και ο νικών εμπυρίσας τα ιερά, ολυμπιονίκης απήει). Πρώτος ολυμπιονίκης θεωρείται ο Ηλείος Κόροιβος, το μόνο γνωστό από τα πριν ονόματα, και ανδριάντας του δεν υπάρχει στην Ολυμπία, όμως, λένε, κάπου υπάρχει τάφος του στην Ηλεία (Παυσ. 5, 8, 6: Δρόμου μεν άθλα ετέθη πρώτον, και Ηλείος Κόροιβος ενίκα. Εικών μεν δη ουκ έστιν εν Ολυμπία του Κοροίβου, τάφος δε επί τοις πέρασι της Ηλείας).
Με την καθιέρωση των Ολυμπιακών Αγώνων ήρθε η εποχή των απλών ανθρώπων να αγωνίζονται και να δοξάζονται, μένοντας στη μνήμη των ανθρώπων όχι πλέον από τους μύθους αλλά γραμμένοι με ανεξίτηλα γράμματα στους καταλόγους των ολυμπιονικών. Αρχή των αγώνων το έτος 776 π.Χ., όμως άρχισαν περίπου το 884 π.Χ., διότι ο Ιφιτος, όντας σύγχρονος του Λυκούργου και ζώντας και οι δύο στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα, τότε, εκ μέρους της Σπάρτης ο Λυκούργος, της Πίσας ο Κλεοσθένης και της Ηλιδος ο Ιφιτος, υπεγράφη σύμβαση, η ιερή εκεχειρία, γραμμένη σε δίσκο (Παυσ. 5, 20, 1: Ο δε Ιφίτου δίσκος την εκεχειρίαν, ην επί τοις Ολυμπίοις επαγγέλλουσιν Ηλείοι).
Ο κ. Δημήτριος Κομητούδης είναι καθηγητής Σωματικής Αγωγής – Αθλητισμού στη ΣΣ Ευελπίδων και τεχνικός σύμβουλος Μοντέρνου Πεντάθλου στον ΣΕΓΑΣ.



