Τετάρτη απόγευμα. Κατεβαίνω αργά αργά τα σκαλοπάτια του Ανοιχτού Θεάτρου για να παρακολουθήσω την πρόβα της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» που ετοιμάζει το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας. Στο βάθος ακούω τις φωνές κοριτσιών να αναμειγνύονται με μελωδίες. Φθάνω στην πλατεία του θεάτρου και τρυπώνω διακριτικά σε ένα κάθισμα. Μπροστά μου κάθεται ο σκηνοθέτης ο Θέμης Μουμουλίδης. Καπνίζει βυθισμένος στην καρέκλα του και στις σκέψεις του. Στη σκηνή ο Χορός αποχωρεί για να πάρουν τις θέσεις τους ο Νίκος Κουρής (Αχιλλέας), ο Γιώργος Βελέντζας (Πρεσβύτης) και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κλυταιμνήστρα).


Στο κέντρο της σκηνής μια ξύλινη σκάλα με πολλά σκαλιά οδηγεί ψηλά, εκεί που στέκεται ο Αχιλλέας έχοντας στραμμένη την πλάτη, ο οποίος με το πρόσταγμα του σκηνοθέτη γυρίζει και κατεβαίνει ορμητικά στη σκηνή για να συναντήσει την Κλυταιμνήστρα, η οποία προβάλλει αγέρωχη. H στιγμή της αποκάλυψης, η στιγμή της αλήθειας πλησιάζει. H σκηνή και η πλατεία φορτίζονται. Ο σκηνοθέτης παρεμβαίνει διακριτικά. Συζητεί με τους ηθοποιούς του, ανταλλάσσει απόψεις και σκέψεις. H ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται τουλάχιστον δέκα φορές. H αποκάλυψη της θυσίας και η μεταμόρφωση της Κλυταιμνήστρας από τρυφερή και ευτυχισμένη μάνα σε εκδικητική λέαινα περνάει δεκάδες φορές μπροστά από τα μάτια μου.


Ο Θέμης Μουμουλίδης επιμένει. Ανεβαίνει στη σκηνή, δοκιμάζει, προβληματίζεται. Ηρεμος, στοργικός με τους ηθοποιούς και ακούραστος. Δεκάδες ώρες προβών, και όμως κανένα μέλος του θιάσου δεν μοιάζει να έχει χάσει την ενέργειά του. Λίγη ώρα μετά η πρόβα ολοκληρώνεται και το ραντεβού ανανεώνεται για την επόμενη ημέρα.


Ακόμη και μετά τη λήξη η ένταση δεν διαγράφεται στο πρόσωπό του. Απορώ πώς τα καταφέρνει να διατηρεί την ψυχραιμία του, δεδομένου ότι το θέατρο που διευθύνει χαρακτηρίζεται για την ακρίβεια και την καλλιτεχνική «πειθαρχία». H ηρεμία του είναι χαρακτηριστική. Σχεδόν τρυφερά τούς πλησιάζει, διακριτικά τους καθοδηγεί και απολαμβάνει συγκρατημένα τη στιγμή που νιώθει πως στη σκηνή γίνεται κάτι ερεθιστικό. Για μία ακόμη φορά η ουσία για τον Θ. Μουμουλίδη εντοπίζεται στον λόγο: «Αυτό είναι και το πρωταρχικό. H ουσία είναι ο λόγος, από εκεί αρχίζουν όλα. Απλός και ουσιαστικός». H σκηνοθεσία κινείται σε κλασική – αν θα μπορούσε κανείς να το πει – και λιτή γραμμή. «Γιατί να είναι μοντέρνο; Το μοντέρνο είναι κάτι εφήμερο το οποίο ξεπερνάμε. Αυτά τα κείμενα δεν έχουν ανάγκη ούτε από μοντερνισμούς ούτε από σκηνοθετισμούς. Είναι κείμενα που αντέχουν στον χρόνο, ξεπερνούν την κάθε εποχή και κάθε σκηνοθέτης ανακαλύπτει και στη συνέχεια καταθέτει την άποψή του».


Εχοντας διανύσει μια πορεία πολλών ετών στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, ο Θ. Μουμουλίδης εκφράζει την πεποίθησή του ότι πλέον έχει κατασταλάξει σε μεγάλο βαθμό σε ό,τι αφορά την επιλογή των συνεργατών του. Ηδη η επιλογή των συνεργατών του στη συγκεκριμένη παράσταση θεωρεί πως είναι ενδεικτική. «Συνεργάζομαι με έμπειρους ηθοποιούς με τους οποίους γνωριζόμαστε καλά και επικοινωνούμε, αλλά και με νεότερους οποίους εμπιστεύομαι ότι θα αναδειχθούν. Είναι άλλωστε χρέος όλων μας να δίνουμε ευκαιρίες σε νέους καλλιτέχνες που πιστεύουμε ότι μπορούν να ξεχωρίσουν».


H παράσταση που σκηνοθέτησε – αφορμής δοθείσης φυσικά από το ίδιο το κείμενο – διατηρεί έντονο το πολιτικό στοιχείο. H αμφισβήτηση θεσμών και θείων, η έλλειψη εμπιστοσύνης, η προδοσία, η θυσία είναι στοιχεία που ερέθισαν και ενεργοποίησαν τη σκέψη του. Για το τέλος ο σκηνοθέτης κρατά καλά κρυμμένη μια έκπληξη. Δεν φοβάται την αρνητική κριτική, ποτέ δεν έκανε κάτι για να αρέσει ή για να αποσπάσει κολακευτικά σχόλια. Είναι ανοιχτός σε κάθε διάλογο και σε κάθε συζήτηση με όσους καταλάβουν αυτό που πιστεύει και θέλει να εκφράσει μέσα από την παράσταση. Ανάβει το επόμενο τσιγάρο του και βυθίζεται για μία ακόμη φορά στις σκέψεις του.


Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: «Αισθάνεσαι πιο ελεύθερος εκτός Επιδαύρου»


Εχοντας ερμηνεύσει την Ηλέκτρα και τον Αμλετ, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη συνεχίζει τη «θητεία» της στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας με τον ρόλο της Κλυταιμνήστρας στην ευριπίδεια «Ιφιγένεια». «Σπουδαίοι ρόλοι, σημαντικές παραστάσεις, μια υπέροχη περίοδος για μένα» εξομολογείται. Πέρυσι στην Επίδαυρο, εφέτος εκτός Επιδαύρου. H ίδια το εισπράττει θετικά: «Αισθάνεσαι λίγο πιο ελεύθερος να κάνεις πράγματα, να πειραματιστείς γιατί σίγουρα η ώριμη αντιμετώπιση παραμένει αλλά είναι διαφορετικά εκτός Επιδαύρου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχεις τις ευθύνες, απλώς έχεις μια αίσθηση ελευθερίας».


Υπερασπίζεται την ηρωίδα της και υποστηρίζει ότι μέσα από την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» η Κλυταιμνήστρα αποκαθίσταται στη συνείδηση αναγνωστών και θεατών. «Εχει μείνει μέσα στη συνείδηση όλων μας ως η γυναίκα-φόνισσα. Την ξέρουμε από την “Ορέστεια” του Αισχύλου και από την “Ηλέκτρα” του Σοφοκλή και λιγότερο από την “Ηλέκτρα” του Ευριπίδη και σίγουρα βλέποντας κάποιος την “Ιφιγένεια” αιφνιδιάζεται από το τόσο διαφορετικό πρόσωπό της. Εχουμε την αρχή του τραγικού κύκλου σε αυτό το έργο. Μια γυναίκα η οποία εμφανίζεται στο στρατόπεδο της Αυλίδας, σύζυγος και μητέρα ευτυχισμένη, και η οποία ετοιμάζεται να παντρέψει την κόρη της με έναν ημίθεο. Μέσα σε όλη αυτή τη χαρά και την ευτυχία διαπιστώνει ότι ο πατέρας του παιδιού της έχει πάρει την αδιανόητη απόφαση να θυσιάσει την κόρη της και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον πείσει να αλλάξει απόφαση. Σιγά σιγά αρχίζει και θυμίζει την Κλυταιμνήστρα που ξέρουμε. Οταν το έργο προχωρεί το σώμα αυτής της μητέρας έχει πληγωθεί ανεπανόρθωτα και έχει υποστεί το μεγαλύτερο τραύμα. Εχει τελειώσει η μητρότητα και στο φινάλε του έργου θα θυμίσει τη γυναίκα-τοτέμ, τη γυναίκα-φόνισσα που ξέρουμε από την “Ορέστεια”. Από εδώ ξεκινάει το μίσος και η εκδίκηση».


Για την ηθοποιό το πέρασμα από τη χαρά της μητέρας στη γυναίκα-εκδικήτρια, τη γυναίκα-τιμωρό, την αβυσσαλέα γυναίκα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο θεωρητικά όσο και υποκριτικά. «H Κλυταιμνήστρα εμφανίζεται να έχει την αίσθηση της γενικότερης προδοσίας. Δεν πιστεύει πλέον στα θαύματα. Ακόμη και να μην την έσφαζε ο Αγαμέμνονας την Ιφιγένεια, εκείνη εμφανίζεται αδύναμη να πιστέψει το παραμικρό».


H Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, έχοντας ερμηνεύσει ξανά Κλυταιμνήστρα στο παρελθόν – στον μονόλογο της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ -, υποστηρίζει πως για τον ηθοποιό, και όχι μόνο, η προσέγγιση του ίδιου προσώπου από διαφορετική οπτική είναι ερεθιστική. Γι’ αυτό και επιμένει πως αν «κάποιος έπαιζε τον κύκλο των Ατρειδών, ο κόσμος θα συντασσόταν με την Κλυταιμνήστρα, ενώ τώρα την έχουμε ταυτίσει με την κακιά, εκδικητική τιμωρό».


Το φθινόπωρο θα τη βρει και πάλι στην Αθήνα, όπου με την Ολια Λαζαρίδου και τον Σταμάτη Φασουλή θα πρωταγωνιστήσουν στο έργο του Χάρολντ Πίντερ «Old times», σε μετάφραση και σκηνοθεσία Στ. Φασουλή.


H παράσταση του έργου του Ευριπίδη «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» ανεβαίνει από το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας σε μετάφραση K. X. Μύρη, σκηνοθεσία Θ. Μουμουλίδη, σκηνικό – κοστούμια Γιώργου Πάτσα, μουσική Γιώργου Ανδρέου, επιμέλεια κίνησης Μαριέλλας Νέστορα. Παίζουν οι ηθοποιοί: Στέλιος Μάινας, Γιώργος Βελέντζας, Γιάννης Νταλιάνης, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Μαρία Πρωτόπαππα, Νίκος Κουρής. Κορυφαία η Ελένη Τσαλιγοπούλου. H πρεμιέρα θα δοθεί στις 25 Ιουνίου στο Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας. Θα ακολουθήσει περιοδεία σε όλη την Ελλάδα, στην Κύπρο και σε δύο ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Στις 4 και 5 Σεπτεμβρίου θα δοθούν δύο παραστάσεις στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού.