Η συμπλήρωση ενός έτους από την έναρξη του πολέμου κατά της Γιουγκοσλαβίας, ακριβέστερα από την έναρξη των εκ του ασφαλούς βομβαρδισμών στρατιωτικών στόχων και απροστάτευτων αμάχων αδιακρίτως, έδωσε την αφορμή για πολλές και σοβαρές αναλύσεις τόσο στον ελληνικό όσο και στον διεθνή Τύπο.


Ολες αυτές οι αναλύσεις συγκλίνουν σε ένα θεμελιώδες πόρισμα, ότι δηλαδή όχι μόνο απέτυχε η επίλυση του προβλήματος, αλλά ότι η κατάσταση στο Κοσσυφοπέδιο εξακολουθεί να παραμένει συγκεχυμένη και να εγκυμονεί ολοένα μεγαλύτερους κινδύνους και αβεβαιότητα για το μελλοντικό status των συνόρων, όπως αποδεικνύει η αυξανόμενη ένταση των τελευταίων ημερών στη Μιτροβίτσα.


Ατυχώς, η συζήτηση για το μείζον αυτό θέμα χάθηκε στη χώρα μας μέσα στην τύρβη της πολιτικής αντιπαραθέσεως, εν όψει της επικείμενης εκλογικής αναμετρήσεως, και έτσι η κοινή γνώμη ψήγματα μόνο αυτής της συζητήσεως αντελήφθη και ας ελπίσουμε ότι δεν θα βρεθεί και πάλι απληροφόρητη και απροετοίμαστη στην περίπτωση απευκταίων εξελίξεων.


Το ζήτημα, όμως, που δεν ετέθη, και πάντως όλως διόλου παρασιωπήθηκε σε αυτόν τον διάλογο, ήταν η θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας σε όλη αυτή την αναμέτρηση.


Η Σερβική Εκκλησία έχει, ως γνωστόν, τις ρίζες της στο Κοσσυφοπέδιο. Η Αρχιεπισκοπή Σερβίας ανυψώθηκε το 1346 σε Πατριαρχείο με έδρα το Πέκιο, ο εκάστοτε δε Πατριάρχης Σερβίας φέρει και σήμερα ακόμη τον τίτλο του «Αρχιεπισκόπου Πεκίου και Μητροπολίτη Βελιγραδίου και Καρλοβικίου».


Η θέση της Σερβικής Εκκλησίας, μία θέση εξ αρχής σαφής και μετριοπαθής, είχε διατυπωθεί ήδη σε διακήρυξη της Ιεραρχίας της Σερβικής Εκκλησίας στις 7 Φεβρουαρίου 1999. Στη διακήρυξη αυτή, αφού τονιζόταν ότι το Κόσοβο είναι το κέντρο της Σερβικής Εκκλησίας και του Σερβικού Κράτους και πως ό,τι συνιστά για τους Εβραίους η Ιερουσαλήμ ή για τους Αγγλους το Λονδίνο, το αυτό σημαίνει για τον σερβικό λαό το Πέκιο και η Πριζρένη, δηλωνόταν απερίφραστα ότι και στο Κόσοβο, όπως και σε κάθε άλλο μέρος της γης, θα πρέπει να εξασφαλισθούν για όλους τους ανθρώπους τα ίδια δικαιώματα στη ζωή, στην ιδιοκτησία, στη γλώσσα, στη θρησκεία, στις παραδόσεις, τα ίδια δικαιώματα για δημιουργική ελευθερία και ανάπτυξη.


Παρά ταύτα, το αίτημα του Πατριάρχη Σερβίας Παύλου, της ασκητικής αυτής μορφής, για συμμετοχή αντιπροσωπείας της Σερβικής Εκκλησίας στη Διάσκεψη του Ραμπουγέ απορρίφθηκε, όπως αποκλείστηκε και η συμμετοχή εκπροσώπων της Εκκλησίας έστω ως παρατηρητών. Ο Επίσκοπος Ράσκας και Πριζρένης Αρτέμιος, στον οποίο ανήκει η περιοχή του Κοσσυφοπεδίου, δήλωσε έξω από τον Πύργο Ραμπουγέ ότι η μόνη λύση για τη Σερβία είναι να γίνει μία δημοκρατική χώρα και αυτό δεν μπορεί να γίνει όσο ο Μιλόσεβιτς βρίσκεται στην εξουσία και τόνισε ότι η σερβική αντιπροσωπεία στις διαπραγματεύσεις αυτές εκπροσωπεί μόνο δύο κόμματα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Μιλόσεβιτς και τους Νεοκομμουνιστές της συζύγου του, της Μίρα Μάρκοβιτς.


Η πρόταση της Σερβικής Εκκλησίας τη στιγμή εκείνη συνοψιζόταν στη δημιουργία αλβανικών και σερβικών καντονίων σε ένα, εντός των συνόρων της Γιουγκοσλαβίας, αυτόνομο Κοσσυφοπέδιο, με διασφάλιση ενός ειδικού, εξωκρατικού, καθεστώτος για τις ιστορικές σερβικές Μονές της περιοχής.


Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι κυνικοί βομβαρδισμοί των νατοϊκών δυνάμεων, οι οποίοι, παρά τις πολλές και πολλαχόθεν εκκλήσεις, συνεχίστηκαν ακόμη και τις ημέρες του Πάσχα και τελικώς οδήγησαν απλώς σε μία τραγωδία, μία τραγωδία τόσο για τον σερβικό λαό όσο και για όλες τις εθνικές ομάδες στο Κοσσυφοπέδιο.


Η μετριοπαθής πάντως θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας έχει καταστήσει τελικώς τον Επίσκοπο Ράσκας και Πριζρένης Αρτέμιο περιζήτητο σήμερα συνομιλητή, ακόμη και για τον εντεταλμένο της αντιπροσωπείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στο Κοσσυφοπέδιο Μπερνάρ Κουσνέρ.


Ο κ. Ι. Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.