Ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε το 1930. Ηταν μόνο 37 ετών. Πέντε χρόνια αργότερα ο Στάλιν τον ανακήρυξε ως τον πιο σπουδαίο και ταλαντούχο ποιητή της σοβιετικής εποχής. Το τελευταίο, για τον Μπορίς Παστερνάκ, ήταν ο δεύτερος θάνατος του ποιητή.

Ο Μαγιακόφσκι δεν ήταν μόνον εκείνος που έγραψε προπαγανδιστικά ποιήματα – και πάντως δεν ήταν αυτά που τον καθιέρωσαν ως κορυφαίο ποιητή. Τα μεγάλα του έργα ήταν το «Σύννεφο με παντελόνια» και «Το φλάουτο των σπονδύλων». Ογδόντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του αυτά παραμένουν δραστικά και ανεπανάληπτα.

Ποικίλες ερμηνείες έχουν δοθεί σχετικά με τα αίτια της αυτοκτονίας του αλλά καμιά δεν ακούγεται πειστική. Δεν ήταν άλλωστε ο μόνος ποιητής που αυτοκτόνησε στη σοβιετική εποχή. Και ο Γιεσένιν και η Μαρίνα Τσβετάγιεβα (για να μείνω στους επιφανέστερους) αυτοκτόνησαν επίσης. Αλλά ουδείς από τους σημαντικούς ποιητές εξέφρασε την εποχή του όπως ο Μαγιακόφσκι. Χωρίς αυτόν ο ρωσικός φουτουρισμός δεν θα αποκτούσε την τεράστια σημασία που γνωρίζουμε.

Ενότητα έργου και ζωής

Ηρακλεία–Ελευθερία Γ. Πέππα. Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι. Καλχαίνοντας τις μέρες. Εκδόσεις Κείμενα, 2025, σελ. 832, τιμή 32 ευρώ.

Τη ζωή και το έργο αυτού του προκλητικού ποιητή αναδεικνύει η ογκωδέστατη βιογραφία του από την Ηρακλεία-Ελευθερία Πέππα, που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Είναι ένα συγκινητικό πορτρέτο, έργο μεγάλης αγάπης και τεράστιας έρευνας, εκπληκτική «προσωπογραφία» του ποιητή, των περιπετειών και του έργου του πριν και πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του, και χρονικό που καλύπτει ένα τεράστιο φάσμα συμβάντων που όρισαν την πορεία της ρωσικής – και όχι μόνο – λογοτεχνίας στον περασμένο αιώνα.

Είναι αδιανόητο να επιλέξει κανείς τους κορυφαίους ποιητές του 20ού αιώνα αγνοώντας τον Μαγιακόφσκι. Και κυρίως: το ότι η ζωή του και η ποίησή του είναι ένα σύνολο συμπαγές. Αυτό αποδεικνύει το βιβλίο της Πέππα, στο οποίο φρόντισε να ενσωματώσει μεταφρασμένα από την ίδια κάποια από τα εμβληματικότερα ποιήματά του.

Ετσι ο αναγνώστης τα προσλαμβάνει σε μεγαλύτερο βάθος και αντιλαμβάνεται το αποτύπωμα του Μαγιακόφσκι στη νεότερη ποίηση, όπως το είχαν καταλάβει από πολύ νωρίς κάποιοι από τους πιο σημαντικούς ομοτέχνους του, όπως ο Παστερνάκ και η Αννα Αχμάτοβα.

Οι καθεστωτικοί ύμνοι, που επιβλήθηκαν μετά την ανακήρυξή του σε μεγάλο ποιητή από τον Στάλιν, ενοχλούσαν τον αντικαθεστωτικό – και νομπελίστα – Γιόζεφ Μπρόντσκι, αλλά ένας επίσης αντικαθεστωτικός συγγραφέας, ο Αλεξάντερ Γκένις, μου είπε πριν από μερικά χρόνια πως ό,τι έμαθε για τη ρίμα ο Μπρόντσκι το έμαθε από τον Μαγιακόφσκι.

Ο Μαγιακόφσκι θαύμαζε τον γενάρχη της αμερικανικής ποίησης Γουόλτ Γουίτμαν, όμως ο στίχος στη δική του ποίηση – σε αντίθεση με του Αμερικανού – είναι κοντός και οι ομοιοκαταληξίες του μοιάζουν με απίστευτα πυροτεχνήματα που τα εξαπολύει προς κάθε κατεύθυνση.

Η ποίηση: διαρκής ανταρσία

Ο Μαγιακόφσκι προκαλεί την τέχνη και τη λογοτεχνία της εποχής του, τις συμβάσεις και το κατεστημένο, προκαλεί σε τελική ανάλυση το ίδιο το σύμπαν. Αντιλαμβανόταν την ποίηση σαν διαρκή ανταρσία εναντίον των πάντων, ακόμη κι όταν έγραφε τα στρατευμένα ποιήματά του, που μπορεί να υμνούσαν το καθεστώς αλλά κατά βάθος ήταν πυροβολισμοί στο μέλλον.

Παρέμενε αυτός που «δεν είχε καμιά άσπρη τρίχα μέσα στην ψυχή του», όπως έγραφε στο κορυφαίο του ποίημα «Σύννεφο με παντελόνια». Η ευαισθησία του ήταν τόσο ακραία που τον έκανε να αντιλαμβάνεται ακαριαία τα όσα συνέβαιναν.

Το αστραποβόλημα των εικόνων του, η απίστευτη χρήση της συναισθησίας που απογειώνει την καθημερινότητα καθιστούν την ποίηση του Μαγιακόφσκι μοναδική – και ίσως η καλύτερη απόδειξη να είναι μια φουτουριστική, αυτοβιογραφική σειρά ποιημάτων που τα διάβασε σε ομήγυρη επιφανών ομοτέχνων του το 1918.

Εκείνοι τον άκουγαν μαγεμένοι, όπως μαρτυρεί ο Παστερνάκ. Η Πέππα τα μετέφρασε όλα κι ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να πάρει μια γεύση της κοσμολογικής αίσθησης που αποπνέει η καθημερινότητα όπως την αποτυπώνει ο ποιητής, χωρίς να ενοχλείται από την αυταρέσκειά του. Είναι ποιητής και το φωνάζει. Του ανήκει το σύμπαν, δηλαδή ο άλλος του εαυτός, που δεν διστάζει να συνομιλεί και πολλές φορές να μαλώνει με τους ομοτέχνους του.

Ο «ήλιος» και η επίδραση

Η Οκτωβριανή Επανάσταση τον σημάδεψε κι επόμενο ήταν η ποίησή του να χωρίζεται σε δύο περιόδους – αλλά το ύφος, η στιχουργική, η αίσθηση του ρυθμού, η χρήση της ρίμας δεν διαφέρουν και πολύ.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό το ποίημα «Η ασυνήθιστη περιπέτεια που συνέβη στον Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι το καλοκαίρι στο εξοχικό». Οπου «μαλώνει» με τον ήλιο και του μιλάει σε πρώτο πρόσωπο για να συμφιλιωθούν προς το τέλος κι ο ήλιος να του πει: «Πάμε ποιητή, / να ανατείλουμε, να τραγουδήσουμε / γι’ αυτόν τον γκρίζο σκουπιδότοπο. Θα ρίχνω εγώ τον ήλιο μου / κι εσύ τον δικό σου / με στίχους».

Ο ποιητής λοιπόν είναι ένας δεύτερος ήλιος, που φέρνει την αυγή, όταν ο πραγματικός ήλιος κουράζεται και ζητεί τη νύχτα για ν’ αναπαυθεί. Ο ποιητής φέρνει το φως, δηλαδή το μέλλον, αλλά ταυτόχρονα δίνει μάχη με το σκοτάδι της καρδιάς του – αυτό σηματοδοτεί ο αγώνας του με τη ζωή και την τέχνη του.

Ο Μαγιακόφσκι επηρέασε πολλούς, ακόμη και όσους δεν το ομολογούν. Τι είναι, λ.χ., η «Ωδή στις τηγανητές πατάτες» του Νερούδα παρά ένα μαγιακοφσκικό ποίημα; Και για να πάμε στα δικά μας: πόσα οφείλει ο Ελύτης στον Μαγιακόφσκι σε ό,τι αφορά τη συναισθησία; Αλλιώς πώς εξηγείται που τον μετέφρασε από τα γαλλικά; Τον μετέφρασε βέβαια και ο Ρίτσος με τη βοήθεια του Αρη Αλεξάνδρου, αλλά το πρόσημο επί του προκειμένου ήταν ιδεολογικό.

Η Λίλι Μπρικ και οι άλλες

Η Πέππα καλύπτει μια εξαιρετικά σημαντική πτυχή της ζωής και του έργου του Μαγιακόφσκι. Η Λίλι Μπρικ, όσο σημαντική κι αν υπήρξε η σχέση της μαζί του, δεν ήταν η μόνη που αγάπησε ο ποιητής. Σε μια περιοδεία του στις ΗΠΑ γνώρισε την Ελι Τζόουνς με την οποία απέκτησε μια κόρη. Στα τέλη του 1920 ερωτεύτηκε μια καλλονή, την Τατιάνα Γιάκοβλεβα, στην οποία αφιέρωσε ένα από τα γνωστότερα ποιήματά του.

Αυτά και πολλά άλλα αναλύει λεπτομερώς η Πέππα, παραθέτοντας το ιστορικό της σύγκρουσης ανάμεσα στην Μπρικ και τους συγγενείς του Μαγιακόφσκι. Είναι εξαιρετικά ντοκουμέντα και της αξίζουν συγχαρητήρια. Η αλήθεια της ζωής δικαιώνει, ειδικά στην περίπτωση του Μαγιακόφσκι, την αλήθεια του έργου. Κι ακόμη: εξηγεί τα πάθη και τη σκληρότητα μιας εποχής που δεν άφησε αλώβητο κανέναν από όσους την έζησαν.