«Oταν βγήκα από την εκκλησία, είχα χτυπηθεί από ένα είδος έκστασης… Η καρδιά μου χτυπούσε, η ζωή είχε στερέψει από μέσα μου, περπατούσα φοβούμενος να πέσω». Πού να ήξερε ο γάλλος συγγραφέας Σταντάλ (κατά κόσμον Μαρί-Ανρί Μπελ) ότι η επίσκεψή του στη Φλωρεντία στις αρχές του 19ου αιώνα, συγκεκριμένα στη Βασιλική της Σάντα Κρότσε, τον τόπο ταφής του Μιχαήλ Αγγέλου, του Γαλιλαίου και του Μακιαβέλι, θα του προκαλούσε τόσο έντονη συναισθηματική αντίδραση όταν θα αντίκριζε έργα τέχνης της Αναγέννησης.
Ακόμα περισσότερο, πού να ήξερε ότι ενάμιση αιώνα μετά, μια ιταλίδα ψυχίατρος, η Γκρατσιέλα Μαγκερίνι, θα χρησιμοποιούσε τον όρο Σύνδρομο του Σταντάλ για να περιγράψει την ψυχοσωματική κατάρρευση μπροστά στην υπερβολική ομορφιά ή συναισθηματική δύναμη της τέχνης, αυτό το άγχος, την ταχυκαρδία, τον αποπροσανατολισμό που είχε παρατηρήσει σε πολλούς επισκέπτες της Πινακοθήκης Ουφίτσι.
Ας το περιγράψουμε ως μια συναισθηματική υπερχείλιση, μια σωματική αντίδραση, αποκρίσεις που είχε η Ναν Γκόλντιν όταν επισκέφτηκε τα μεγάλα μουσεία του κόσμου, το Λούβρο, το ΜΕΤ, το Πράδο, την Galleria Borghese, την Gemäldegalerie, και ήρθε σε επαφή με έργα της κλασικής, αναγεννησιακής και μπαρόκ τέχνης. Μια ένταση και μια σωματική αντίδραση που προκαλεί και το δικό της έργο, ιδίως όταν αντιπαραβάλλεται με αριστουργηματικά έργα αυτών των ιδρυμάτων.
Είναι το δικό της «Stendhal Syndrome» (2024), μια εγκατάσταση εικόνων σε ένα τελετουργικό διάρκειας περίπου 25 λεπτών, μια βιωματική ανάκληση της μνήμης και της αγάπης μέσα από φωτογραφίες και ήχο.
Μια σύγχρονη λειτουργία
Πρόκειται για ένα πρότζεκτ που παρουσιάστηκε και πέρυσι στην γκαλερί Gagosian στη Νέα Υόρκη. Ωστόσο, αυτή τη φορά αποκτά μια νέα διάσταση, καθώς φιλοξενείται στη Saint-Blaise (στο πλαίσιο του ετήσιου φεστιβάλ φωτογραφίας Rencontres d’Arles 2025 που πραγματοποιείται στην πόλη Αρλ), ένα μοναστήρι που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα. Διότι η Γκόλντιν μοιάζει να τελεί πλέον μια σύγχρονη λειτουργία, μια ελεγεία για την απώλεια, την επιθυμία και τον έρωτα με τη συνδρομή του ηχητικού περιβάλλοντος που συνέθεσαν οι Soundwalk Collective και η Mica Levi.
Η σύνθεση περιστρέφεται γύρω από έξι πρόσωπα από τις «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου – τον Πυγμαλίωνα, τον Ορφέα, τη Γαλάτεια, την Ψυχή, τον Νάρκισσο και τον Ερμαφρόδιτο –, μορφές που έχουν απαθανατίσει καλλιτέχνες της Αναγέννησης και του Ρομαντισμού, και που στο πρότζεκτ της Γκόλντιν αποκτούν σύγχρονη υπόσταση μέσα από πρόσωπα του στενού κύκλου της: φίλους, εραστές, τη δική της επιλεγμένη οικογένεια αλλά και την ίδια την καλλιτέχνιδα.
Οι συνθέσεις της Γκόλντιν συνομιλούν άμεσα με τα ιστορικά έργα τέχνης που τις ενέπνευσαν, χωρίς όμως να νιώθεις ότι τα πρόσωπα υποδύονται ρόλους: ενσαρκώνουν τον μύθο ως προσωπική ταυτότητα, ως βιωμένη εμπειρία. Εργα όπως το «Death of Orpheus» (1866) του Εμίλ Λεβί ή το «Psyche Revived by the Kiss of Love» (1787-1793) του Αντόνιο Κανόβα λειτουργούν ως άγκυρες αυτής της εικαστικής εξερεύνησης, επιτρέποντας στους αρχαίους μύθους να επαναδιατυπωθούν μέσα από μια βαθιά προσωπική οπτική.
Οι αφηγήσεις αυτές, φορτισμένες με διαχρονικούς συμβολισμούς, επιστρέφουν ως ζωντανές εκφράσεις θεμελιωδών θεμάτων: η Ψυχή συμβολίζει τη μύηση στον έρωτα και τη μεταμόρφωση της ψυχής μέσα από την εμπειρία του. Ο Ορφέας, στον πίνακα του Λεβί, απεικονίζεται λίγο πριν από τη βίαιη καταστροφή του από τις Μαινάδες· στη φωτογραφία της Γκόλντιν αντιπαραβάλλεται με το πορτρέτο του πρώην εραστή της Τόνι, προβάλλοντας τον καλλιτέχνη ως φιγούρα που καθοδηγείται από τον έρωτα αλλά καταστρέφεται από την άρνηση ή την απώλειά του. Ο Ορφέας γίνεται έτσι αλληγορία του ίδιου του βλέμματος της Γκόλντιν: ενός βλέμματος που επιστρέφει πάντα πίσω, ακόμη κι όταν γνωρίζει πως αυτό σημαίνει απώλεια.
Η Γκόλντιν δεν αναπαριστά τον μύθο αλλά τον ενεργοποιεί. Δεν αναβιώνει το παρελθόν, αλλά το μεταμορφώνει σε πεδίο όπου η μνήμη, ο έρωτας, η απώλεια και η ταυτότητα συναντιούνται. Τα σώματα που αγαπήθηκαν, οι μορφές που χάθηκαν, οι ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν αλλιώς, όλα αυτά επιστρέφουν ως ύλη για ένα έργο που μετατρέπει την εικόνα σε μια μορφή ζωντανής προσευχής.
Η ακτιβίστρια Γκόλντιν
Η έκθεση της Γκόλντιν υποστηρίζεται από την πρωτοβουλία Women In Motion του πολυεθνικού ομίλου ειδών πολυτελείας Kering, ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε το 2015 σε συνεργασία με το Φεστιβάλ των Καννών, με στόχο να αναδείξει και να ενισχύσει τη συνεισφορά των γυναικών στον κινηματογράφο και, πλέον, σε ευρύτερους καλλιτεχνικούς χώρους όπως η φωτογραφία, η μουσική, το design και η χορογραφία.
Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας, η Ναν Γκόλντιν τιμήθηκε με το Women In Motion Award, κατά την έναρξη του Rencontres de la Photographie d’ Arles, ενός από τα σημαντικότερα φεστιβάλ φωτογραφίας στον κόσμο.
Η τελετή, που ξεκίνησε με εορταστική διάθεση λίγο πριν από τα μεσάνυχτα στις 8 Ιουλίου στο Ρωμαϊκό Θέατρο της Αρλ, πήρε απροσδόκητη τροπή όταν ο γάλλος συγγραφέας Εντουάρ Λουί ανέβηκε στη σκηνή και μαζί με την εβραϊκής καταγωγής Γκόλντιν παρουσίασαν μια βουβή προβολή εικόνων από τη σύγκρουση στη Γάζα – πριν και μετά την εκτεταμένη καταστροφή, όσο η γενοκτονία βρίσκεται σε εξέλιξη.
Η ατμόσφαιρα πάγωσε. Ακολούθησε μια δημόσια καταγγελία των ισραηλινών επιθέσεων, τις οποίες χαρακτήρισαν «την πρώτη γενοκτονία σε live μετάδοση» ερχόμενοι κιόλας σε αντιπαράθεση με φιλοϊσραηλινούς παρευρισκόμενους. «Πώς γίνεται να είμαστε τόσο αποστασιοποιημένοι;» αναρωτήθηκε η Γκόλντιν.
Η σκηνή αυτή δεν εξέπληξε όσους γνωρίζουν τη μαχητική ακτιβιστική της πορεία, ιδιαίτερα τη δράση της ενάντια στην οικογένεια Σάκλερ και τη φαρμακευτική βιομηχανία.
Ο πολυδιαφημισμένος «πόλεμός» της κατά της δισεκατομμυριούχου δυναστείας των Σάκλερ, της οποίας η εταιρεία Purdue Pharma υπήρξε βασικός παράγοντας της φονικής κρίσης των οπιοειδών στις ΗΠΑ, είχε ως αποτέλεσμα την αφαίρεση του ονόματός τους από σημαντικά μουσεία και γκαλερί, όπως η Tate, το Λούβρο και το Guggenheim. Δραστήρια και αφοσιωμένη σε μια σειρά κοινωνικών ζητημάτων, από την κρίση των οπιοειδών και τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας μέχρι και τον πόλεμο στη Γάζα, η Γκόλντιν έχει αξιοποιήσει τις πρόσφατες δημόσιες εμφανίσεις της, όπως εκείνη στο Neue Nationalgalerie στο Βερολίνο πέρυσι, για να ασκήσει ευθεία κριτική στις στρατιωτικές ενέργειες του Ισραήλ.
Ομως, όπως εύστοχα επισημαίνει ο δημοσιογράφος Αντριου Ντίκσον στους «Financial Times», η πραγματική έκπληξη μετά την τελευταία της παρέμβαση ήταν αλλού: στο ότι μια εμβληματική φωτογράφος αμφισβήτησε δημόσια τη δύναμη της εικόνας. Τι επιτυγχάνουν πραγματικά οι φωτογραφίες; Είναι τελικά αρκετές για να κινητοποιήσουν συνείδηση και δράση; Το ερώτημα μένει ανοιχτό και φορτίζει ακόμη περισσότερο το έργο της Γκόλντιν που επιλέγει να βρίσκεται όχι απλώς πίσω από τον φακό αλλά να αντικρίζει κατάματα την πραγματικότητα ως έχει.
INFO
«Stendhal Syndrome» στο Église Saint-Blaise στην Αρλ έως τις 5 Οκτωβρίου.






