Μπορεί η Αθήνα ήδη να μετρά πολλές παραστάσεις, η Θεσσαλονίκη όμως σηκώνει αυλαία λίγο αργότερα. Ωστόσο, μέσα σε έναν μήνα οι πρεμιέρες που έχουν προγραμματιστεί είναι πολλές. Πρωταγωνιστές των θεατρικών δρωμένων το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι και η δραστηριότητα των υπόλοιπων θεατρικών οργανισμών κρίνεται αμελητέα. Πολλές οι παραστάσεις που έχουν προγραμματιστεί και ενδιαφέρον το σκεπτικό βάσει του οποίου έχει αναπτυχθεί το ρεπερτόριο των δύο θεατρικών οργανισμών.
Οι σκηνές του ΚΘΒΕ ανοίγουν η μια πίσω από την άλλη: στο μικρό θέατρο της Μονής Λαζαριστών «Ο Οίκος του Μπάτλερ / με αφορμή τον Ιππόλυτο» (Living Quarters) του Μπράιαν Φρίελ σε σκηνοθεσία Γλυκερίας Καλαϊτζή, στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών οι «Τρεις Υψηλές Γυναίκες» του Εντουαρντ Αλμπι σε σκηνοθεσία Τάσου Μπαντή, στη Μονή Λαζαριστών-Σκηνή Σωκράτης Καραντινός «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του Ευγένιου Ο’Νιλ, σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά.
Ο διευθυντής του ΚΘΒΕ Βίκτωρ Αρδίττης αναλύοντας το σκεπτικό του ρεπερτορίου τονίζει ότι «εφέτος είναι πολυδιάστατο και ισορροπημένο, με έργα από την Τουρκία, τη Ρωσία, την Αμερική, την Ιρλανδία, τη Γαλλία, την Αγγλία και βέβαια την Ελλάδα, που φιλοδοξούν να ανταποκριθούν στις προσδοκίες πολλών και διαφορετικών κατηγοριών κοινού. Μια πολυμορφία έργων και προσεγγίσεων με ειδική έμφαση στο χιούμορ. Σχεδιάζεται ένα πρόγραμμα για τις πέντε θεατρικές σκηνές του ΚΘΒΕ, με καλλιτεχνικούς συντελεστές, αντάξιους του κύρους και του πνευματικού ρόλου του. Στις σκηνές του ΚΘΒΕ θα συνυπάρξουν παλαιοί, δοκιμασμένοι και γνώριμοι ηθοποιοί με πρωτοεμφανιζόμενους αποφοίτους της Δραματικής Σχολής του». Σχολιάζοντας το θεατρικό τοπίο, έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια στη Θεσσαλονίκη, ο κ. Αρδίττης επισημαίνει ότι καταγράφονται ραγδαίες αλλαγές «προς όφελος, ελπίζουμε, του θεατρόφιλου κοινού αλλά και της τέχνης του θεάτρου. Εξι θεατρικά σχήματα θα επιχορηγηθούν εφέτος από το ΥΠΠΟ, ενώ μια πλειάδα θιάσων του ελευθέρου θεάτρου εγκαθίστανται πλέον, για μικρότερα ή μεγαλύτερα διαστήματα, στη Θεσσαλονίκη διεκδικώντας ένα μερίδιο του κοινού της. Σε αυτό το πλαίσιο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, έστω και αν δεν αποτελεί πια τη μόνη εστία θεατρικής δημιουργίας στην πόλη, έστω και αν είναι συχνά δυσκίνητο και με εσωτερικά προβλήματα, εξακολουθεί να είναι ένας τεράστιος οργανισμός-ομπρέλα, που με την επιβλητική παρουσία του σφραγίζει και καθοδηγεί τη θεατρική ζωή της Θεσσαλονίκης».
Από την πλευρά του ο Νικηφόρος Παπανδρέου σχολιάζοντας τις επιλογές της Πειραματικής Σκηνής λέει ότι οι τρεις νέες παραγωγές της φετινής σεζόν «έχουν έναν υπόγειο, κοινό άξονα: τις σχέσεις εξουσίας σε επίπεδο τάξεων, φύλων και φυλών. H αρχή έγινε με το έργο του Μπρεχτ “Ο κύριος Πούντιλα και ο άνθρωπός του ο Μάτι”, που σκηνοθέτησε ο Νίκος Αρμάος. Μερικοί φίλοι μάς λένε ότι, μετά τις ιστορικές αλλαγές που έγιναν στην Ευρώπη, ο Μπρεχτ έχει ξεπεραστεί. Υπαινίσσονται το τραγικό ναυάγιο κάποιων συλλογικών οραμάτων, αλλά κάνουν λάθος. Ο Μπρεχτ δεν μιλάει στα έργα του για τον καταρρεύσαντα σοσιαλισμό, αλλά για τον καπιταλισμό, ο οποίος καλά κρατεί, καλύτερα από ποτέ… Θα ακολουθήσει, γύρω στα Χριστούγεννα, ένα άπαιχτο στην Ελλάδα έργο, τα “Εργαζόμενα κορίτσια” (“Factory girls”) του Φρανκ Μακ Γκίνες, σε σκηνοθεσία της Γλυκερίας Καλαϊτζή. Το θέμα είναι εντελώς επίκαιρο: ένα εργοστάσιο κινδυνεύει να κλείσει, πέντε εργάτριες απειλούνται με απόλυση. Αυτό που είναι διαχρονικό σχετίζεται με την ψυχογραφική ικανότητα του συγγραφέα, με τη μελέτη των σχέσεων που αναπτύσσονται ανάμεσα στις γυναίκες, με το ευθύβολο χιούμορ του. Τέλος, το έργο του Σαίξπηρ «Ο έμπορος της Βενετίας», που ανεβάζει ο Νίκος Χουρμουζιάδης στο τέλος Φεβρουαρίου, είναι μια περίτεχνη αναγεννησιακή ερωτική κωμωδία, αλλά συγχρόνως και μια αναφορά στο επώδυνο θέμα του ρατσισμού. Παράλληλα, θα παίζεται για δεύτερη χρονιά η “Οικογένεια Νώε” της Ξένιας Καλογεροπούλου και του Θωμά Μοσχόπουλου. Και μια παράσταση περιοδείας: οι αριστοφανικές “Εκκλησιάζουσες”, σε σκηνοθεσία του Νίκου Χουρμουζιάδη, οι οποίες, με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Θεατρικής Σύμβασης και την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού, στο τέλος της σαιζόν θα παιχτούν στη Λιθουανία, στη Γαλλία και στη Ρουμανία».
Καταλήγοντας σε μια γενική διαπίστωση ο N. Παπανδρέου τονίζει ότι «για τα φετινά έργα υπάρχει μια ειδική σκόπευση. Μας ενδιέφερε ένα ρεπερτόριο που να συνδυάζει τη θεατρική απόλαυση με τον στοχασμό, που να θέτει ακόμη μία φορά το ζήτημα της σχέσης μας με τους άλλους, της ιδιότητάς μας ως πολιτών. Δεν συμφωνούμε με την άποψη ότι η πολιτική σκέψη είναι πια ντεμοντέ, ότι με έργα “σκληρά”, με έργα “προκλητικά”, με “έργα-γροθιά στο στομάχι” θα αγγίξουμε το σημερινό κοινό. Μας ενδιαφέρει η ανθρώπινη περιπέτεια, το θέατρο που μας βοηθάει να ζήσουμε, να βρούμε τη θέση μας μέσα στον μεγάλο κόσμο. Πώς να το κάνουμε, δεν είμαστε in, είμαστε μια οπισθοδρομική κομπανία, άλλωστε το θέατρο είναι από τη φύση του αρχαϊκό, μια χειροτεχνική κατασκευή στα χρόνια της βιομηχανικής παραγωγής. Αυτή είναι η ιδιαιτερότητά του και αυτή είναι η δύναμή του».



