ΟΣΟΙ συνηθίζετε να ψωνίζετε χρησιμοποιώντας πλαστικό χρήμα θα γνωρίζετε ότι για κάθε τέτοιου είδους συναλλαγή επιβάλλεται μια προμήθεια, την οποία ως σήμερα επιβαρύνεται η εμπορική επιχείρηση και η οποία κατά μέσον όρο διαμορφώνεται στο 3,5% περίπου επί του ποσού της συναλλαγής.
Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι αν ένας πελάτης ψωνίσει με πιστωτική κάρτα ένα ή περισσότερα είδη από το ίδιο κατάστημα, τα οποία κοστίζουν π.χ. 100.000 δρχ., τότε ο έμπορος για τη συναλλαγή αυτή έχει ένα κόστος 3.500 δρχ. Ετσι εξηγείται το φαινόμενο ότι σε ορισμένες επιχειρήσεις, τις περισσότερες φορές όπου ο καταναλωτής δεν πληρώσει με κάρτα αλλά με μετρητά, μπορεί να διαπραγματευθεί με τον έμπορο μια καλύτερη τιμή για το προϊόν που θέλει να αγοράσει, δηλαδή να επιτύχει μια τιμή καλύτερη από την τιμή «βιτρίνας», όπως έχει επικρατήσει να ονομάζεται.
Ο τρόπος αυτός της πληρωμής της προμήθειας είναι αυτός που ισχύει σήμερα με όλα τα θετικά και τα αρνητικά του σημεία. Η πρόθεση της Ευρωπαϊκής Ενωσης όμως να μετακυλίσει την επιβάρυνση από την προμήθεια για συναλλαγές με πιστωτική κάρτα από την εμπορική επιχείρηση στον καταναλωτή, εκτός από τις αντιρρήσεις όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία, το Βέλγιο και η Δανία, μπορεί να δημιουργήσει μεγάλο χάος στην αγορά.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Πριν από μία εβδομάδα περίπου, η Συμβουλευτική Επιτροπή της ΕΕ εξέτασε το ενδεχόμενο της μετακύλισης του κόστους της προμήθειας των πιστωτικών καρτών από τον έμπορο στον καταναλωτή. Το σκεπτικό της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν ότι η μετακύλιση της προμήθειας από τον έμπορο στον καταναλωτή θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική δύναμη των εμπόρων έναντι των τραπεζών κατά την εκκαθάριση των συναλλαγών τους. Ετσι, σε κάθε περίπτωση που οι τράπεζες θα αρνούνται τη μείωση του ποσοστού της προμήθειας, οι έμποροι κατά περίπτωση θα μπορούν να αποφασίζουν τη μετακύλιση της τραπεζικής προμήθειας στους καταναλωτές, πολιτική η οποία σταδιακά, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα απομακρύνει το καταναλωτικό κοινό από το πλαστικό χρήμα. Ο εμπορικός κόσμος από την άλλη πλευρά, αν και επιφυλακτικός, φαίνεται να συμφωνεί με τη μετακύλιση της προμήθειας από την επιχείρηση προς τον καταναλωτή, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει, όπως επισημάνθηκε, ότι συμφωνεί και με την πολιτική υψηλών επιτοκίων των πιστωτικών καρτών. Μάλιστα στην περίπτωση που θα ισχύσει κάτι τέτοιο, δηλαδή αν δοθεί η δυνατότητα στον έμπορο να μετακυλίει το κόστος της προμήθειας στον καταναλωτή, τότε οι τράπεζες θα πρέπει να διαμορφώσουν ανάλογη πολιτική ώστε να μην είναι το κόστος της προμήθειας μια επιπλέον επιβάρυνση για τους κατόχους πιστωτικών καρτών.
Ακόμη η μετακύλιση του κόστους της προμήθειας στον καταναλωτή, σύμφωνα με τις απόψεις του εμπορικού κόσμου, θα επιφέρει μια μικρή ανακούφιση στη συμπίεση του περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων αλλά και θα δημιουργήσει καλύτερους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων. Μπορεί ο μέσος όρος του ποσοστού της προμήθειας συναλλαγών με πιστωτική κάρτα να ανέρχεται σήμερα στο 3,5%, όμως η ψαλίδα έχει μεγάλο άνοιγμα. Υπάρχουν επιχειρήσεις, όπως μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ και πολυκαταστημάτων, που κάνουν μεγάλους τζίρους με πιστωτικές κάρτες. Στην περίπτωση αυτή η προμήθεια μπορεί να διαμορφωθεί πολύ κάτω του 3,5%. Αντίθετα, μικρές επιχειρήσεις που δεν παρουσιάζουν υψηλούς τζίρους με πιστωτικές κάρτες επιβαρύνονται με ένα κόστος που ορισμένες φορές ανέρχεται και στο 6% ή 7% επί της συναλλαγής. Η μετακύλιση λοιπόν της προμήθειας στον καταναλωτή θα δημιουργήσει, σύμφωνα με την άποψη του εμπορικού κόσμου, ίσους όρους ανταγωνισμού σε ό,τι αφορά τις σχέσεις τους με τις τράπεζες.
Βέβαια υπάρχουν και οι σοβαρές αντιρρήσεις που διετύπωσε η ελληνική πλευρά στις Βρυξέλλες κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής της ΕΕ. Ετσι, η τακτική αυτή θα δημιουργήσει χάος στην αγορά διότι για κάθε προϊόν θα πρέπει να διαμορφωθούν δύο τιμές. Η μία τιμή θα αφορά την πώληση του προϊόντος με την καταβολή μετρητών και η δεύτερη, που όπως είναι φυσικό θα είναι και υψηλότερη, θα αφορά την τιμή πώλησης του προϊόντος στην οποία θα συμπεριλαμβάνεται και η προμήθεια της τράπεζας.
Ακόμη η τακτική αυτή για τον καταναλωτή θα σημαίνει και σύγχυση, αφού πριν από την αγορά του προϊόντος, το οποίο επιλέγει ο καταναλωτής, θα πρέπει πρώτα να ενημερώνεται σχετικά με τον τρόπο τιμολόγησής του.
Τέλος, θα επιβαρύνει τη λιανική τιμή των αγαθών που θα αγοράζονται με πιστωτικές κάρτες και κατ’ επέκταση τη χρήση της κάρτας, αφού εκτός από την ετήσια συνδρομή και τα σχετικά υψηλά επιτόκια οι κάτοχοι θα χρεώνονται και με την προμήθεια των εμπόρων. ΕΘΝΟΚΑΡΤΑ – MASTERCARD Το θέμα έχει παρεξηγηθεί
Για τη μετακύλιση του κόστους της προμήθειας στις πιστωτικές κάρτες διατύπωσε την άποψή του προς «Το Βήμα» ο κ. Π. Χαϊκάλης, διευθύνων σύμβουλος της Εθνοκάρτας – Mastercard. Οπως τονίζει ο κ. Χαϊκάλης, το θέμα της προμήθειας, περισσότερο στον ελληνικό χώρο και λιγότερο στο εξωτερικό, είναι παρεξηγημένο. Και αυτό γιατί, όπως εξηγεί, η προμήθεια δεν είναι μια επιπλέον επιβάρυνση, αλλά έχει ως «αντίκρισμα» όλο το πακέτο των υπηρεσιών που προσφέρουν οι κάρτες στους εμπόρους, από τη δωρεάν εγκατάσταση των ειδικών μηχανημάτων POS έως την ένταξή τους στο αυτόματο σύστημα εξόφλησης λογαριασμών.
Επιπρόσθετα, οι συναλλαγές με πλαστικό χρήμα εκτός από την ασφάλεια που παρέχουν στους κατόχους τους, οι οποίοι δεν είναι υποχρεωμένοι να κυκλοφορούν με μετρητά όταν θέλουν να κάνουν μεγάλες αγορές, παρέχουν την ίδια ακριβώς ασφάλεια και στις εμπορικές επιχειρήσεις. Ο εκσυγχρονισμός του συστήματος λειτουργίας των πιστωτικών καρτών δίνει ακόμη τη δυνατότητα στους εμπόρους να μπορούν να εισπράττουν αμέσως τα χρήματά τους από οποιαδήποτε συναλλαγή μέσω πιστωτικής κάρτας.
Ακόμη, η ένταξη οποιασδήποτε επιχείρησης στο σύστημα μιας πιστωτικής κάρτας εξασφαλίζει στις εμπορικές επιχειρήσεις μια συγκεκριμένη επιπλέον πελατεία. Ολα αυτά, καταλήγει ο κ. Χαϊκάλης, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η πιστωτική κάρτα έχει καταλήξει να είναι πλέον ένα μέσο πληρωμών. Κάτι που στο εξωτερικό έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν όλοι.
Σε ό,τι αφορά το ύψος της προμήθειας, ακόμη και σε περιπτώσεις που είναι υψηλότερο του 3,5%, για ορισμένες επιχειρήσεις, οι σύγχρονες διαδικασίες παρακολούθησης και αξιολόγησης των επιχειρήσεων που ακολουθούνται από τις τράπεζες επιτρέπουν τη μείωση του ποσοστού αυτού. Για παράδειγμα, σε επιχειρήσεις που ξεκινούν με σχετικά υψηλό ποσοστό προμήθειας, λόγω χαμηλού τζίρου με πιστωτικές κάρτες, η περαιτέρω βελτίωση των πωλήσεων με πλαστικό χρήμα τους δίνει το δικαίωμα να τους επιστραφεί από την τράπεζα ακόμη και ποσοστό 20% επί των προμηθειών που έχουν εισπραχθεί. Ακόμη, η προμήθεια στα χέρια των επιχειρήσεων είναι και ένα μέσον διαπραγμάτευσης προκειμένου να επιτευχθούν καλύτερες συμφωνίες με τις τράπεζες.
Η μετακύλιση από την άλλη πλευρά της προμήθειας στον καταναλωτή, αν τελικά ισχύσει κάτι τέτοιο, θα έχει σημαντικές συνέπειες. Η αγορά θα μείνει ουσιαστικά ανεξέλεγκτη, αφού οι επιχειρήσεις δεν θα ελέγχονται για το ύψος της προμήθειας που θα χρεώνουν. Ακόμη, χωρίς αμφιβολία θα είναι ανασταλτικός παράγοντας για τη χρήση της πιστωτικής κάρτας, αφού ο καταναλωτής θα έχει να αντιμετωπίσει μία επιπλέον χρέωση.



