H γυναίκα, αντικείμενο πόθου και ηδονής, στο κοινωνικό γίγνεσθαι κατά το παρελθόν αισθάνθηκε προσβεβλημένη και υποτιμημένη, μεταφράζοντας τον ρόλο της σαν σκεύους ηδονής μέσω του οποίου ο άνδρας ικανοποιεί τις βιολογικές του ανάγκες. Αυτή η εικόνα συνδέεται άμεσα με τη σεξουαλική έκφραση της σχέσης που έχει, αλλά και με τον εαυτό της, αφού επηρεάζεται από τη στάση και τη συμπεριφορά της και καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη σεξουαλική διάθεση του συντρόφου της. Οσο και να φαίνεται υπερβολικό, η σεξουαλική εικόνα της σχέσης κατά βάση βρίσκεται στα χέρια της. Οχι βέβαια ότι ο άνδρας είναι έξω από το παιχνίδι και τη σεξουαλική αίσθηση. H δική της όμως παρουσία είναι που οδηγεί τη σεξουαλική ζωή της σχέσης και την ενισχύει ανάλογα με τη δική της συμπεριφορά.


Δεδομένου ότι στη γυναίκα η σεξουαλική επιθυμία είναι περισσότερο εγκεφαλική υπόθεση (γι’ αυτό άλλωστε ο πόθος της για τον άνδρα εξαρτάται από τον πόθο του γι’ αυτήν), η σεξουαλική της επαφή μαζί του έχει περισσότερα ποιοτικά στοιχεία συναισθηματικής κάλυψης και την κάνει να φέρεται διαφορετικά στις σεξουαλικές επιλογές της. Πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι ο σύντροφός της, ο οποίος περισσότερο ποσοτικά και πληθωρικά την αναζητεί στο κρεβάτι.


H σεξουαλική επιθυμία της γυναίκας φαίνεται να επηρεάζεται από την ανάγκη της να έχει οργασμό, κάτι που την οδηγεί συχνά στον φόβο της σεξουαλικής επαφής, στον πόνο της σεξουαλικής πράξης (δυσπαρευνία) αλλά και στην αγχωτική κατάσταση που βιώνει όταν ο οργασμός δεν είναι κολπικός. Στη συνεχή πίεση του μυαλού της παρατηρώντας τον οργασμό της χάνει τη σεξουαλική της επιθυμία, δημιουργώντας σεξουαλικό πρόβλημα που φορτίζει τη σχέση της και χρεώνει και τον σύντροφό της, που τον θεωρεί υπεύθυνο γιατί δεν μπορεί να τη φέρει σε οργασμική κορύφωση.


H γυναίκα επιθυμεί έναν άνδρα επειδή αυτός διαθέτει ισχυρή προσωπικότητα, ψυχική σταθερότητα, επειδή της προσφέρει ασφάλεια και κοινωνική αναγνώριση. Λιγότερο ενδιαφέρεται για τα σωματικά του προσόντα, όσο πραγματικά κοστολογεί τα ψυχικά του χαρίσματα και την ανάγκη του να είναι στο κέντρο των ενδιαφερόντων του. Αυτό δηλώνει τη μεγάλη της αλλαγή ως προς τη σεξουαλική της επιθυμία. Οταν ο σύντροφός της αρχίζει να χάνει το κύρος του, τότε αρχίζει να τον βλέπει λιγότερο άνδρα και να συνειδητοποιεί ότι έκανε λάθος επιλογή. Αρκετές φορές μάλιστα υποκρίνεται σεξουαλικά, προσφέροντας την εικόνα της μηχανικά στον σύντροφό της, χωρίς η ίδια να έχει σεξουαλική επιθυμία και διάθεση, σκεπτόμενη άλλα πράγματα, ακόμη και δυσάρεστα που την οδηγούν σε δυσφορική συμμετοχή – κάτι που ασφαλώς γίνεται αντιληπτό από τον σταθερό της σύντροφο.


Υποκρισία και φαντασιώσεις. H ίδια, φοβούμενη τον σεξουαλικό της ρόλο, παγιδεύεται στην υποκρισία, ώστε να μη θεωρηθεί προβληματική στη σεξουαλικότητά της ή να μην τον δυσαρεστήσει με τη διαπίστωση ότι δεν τον θέλει. H ίδια γυναίκα μπορεί να μην επιθυμεί, π.χ., τον σύζυγό της αλλά να έχει εντονότατη σεξουαλική διάθεση για κάποιον άλλον σύντροφο τον οποίο αρκετά συχνά καλεί φαντασιωσικά όταν βρίσκεται σε ερωτική περίπτυξη με τον μόνιμο σύντροφο. Είναι χαρακτηριστικό ότι με την πάροδο του χρόνου η γυναίκα γίνεται πιο σκληρή και επικριτική απέναντι στον σύντροφό της και πιο ορθολογικά αποφασιστική, ιδιαίτερα όταν αποκτήσει και παιδί.


H σεξουαλική αλλαγή της είναι το τίμημα που πληρώνει ο άνδρας που την απογοητεύει, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις η μεταστροφή της δεν φτάνει μόνο στην άρνηση της σεξουαλικής επαφής μαζί του, αλλά οδηγείται σε αναζήτηση πιο ισχυρού αρσενικού, φτάνοντας στον χωρισμό, όταν λογικά διαπιστώσει ότι θέλει να φύγει, κάτι που το κάνει χωρίς ενδοιασμούς και οπισθογυρίσματα. H γυναίκα μπορεί να γίνει πολύ πιο σκληρή από τον άνδρα συναισθηματικά.


Καρκίνος και κατάθλιψη, οι δύο απειλές. Ποιες είναι όμως οι απειλές που την παραμονεύουν; Καρκίνος και κατάθλιψη είναι δύο μεγάλα νοσήματα που την απειλούν στη μέση ηλικία της μπαίνοντας στην κλιμακτήριο και στην εμμηνόπαυση. Τα δύο αυτά προβλήματα υγείας παρεμβαίνουν αναστέλλοντας τη σεξουαλική διάθεση. H κλιμακτηριακή περίοδος της προκαλεί μεγάλη ψυχική ένταση με ποικίλα ψυχοσωματικά ενοχλήματα, ενώ η εμμηνόπαυση μπορεί στην ουσία να την οδηγεί σε μια βιολογική σιγή, αλλά ταυτόχρονα της δημιουργεί καλύτερη ψυχολογική διάθεση, οπότε η σεξουαλικότητα μάλλον κερδίζει έδαφος. Αισθάνεται ότι μπορεί να αρέσει και να προκαλεί το σεξουαλικό ενδιαφέρον, αφήνοντας τον εαυτό της πιο ελεύθερο στην απόλαυση και στην ικανοποίηση, έχοντας μάλιστα απαλλαγεί και από τον φόβο της εγκυμοσύνης. Πολλές φορές στην περίοδο της ψυχικής αναταραχής, αισθανόμενη ότι δεν αρέσει και ότι γερνάει, φτάνει σε υπερβολές και γελοιοποίηση, θέλοντας να δείξει την έντονη σεξουαλική της διάθεση που όμως δεν είναι αληθινή, γι’ αυτό και βγαίνει αρκετά κακόγουστη.


Ο σημαντικός ρόλος της σεξουαλικής διάθεσης δοκιμάζεται αισθητά όταν η γυναίκα προσβληθεί από καρκίνο του μαστού και των γεννητικών οργάνων. H αναπηρία που δέχεται με την αφαίρεση του στήθους της αλλά και της ολικής υστερεκτομής την καθηλώνουν, τη «ρίχνουν» αισθητά σε ψυχολογικό επίπεδο και την κάνουν να νιώθει ότι δεν μπορεί να αισθανθεί σεξουαλικά. Αυτό έχει ως συνέπεια να παρασύρει και τον σύντροφό της στους φόβους της και στις αρνήσεις της. H γυναίκα που δοκιμάζεται από τον καρκίνο πράγματι χρειάζεται μια δυναμική συμμαχία να μην παραιτηθεί και να διορθώσει τις σωματικές αλλαγές που δέχεται με πλαστικές παρεμβάσεις (οι οποίες σήμερα ιατρικώς θεωρούνται απόλυτα αποδεκτές και επιβεβλημένες, προκειμένου η γυναίκα να μη βιώσει τη τραυματική εμπειρία της μαστεκτομής). Αλλά και στην ολική αφαίρεση των γεννητικών οργάνων οφείλει να γνωρίζει ότι δεν αλλάζει τίποτε στη σεξουαλική της ζωή και η σεξουαλική επαφή γίνεται όπως και πριν, χωρίς καμία βιοσωματική διαφοροποίηση.


H γνώση της γυναίκας είναι ο βασικός κρίκος που τη συνδέει με τη σεξουαλικότητα και την επιθυμία της για τον σύντροφό της. Είναι λάθος να παραιτείται και να εγκλωβίζεται μέσα στο αίσθημα ότι ξόφλησε και δεν αρέσει πια, άρα δεν έχει και δικαίωμα στη σεξουαλική της ζωή. Μάλιστα είναι τραγικό να καταδικάζει και τον σύντροφό της στη σεξουαλική σιγή και να τον ωθεί και πολλές φορές απροκάλυπτα να πάει με άλλη γυναίκα, αφού η ίδια δεν μπορεί πια να του προσφέρει τη σεξουαλική ικανοποίηση. H καλή πληροφόρηση της γυναίκας που δοκιμάζεται από οργανική πάθηση οδηγεί την ίδια και τη σχέση της στη διεκδίκηση και τη συνέχεια της σεξουαλικής επιθυμίας και επαφής.


Ενοχοποιημένη στάση ως προς τη σεξουαλική επιθυμία φαίνεται να έχει και ο ορμονικός της κύκλος. Μετά την εφηβεία η σταθερότητα της περιόδου καθορίζει τη σεξουαλική της υγεία. H ορμονική της απορρύθμιση επηρεάζει τη σεξουαλική διάθεση, που πολλές φορές συνδέεται και με διαταραχές του θυρεοειδούς αδένος και ειδικότερα της υπολειτουργίας του (υποθυρεοειδισμός). Ο έλεγχος των ορμονών και ο προσδιορισμός της σωστής λειτουργικότητας κρίνονται αναγκαίοι όταν η γυναίκα εκφράζει αναστολή της επιθυμίας ή κατά περιόδους προβλήματα σεξουαλικής έκφρασης. Σαφώς όμως τα ορμονικά προβλήματα έχουν πολύ μικρό ποσοστό σε σχέση με τα ψυχολογικά, τα οποία εν τέλει καθορίζουν τα στάδια της γυναικείας σεξουαλικής διάθεσης.