Η αμερικανίδα τουρίστρια στο φυλάκιο του Λήδρα Πάλας στη Λευκωσία θέλει να περάσει στην τουρκοκυπριακή πλευρά. Οταν οι ελληνοκύπριοι αστυνομικοί βλέπουν το σακίδιό της, της ζητούν να το αφήσει στο γραφείο τους και να το παραλάβει κατά την επιστροφή της το απόγευμα. Η Αμερικανίδα απογοητεύεται. Σκόπευε να διανυκτερεύσει στην άλλη πλευρά. Δεν γνώριζε όμως ότι αυτό είναι αδύνατο. Για να διασχίσει κάποιος τη νεκρή ζώνη που χωρίζει τον ελληνοκυπριακό από τον τουρκοκυπριακό τομέα της Λευκωσίας πρέπει να έχει διαβατήριο τρίτης χώρας (δηλαδή όχι ελληνικό ή κυπριακό, ούτε άλλου κράτους – λ.χ. Αυστραλίας – αλλά με καταφανώς ελληνικό όνομα κατόχου), πρέπει να έχει περάσει απέναντι ως τη 1 μ.μ. και να επιστρέψει ως τις 5 μ.μ. Και βεβαίως δεν πρέπει να έχει μαζί του αποσκευές.


Προτού περάσω στον τουρκοκυπριακό τομέα, η κάθε πλευρά με προειδοποιούσε να προσέξω την άλλη διότι θα μου δημιουργούσε δυσκολίες και ίσως να μην μου έδινε την άδεια. Τελικά το πρόβλημα λύθηκε με ένα φαξ προς το υπουργείο Εξωτερικών και Αμυνας του ψευδοκράτους και ένα φαξ από το ελληνοκυπριακό γραφείο Τύπου και Πληροφοριών προς το φυλάκιο του Λήδρα Πάλας. Υστερα από τα λίγες δεκάδες μέτρα που αποτελούν τη νεκρή ζώνη, μπροστά από το ξενοδοχείο της δεκαετίας του ’60 που σήμερα φιλοξενεί κυανόκρανους του ΟΗΕ και αποτελεί ουδέτερο χώρο συνάντησης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, νέες διατυπώσεις στο τουρκοκυπριακό φυλάκιο. Οι οποίες βεβαίως δεν περιλαμβάνουν την υπογραφή ενός εγγράφου αποδοχής του «τουρκοκυπριακού κράτους» (που αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία).


«Ποτέ δεν απαιτούσαμε την υπογραφή τέτοιου εγγράφου» υποστηρίζει ο εκπρόσωπος του τουρκοκυπριακού γραφείου πληροφοριών που περιμένει στο φυλάκιο για να με παραλάβει. Ενας από τους υπαλλήλους ανοίγει μπροστά μου το μεσαίο δισέλιδο της εφημερίδας «Kibris», η οποία είναι καθεστωτική και με κυκλοφορία 10.000 φύλλα την ημέρα είναι η μεγαλύτερη στα Κατεχόμενα, και μου δείχνει τις φωτογραφίες από την «ιστορική», όπως χαρακτηρίζεται, διαδήλωση της προηγούμενης ημέρας. «Πενήντα χιλιάδες διαδηλωτές ζήτησαν λύση του Κυπριακού και ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση» με πληροφορεί περιχαρής – φουσκώνοντας ίσως λίγο τον αριθμό -, με έντονη λονδρέζικη προφορά. Είναι ένας από τους πολλούς Τουρκοκυπρίους του Λονδίνου.


Το δισέλιδο της «Kibris» που κρατά υπερήφανος μπροστά μου διαψεύδει και μόνο με την ύπαρξή του τις πληροφορίες ότι τα καθεστωτικά μέσα ενημέρωσης των Κατεχομένων αγνόησαν την πρωτοφανή σε μαζικότητα διαδήλωση και δεν ανέφεραν ούτε λέξη γι’ αυτήν. Οπως με πληροφορούν άλλοι Τουρκοκύπριοι όμως, ο τηλεοπτικός σταθμός Bairak αφιέρωσε μόνο ελάχιστα λεπτά στη διαδήλωση αυτή, που ήταν κατά του Ραούφ Ντενκτάς, εν αντιθέσει με την πλήρη κάλυψη προηγούμενης – πολύ μικρότερης – διαδήλωσης την οποία είχαν διοργανώσει καθεστωτικοί.


Μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Κοπεγχάγης, την οποία πληροφορούμαι ότι «όλοι παρακολουθούσαν με αγωνία καρφωμένοι στις τηλεοράσεις», οι Τουρκοκύπριοι βιώνουν έναν βαθύ διχασμό. Από τη μία πλευρά, οι καθεστωτικοί, οι οποίοι θεωρούν ότι στη λύση του Κυπριακού πάνω απ’ όλα προέχει «να μην αναγκαστούν Τουρκοκύπριοι να φύγουν από τα σπίτια τους λόγω των εδαφικών προσαρμογών, δηλαδή να μην προσπαθήσουμε να λύσουμε το πρόβλημα των (σ.σ.: ελληνοκυπρίων) προσφύγων δημιουργώντας ένα άλλο πρόβλημα προσφύγων», όπως τονίζει σε συνέντευξή του προς «Το Βήμα» ο πρωθυπουργός του ψευδοκράτους Ντερβίς Ερογλου.


Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση και όσοι διαδηλώνουν απαιτώντας την παραίτηση του κ. Ντενκτάς είναι πρόθυμοι να κάνουν τις απαραίτητες παραχωρήσεις προκειμένου να υπογραφεί λύση και να επιτευχθεί η πολυπόθητη ένταξη στην ΕΕ. «Πρόσφατη δημοσκόπηση ανάμεσα στους κατοίκους της Μόρφου (σ.σ.: περιοχή η οποία σύμφωνα με το σχέδιο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Αναν θα επιστραφεί στους Ελληνοκυπρίους) έδειξε ότι το 70% δέχονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους για το αμοιβαίο καλό των δύο κοινοτήτων» λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο Μουσταφά Ακιντζή, πρώην δήμαρχος της τουρκοκυπριακής Λευκωσίας και ένας από τους δημοφιλέστερους πολιτικούς της αντιπολίτευσης.


Στα 14 χρόνια που διετέλεσε δήμαρχος ο κ. Ακιντζή είχε στενή συνεργασία με τον ελληνοκύπριο ομόλογό του Λέλλο Δημητριάδη με τον οποίο εφάρμοσε το περίφημο σχέδιο για το κοινό αποχετευτικό σύστημα της Λευκωσίας ώστε να μην υπάρξουν δυσκολίες σε αυτόν τον τομέα όταν επανενωθεί η πρωτεύουσα. Προς το παρόν όμως τα δύο «μισά» της πόλης, αν και ενωμένα υπογείως, απέχουν πολύ υπεργείως. Παράδειγμα οι τηλεπικοινωνίες: για να καλέσει κάποιος έναν αριθμό σταθερού ή κινητού τηλεφώνου στη Βόρεια Κύπρο, πρέπει να χρησιμοποιήσει τον κωδικό της Τουρκίας, 0090. Μόλις όμως σχηματίσει τον κωδικό αυτόν σε ελληνοκυπριακό τηλέφωνο, θα πληροφορηθεί ότι υπάρχει φραγή και η γραμμή θα κοπεί. Η Κύπρος και η Τουρκία δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις και, ως εκ τούτου, ούτε τηλεφωνικές. Αν βεβαίως συνδεθεί μέσω του κινητού του με ένα από τα δύο τουρκικά δίκτυα κινητής τηλεφωνίας (των οποίων η εμβέλεια καλύπτει μεγάλο μέρος της ελληνοκυπριακής πλευράς, διότι οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας είναι αδύνατο να ακολουθήσουν τα όρια μιας Πράσινης Γραμμής στο έδαφος), μπορεί να καλέσει τη Βόρεια Κύπρο κάνοντας τοπικό και όχι διεθνές τηλεφώνημα.


Η Κύπρος και η Τουρκία δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις διότι τεχνικά παραμένουν σε εμπόλεμη κατάσταση. Κανένας με κυπριακό διαβατήριο δεν μπορεί να επισκεφθεί την Τουρκία και το αντίστροφο. Οι τούρκοι έποικοι που εγκαταστάθηκαν στο νησί μετά το 1974 αποτελούν ένα από τα κυριότερα «αγκάθια» για τους Ελληνοκυπρίους επειδή αλλάζουν τα δημογραφικά δεδομένα. Το πόσοι είναι αυτοί παραμένει επτασφράγιστο μυστικό. «Δεν είναι εύκολο να σας δώσω ακριβή αριθμό» λέει ο πρωθυπουργός του ψευδοκράτους κ. Ερογλου. «Το 1975 ήρθαν περίπου 30.000-35.000 άτομα από την Τουρκία. Εγκαταστάθηκαν με τις οικογένειές τους, τα παιδιά τους μεγάλωσαν, παντρεύτηκαν, έκαναν παιδιά και αυξήθηκε ο αριθμός».


«Οσοι δηλώνουν ότι «αυτό το νησί ανήκει στους Κυπρίους» (σ.σ.: ρεύμα που υπάρχει και στις δύο κοινότητες για να τονίσει ότι η λύση μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ξένες – τουρκικές και ελληνικές – επεμβάσεις) δεν είναι αναγκαστικά κατά των εποίκων» προσθέτει ο κ. Ερογλου. Και η εκπομπή του τούρκου δημοσιογράφου Μεχμέτ Αλί Μπιράντ στην οποία είδαμε τουρκοκύπριους φοιτητές να λογομαχούν έντονα με τούρκους συμφοιτητές τους για το μέλλον της Κύπρου; «Στόχος του Μπιράντ είναι να δείξει στην Τουρκία ότι οι Τουρκοκύπριοι δεν συμπαθούν τους Τούρκους. Επέλεξε τους κατάλληλους φοιτητές και τους έβαλε να τσακωθούν μεταξύ τους για να προωθήσει τον στόχο του» απαντά ο κ. Ερογλου, γιατρός ουρολόγος το επάγγελμα και πρωθυπουργός του ψευδοκράτους από το 1996.


«Γιατί να κάνει κάτι τέτοιο ο κ. Μπιράντ;» τον ρωτάμε. «Ηθελε να στείλει ένα μήνυμα στον τουρκικό λαό: Κοιτάξτε οι Τουρκοκύπριοι δεν μας συμπαθούν, άρα πρέπει να αποσυρθούμε από την Κύπρο. Πρέπει να «πουλήσουμε» την Κύπρο» είναι η εξήγηση του κ. Ερογλου. Παραδέχεται όμως ότι υπάρχει μια αντίδραση από τους Τουρκοκυπρίους κατά των Τούρκων που φθάνουν σαν λαθρομετανάστες στο νησί. Αυτοί αποτελούν φαινόμενο των τελευταίων ετών και συχνά επιχειρούν να περάσουν στην ελληνοκυπριακή πλευρά.


Ο κ. Ερογλου ηγείται του Κόμματος Εθνικής Ενότητας, το οποίο με 20 βουλευτές είναι το μεγαλύτερο στη Βουλή του ψευδοκράτους. Πιστεύεται ότι πολλοί από τους ψηφοφόρους του, όπως και από τους ψηφοφόρους του κ. Ντενκτάς, είναι τούρκοι έποικοι. Οι Ελληνοκύπριοι υποστηρίζουν ότι οι έποικοι φθάνουν τις 130.000, ο πρώην δήμαρχος της κατεχόμενης Λευκωσίας κ. Ακιντζή γνωρίζει μόνο ότι «πριν από πολύ καιρό έφθαναν τις 40.000 ή 45.000».


«Οι έποικοι που εγκαταστάθηκαν πριν από χρόνια στην Κύπρο και σύμφωνα με το σχέδιο Αναν θα γίνουν πολίτες της ΕΕ είναι υπέρ της εξεύρεσης λύσης. Οσοι όμως έλαβαν πρόσφατα την τουρκοκυπριακή υπηκοότητα προκειμένου να έχουν δικαίωμα ψήφου είναι αντίθετοι προς τη λύση» λέει ο κ. Ακιντζή. Στα σχολεία που βρίσκονται στην παλαιά πόλη της Λευκωσίας, προσθέτει, «το 99% των μαθητών είναι παιδιά εποίκων».


«Οι Τούρκοι θα είναι Τούρκοι» * Τι υποστηρίζει ο Ντερβίς Ερογλου, πρωθυπουργός του ψευδοκράτους


Παρά το γεγονός ότι την προηγούμενη ημέρα είχε πραγματοποιηθεί η μαζικότερη διαδήλωση στην ιστορία κατά του Ραούφ Ντενκτάς, στους δρόμους δεν βλέπουμε κανέναν αστυνομικό ή στρατιώτη. Ο πρωθυπουργός του ψευδοκράτους κ. Ντερβίς Ερογλου προσπαθεί να υποβαθμίσει τη σημασία της διαδήλωσης. «Το κύριο αίτημα των διαδηλωτών ήταν η λύση του Κυπριακού και η ένταξη στην ΕΕ. Οι διοργανωτές απαίτησαν την παραίτηση του Ραούφ Ντενκτάς, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι συμμετέχοντες συμφωνούσαν με αυτό το αίτημα» λέει στη συνέντευξη που μας παραχώρησε στο γραφείο του, στο πρωθυπουργικό μέγαρο, σε μια γειτονιά της κατεχόμενης Λευκωσίας όπου είναι συγκεντρωμένα υπουργεία και κυβερνητικά κτίρια. Αλλωστε, παρατηρεί, οι Τουρκοκύπριοι διαδήλωσαν υπέρ της λύσης ενώ οι Ελληνοκύπριοι έχουν διαδηλώσει κατά.


Ο κ. Ερογλου τονίζει ότι όλοι οι Τουρκοκύπριοι επιθυμούν ειρήνη και ένταξη στην ΕΕ αλλά οι παραχωρήσεις που δηλώνει διατεθειμένος να κάνει υπολείπονται των προσδοκιών της άλλης πλευράς ή του σχεδίου Αναν. «Μπορούν να γίνουν ορισμένες εδαφικές προσαρμογές, όπως να επιστρέψουμε την Αμμόχωστο στους Ελληνοκυπρίους (σ.σ.: η πόλη – «πόλη-φάντασμα» τη χαρακτηρίζουν – έχει μείνει ακατοίκητη από το 1974 προκειμένου να επιστραφεί κάποτε). Μπορούμε επίσης να τους δώσουμε τη νεκρή ζώνη, η οποία καλύπτει το 3% του νησιού. Και ίσως μπορούμε να μετακινήσουμε λίγο τα σύνορα προς Βορράν ώστε να εγκατασταθούν εκεί μερικοί Ελληνοκύπριοι. Αλλά η κύρια ιδέα είναι οι εδαφικές προσαρμογές να μετακινήσουν όσο το δυνατόν λιγότερους Τουρκοκυπρίους από τα σπίτια τους» λέει.


Οι Τουρκοκύπριοι, οι οποίοι αποτελούσαν το 18% του πληθυσμού του νησιού πριν από το 1974, κατέχουν το 38% του εδάφους. Συνεπώς αυτό που μπορούν να παραχωρήσουν για να λάβουν ως αντάλλαγμα τα πολυπόθητα συνταγματικά δικαιώματα που στερούνται ως μη αναγνωρισμένη οντότητα είναι γη. Ο κ. Ερογλου δηλώνει ότι «οι Τουρκοκύπριοι πρέπει να είναι ίσοι με τους Ελληνοκυπρίους και όχι υπό αυτούς». Πιστεύει ότι το σχέδιο Αναν δεν τους καλύπτει ως προς αυτό. «Το Σύνταγμα του 1960 έδινε στους Τουρκοκυπρίους δικαίωμα βέτο ενώ το σχέδιο Αναν δεν προβλέπει κάτι τέτοιο. Επιπλέον, για να λαμβάνονται αποφάσεις στο Υπουργικό Συμβούλιο (σ.σ.: το οποίο θα αποτελείται από τέσσερις Ελληνοκυπρίους και δύο Τουρκοκυπρίους) θα αρκεί η ψήφος ενός μόνο Τουρκοκυπρίου. Οσον αφορά το δικαίωμα βέτο και τη λήψη αποφάσεων, θα είμαστε πιο αδύναμοι σε σχέση με το 1960» λέει.


Ο κ. Ερογλου δηλώνει πως καμία από τις δύο πλευρές δεν μπορεί να ξεχάσει τη μητέρα πατρίδα της. «Οι Τούρκοι θα είναι Τούρκοι και οι Ελληνες Ελληνες» λέει. Ενα μέλος της Βουλής του ψευδοκράτους που είναι παρών στη συζήτησή μας με τον πρωθυπουργό δηλώνει: «Δεν είναι ρεαλιστικό να ξεχάσουμε την τουρκική ή την ελληνική καταγωγή μας και να σχηματίσουμε ένα κυπριακό έθνος».


«Δεν τολμούν να μας φυλακίσουν» * Τι απαντά ο Μουσταφά Ακιντζή, εκ των ηγετών της αντιπολίτευσης


Η προσκόλληση στο παρελθόν είναι από τις κύριες κατηγορίες που η τουρκοκυπριακή αντιπολίτευση προσάπτει στο καθεστώς του Ραούφ Ντενκτάς. Το ίδιο τού προσάπτει και μεγάλο μέρος του λαού, κυρίως οι νέοι, οι οποίοι επιθυμούν εντονότερα την ένταξη στην ΕΕ για να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον.


«Ο τουρκοκυπριακός λαός είναι αποφασισμένος να βρει λύση» μας λέει ο κ. Ακιντζή, ο οποίος ως το 1999 ήταν ηγέτης του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος των Τουρκοκυπρίων και σήμερα είναι βουλευτής (στη Βόρεια Κύπρο το 70% ψηφίζει δεξιά και κεντροδεξιά κόμματα και το 30% αριστερά και κεντροαριστερά). «Η δυναμική που έχει δημιουργηθεί στην τουρκοκυπριακή κοινή γνώμη είναι δύσκολο να ανακοπεί» λέει. Κατά την άποψή του σωστότερο θα ήταν η λύση να υπογραφεί από τον Ραούφ Ντενκτάς και τον Γλαύκο Κληρίδη, οι οποίοι «διαπραγματεύονται το Κυπριακό από το 1968». Εκτιμά όμως ότι ο τουρκοκύπριος ηγέτης δεν είναι διατεθειμένος να υπογράψει λύση ως τις 28 Φεβρουαρίου, προκειμένου οι δύο κοινότητες του νησιού να ενταχθούν μαζί στην ΕΕ. «Αναφέρεται στον Μάρτιο, δεν φαίνεται να κατανοεί τη σημασία της 28ης Φεβρουαρίου» παρατηρεί ο κ. Ακιντζή.


Πώς μπορεί λοιπόν να παραμεριστεί ο τουρκοκύπριος ηγέτης, ο οποίος εξελέγη το 2000 και δεν προβλέπονται εκλογές πριν από το 2005; Ο κ. Ακιντζή πιστεύει ότι «αν ο Ραούφ Ντενκτάς δεν αλλάξει τη στάση του, θα μπορούσε να επισπευσθεί το δημοψήφισμα στη Βόρεια Κύπρο και να ερωτηθεί ο λαός αν εγκρίνει το σχέδιο Αναν». Σε περίπτωση που χαθεί η προθεσμία της 28ης Φεβρουαρίου, ο κ. Ακιντζή εκτιμά ότι θα δυσκολέψει η κατάσταση.


«Στη Βουλή της Βόρειας Κύπρου λ.χ. εκκρεμεί νομοσχέδιο που στοχεύει στο να εμποδίσει τους Τουρκοκυπρίους να παίρνουν ελληνοκυπριακό και ευρωπαϊκό διαβατήριο» λέει. «Αν τα πράγματα πάνε στραβά, θα προωθηθεί αυτό το νομοσχέδιο και όσοι κάνουν αίτηση για άλλο διαβατήριο θα τιμωρούνται όχι μόνο με χρηματική ποινή αλλά και με φυλάκιση».


Δεν φοβάται πως μπορεί να υποστεί συνέπειες λόγω του ότι επικρίνει ανοιχτά το καθεστώς του κ. Ντενκτάς, τον ρωτάμε επικοινωνώντας μαζί του τηλεφωνικώς την περασμένη Πέμπτη. «Είμαι βέβαιος ότι η τηλεφωνική μας συζήτηση είναι αντικείμενο υποκλοπής. Οσοι επικρίνουν τα γεράκια της Αγκυρας και τον Ραούφ Ντενκτάς δεν περνούν ευχάριστα» απαντά. «Οποιος όμως επιθυμεί λύση πρέπει να συγκρουστεί. Δεν πιστεύω ότι θα τολμήσουν να μας φυλακίσουν τώρα. Δεν έχουν καμία δικαιολογία. Αλλωστε ό,τι και αν κάνουν πρέπει να ακολουθήσουν μια ορισμένη διαδικασία, να μας περάσουν από δικαστήριο» λέει. Ο κ. Ακιντζή τονίζει πως ό,τι κάνει το κάνει για το καλό του νησιού.


Ευπρόσδεκτη η κυπριακή λίρα * Οι καταστηματάρχες δεν προτιμούν συναλλαγές με το δικό τους νόμισμα λόγω της υποτίμησης


Η Πράσινη Γραμμή χωρίζει την παλαιά πόλη της Λευκωσίας στα δύο. Περνώντας από τη μία πλευρά στην άλλη, βλέπουμε τα ίδια ενετικά τείχη να συνεχίζονται στον τουρκοκυπριακό τομέα αλλά όλα τα υπόλοιπα να υπάρχουν σε λίγο μικρότερο μέγεθος: ο κόσμος είναι λιγότερος, τα αυτοκίνητα πιο αραιά, τα κτίρια χαμηλότερα, οι τιμές πολύ χαμηλότερες. Οι τουρκοκύπριοι καταστηματάρχες και εστιάτορες δέχονται με χαρά την κυπριακή λίρα, ακόμη και στην Κερύνεια, στο βόρειο άκρο του νησιού, όχι απλώς γύρω από την Πράσινη Γραμμή. Οπως μας εξηγούν, την προτιμούν από την τουρκική λίρα, το επίσημο νόμισμα των Τουρκοκυπρίων, «επειδή τα τελευταία χρόνια έχει υποτιμηθεί».


Στην κεντρική Πλατεία Ατατούρκ ένα παιδάκι που κρατά μια ζυγαριά μάς πλησιάζει ζητώντας να μας ζυγίσει έναντι μικρού αντιτίμου. Οι Τουρκοκύπριοι μας εξηγούν ότι «όλοι οι ζητιάνοι είναι τούρκοι έποικοι, όπως και όλες οι γυναίκες που φορούν μαντίλα. Τουρκοκύπρια δεν υπάρχει περίπτωση να φορέσει μαντίλα διότι είμαστε πολύ κοσμικοί. Πολλοί από εμάς δεν γνωρίζουν ούτε πώς να προσευχηθούν».


Λίγοι τουρίστες περπατούν στους δρόμους και επισκέπτονται το Μπουγιούκ Χαν (χάνι του 16ου αιώνα) ή την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Και τα δύο αξιοθέατα είναι σε καλή κατάσταση, ανακαινισμένα. Ο συνοδός μας από το τουρκοκυπριακό γραφείο πληροφοριών προτείνει να επισκεφθούμε το Μουσείο της Βαρβαρότητας. Το μουσείο αυτό, με το μάλλον ατυχές όνομα, στεγάζεται στο σπίτι όπου το 1963 Ελληνοκύπριοι είχαν δολοφονήσει τις δύο οικογένειες Τουρκοκυπρίων που ζούσαν εκεί. Περιλαμβάνει φωτογραφίες από τουρκοκύπριους αμάχους που δολοφονήθηκαν τη δεκαετία του ’60 από ελληνοκύπριους εξτρεμιστές. «Εμείς είμαστε τα θύματα της δεκαετίας του ’60 και εσείς του ’70» μας λέει εκφράζοντας την αγωνία ότι πληροφορούμαστε μόνο όσα υποστήκαμε και όχι όσα προκαλέσαμε, εξ ου και η επιμονή του να επισκεφθούμε το μουσείο.


Το πανεπιστήμιο βρίσκεται στα περίχωρα της κατεχόμενης Λευκωσίας. Η Βόρεια Κύπρος, μας πληροφορεί, έχει πέντε πανεπιστήμια. Μεγαλύτερο είναι το Πανεπιστήμιο Ανατολικής Μεσογείου στην περιοχή της Αμμοχώστου. «Σε αυτά φοιτούν συνολικά 25.000 φοιτητές αλλά μόνο οι 2.000 είναι Τουρκοκύπριοι. Οι υπόλοιποι είναι κυρίως Τούρκοι αλλά και Πακιστανοί, Βαλκάνιοι και άλλων εθνικοτήτων» λέει.