Στα μέσα Νοεμβρίου, το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε μια εντυπωσιακή πληροφορία: Κανένας εκπαιδευτικός φέτος δεν έκανε αίτηση για την κάλυψη 1.424 θέσεων αναπληρωτών δασκάλων και καθηγητών σε σχολεία όλης της χώρας στα οποία διαπιστώθηκαν (παρότι είμαστε ήδη κοντά στα Χριστούγεννα) κενά στη διδασκαλία.
Γιατί; Την απάντηση δίνει εύκολα 24χρονη δασκάλα που έχει πρόσφατα ολοκληρώσει τις σπουδές της και βρίσκεται μπροστά στα σταυροδρόμια της ελληνικής αγοράς εργασίας: «Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού σήμερα είναι απαξιωμένο από την πολιτεία, τους γονείς αλλά και τους μαθητές στα σχολεία. Γιατί να θέλω να το εξασκήσω;» αναρωτιέται μιλώντας στο «Βήμα». Διαπίστωση συγκλονιστική για ένα κράτος που στηρίχθηκε από τη συγκρότησή του ως σήμερα στην επιθυμία και το ιδανικό της γνώσης.
Τι ακριβώς συνέβη φέτος; Μετά και την τρίτη φάση προσλήψεων αναπληρωτών στα σχολεία της χώρας και με τα κενά ακόμη να τρομάζουν, το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε ότι δεν διαπιστώθηκε ενδιαφέρον εκπαιδευτικών (από όσους βρίσκονται στους πίνακες του ΑΣΕΠ) για την κάλυψη των κενών θέσεων σε Δημοτικά, Γυμνάσια, Γενικά και Επαγγελματικά Λύκεια της χώρας.
Ακολούθησε νέα, ειδική, πρόσκληση κάλυψης κενών την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία επίσης δεν απέδωσε εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ενδεικτικά: στην Πρωτοβάθμια μπορεί να καλύφθηκαν μεν 25 θέσεις εκπαιδευτικών Γενικής Εκπαίδευσης, η αντιπαραβολή, όμως, με τις θέσεις που αναφέρονται στην ειδική πρόσκληση αποκαλύπτει ότι έμειναν ακόμα πολλές κενές – περισσότερες από 100!
Επόμενο βήμα, σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας, είναι η διαδικασία έκδοσης Τοπικής Πρόσκλησης και στη συνέχεια η επόμενη φάση πρόσληψης αναπληρωτών, μετά τις γιορτές.
Τι σημαίνει σήμερα το επάγγελμα του εκπαιδευτικού; Κάποιοι βρίσκουν τα μειονεκτήματα περισσότερα από τα πλεονεκτήματα. «Αν δεν μένεις στον τόπο σου και πρέπει να νοικιάζεις σπίτι, ξεκινάς με μείον 350 ευρώ» λέει στο «Βήμα» ο Αντώνης Καρατζάς, αναπληρωτής νηπιαγωγός, που δεν θα τα έβγαζε πέρα αν δεν είχε τους γονείς του για να τον στηρίξουν οικονομικά.
«Φέτος στην Κάλυμνο είμαι υποχρεωμένος να νοικιάζω αυτοκίνητο. Μπαίνοντας ο μήνας, λοιπόν, ξεκινάω με βραχνά 600 ευρώ» εξηγεί. Η ιστορία του δεν είναι ξεχωριστή. Τη βιώνουν δε κάθε χρόνο εκατοντάδες συνάδελφοί του. Την πρώτη χρονιά διορίστηκε στο Καστελλόριζο. Μέσα σε 2-3 μέρες έπρεπε να φύγει από την Πελοπόννησο, να ταξιδέψει με καράβι 24 ώρες καθώς το αεροπορικό εισιτήριο ήταν πανάκριβο – και άλλωστε έφευγε για να εγκατασταθεί στην άλλη άκρη της Ελλάδας.
Την επόμενη χρονιά διορίστηκε στη Σαντορίνη. «Δεν νοίκιαζαν εύκολα σπίτι σε εκπαιδευτικό, μέναμε σε τρώγλες. Για 3 μήνες, μέχρι να βρω, έμενα σε Airbnb και ξενοδοχεία. Για το πρώτο σπίτι πλήρωνα 550 ευρώ, για το δεύτερο, 23 τετραγωνικά, 400 ευρώ» συνεχίζει. Φέτος βρίσκεται στην Κάλυμνο. «Ευτυχώς, είναι από τα λίγα νησιά που δείχνουν αλληλεγγύη στον εκπαιδευτικό – είτε στις τιμές στα φαγητά είτε στα ενοίκια κ.λπ.».
«Διορίστηκα για να χρωστάω»
«Ακόμα χρωστάω χρήματα από την πρώτη χρονιά που διορίστηκα στο Ελληνικό Δημόσιο» λέει η Χ.Π., καθηγήτρια Χημείας. Η ίδια εργάστηκε 3 χρόνια ως αναπληρώτρια σε νησί, ενώ από το 2024 έχει προσληφθεί μόνιμη στην Αθήνα. «Τα πράγματα δεν καλυτέρευσαν» λέει σήμερα. «Η πρωτεύουσα είναι πανάκριβη. Κάποιος που δεν έχει σπίτι είναι στην ίδια και χειρότερη κατάσταση από ό,τι στα νησιά. Γιατί εκεί μπορεί να βρεις μια οικία που μπορεί να σε διώξουν το καλοκαίρι, αλλά δεν θα πληρώνεις τεράστιο ενοίκιο».
Πέρυσι, που ήταν η πρώτη της χρονιά στην Αθήνα, δυσκολεύτηκε πολύ οικονομικά. «Για να τα βγάλω πέρα ως αναπληρώτρια δεν έπαιρνα τις άδειές μου για να δικαιούμαι το επίδομα μη ληφθείσας άδειας» συνεχίζει. Δεν είχε, λοιπόν, οικονομίες – πώς θα ήταν δυνατόν με τον μισθό του αναπληρωτή; «Επρεπε να δανειστώ για να ζήσω. Για έναν χρόνο, μέχρι να αναγνωριστεί το μεταπτυχιακό μου, ο μισθός μου ήταν 750 ευρώ, περίοδο κατά την οποία ζούσα με δανεικά…».
«Μπορεί να ζήσεις με τον μισθό σου μόνο αν είναι ο δεύτερος μισθός στο σπίτι» προσθέτει η Α.Χ. , αναπληρώτρια σε νηπιαγωγείο. Και συμπληρώνει: «Επικρατεί μια τρομερή δυσφορία στην εκπαίδευση. Οι μεγαλύτεροι εκπαιδευτικοί αναπολούν τα μεγαλεία του παρελθόντος. Εχουν προστεθεί και τόσα γραφειοκρατικά καθήκοντα διοικητικού τύπου που δεν αφήνουν το επάγγελμα να είναι δημιουργικό, να σκέφτεσαι ότι μορφώνεις τα παιδιά, ότι σμιλεύεις χαρακτήρες. Παράλληλα, οι γονείς έχουν γίνει υπερπροστατευτικοί με τα παιδιά και επιθετικοί με τον εκπαιδευτικό. Και τα παιδιά άλλαξαν, δεν έχουν όρια, δεν υπάρχει κανένας σεβασμός».
Παιδαγωγικές σχολές
«Η μη κάλυψη των κενών στα σχολεία οφείλεται σε λανθασμένο σχεδιασμό του υπουργείου Παιδείας» λέει από την πλευρά του ο Σταύρος Πετράκης, αντιπρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας (ΔΟΕ). «Την 1η Σεπτεμβρίου θα έπρεπε όλοι οι εκπαιδευτικοί να βρίσκονται στη θέση τους. Οταν περνούν κάποιοι μήνες, είναι προφανές ότι κάποιοι που δεν τοποθετούνται βρίσκουν άλλη εργασία, την οποία είναι δύσκολο να αφήσουν για 5 ή 6 μήνες, με δεδομένο ότι θα έρθει καινούργια απόλυση στο τέλος του Ιούνιου.
Ενας δεύτερος λόγος, ασφαλώς, έχει να κάνει με τους ιδιαίτερα χαμηλούς μισθούς των εκπαιδευτικών. Τα χρήματα που παίρνουν μακριά από τον τόπο τους δεν φθάνουν. Ο μόνος λόγος που πολλοί αναπληρωτές εργάζονται είναι η απόκτηση της προϋπηρεσίας. Αποτελεί ντροπή για μια κυβέρνηση να αντιμετωπίζει με αυτόν τον τρόπο μια επαγγελματική ομάδα η οποία προετοιμάζει τη γενιά του μέλλοντος».
«Παλαιότερα οι δάσκαλοι βίωναν τον σεβασμό» επισημαίνει ο Σήφης Μπουζάκης, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών και μέλος του ΣΔ του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Αναφέρει την ίδρυση των παιδαγωγικών σχολών το 1982 ως ένα σημαντικό βήμα για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Μόνο που, σύμφωνα με τα στοιχεία, ενώ κάποτε ήταν περιζήτητες, σήμερα η εικόνα έχει αλλάξει επιβεβαιώνοντας τη μείωση του κύρους του επαγγέλματος.
Ενδεικτικά: τα μόρια εισαγωγής στην Παιδαγωγική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 2009 ήταν 18.500 περίπου και πέρυσι ήταν 15.950. Αντίστοιχα, στην Παιδαγωγική Φλώρινας από 17.937, που ήταν το 2009, τα τελευταία χρόνια έχουν παγιωθεί γύρω στα 13.000.
«Εχουμε συνεχείς αλλαγές και περιορισμένο διάλογο με αποτέλεσμα τη μεταφορά των ευθυνών κάθε αποτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς» λέει από την πλευρά του ο Νίκος Φασφαλής, αιρετός εκπρόσωπος της ΔΟΕ στα υπηρεσιακά συμβούλια των εκπαιδευτικών.
Ο ρόλος της καραντίνας
Μια σημαντική παράμετρο προσθέτει ο εκπαιδευτικός Γιάννης Κατράδης, ο οποίος έχει υπηρετήσει 41 χρόνια την εκπαίδευση από θέσεις ευθύνης. «Η μεγάλη απαξίωση του σχολείου», λέει, «έγινε τα τρία χρόνια που δεν λειτούργησαν τα σχολεία λόγω COVID-19. Τόσο τα παιδιά όσο και οι γονείς είδαν ότι δεν χρειάζεται να πάνε στο σχολείο. Δεν πήγαιναν και τα πράγματα ολοκληρώθηκαν “κανονικά”. Εχει “περάσει” στην κοινωνία, στις οικογένειές τους και στα ίδια τα παιδιά ότι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από το σχολείο. Και αυτό είναι το τραγικότερο».






