Με ιδιαίτερη επιτυχία ξεκίνησε η νέα σειρά ανοιχτών διαλέξεων που συνδιοργάνωσαν το Εργαστήριο Μελετών Οικονομικής Πολιτικής (ΕΜΟΠ) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και το Hellenic Studies Program του Yale MacMillan Center, μια πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην ενίσχυση της πρόσβασης του κοινού στην επιστημονική γνώση, στην καλλιέργεια επιστημονικής κουλτούρας και στην τόνωση του δημόσιου διαλόγου για ζητήματα οικονομικής πολιτικής με διεθνή διάσταση.

Την πρώτη διάλεξη παρέθεσε η διεθνής οικονομολόγος και καθηγήτρια στο Harvard University, Μυρτώ Καλουπτσίδη, παρουσιάζοντας μια καινοτόμα προσέγγιση στη μελέτη της ναυτιλίας και του παγκόσμιου εμπορίου. Η ομιλία της, με τίτλο «Ναυτιλία και Παγκόσμιο Εμπόριο: Νέες Οπτικές στον Ρόλο των Μεταφορικών Δικτύων και της Βιομηχανικής Πολιτικής», ανέδειξε πώς τα σύγχρονα αναλυτικά δεδομένα και τα ποσοτικά μοντέλα προσφέρουν νέες δυνατότητες για τη χαρτογράφηση του δικτύου των θαλάσσιων μεταφορών.

Στον εισαγωγικό χαιρετισμό του, ο Αναπληρωτής Καθηγητής και Διευθυντής του ΕΜΟΠ, Ευάγγελος Διοικητόπουλος, υπογράμμισε τη σημασία της αξιόπιστης επιστημονικής γνώσης σε μια εποχή κατά την οποία η πληροφορία είναι άφθονη αλλά όχι πάντα αξιόπιστη.

Παράλληλα, τόνισε τον καθοριστικό ρόλο της νέας γενιάς στην παραγωγή και αξιοποίηση της γνώσης, επισημαίνοντας πως η ακαδημαϊκή πορεία της καθηγήτριας Καλουπτσίδη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ελληνικής αριστείας με διεθνή αναγνώριση. Ο πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του ΟΠΑ, καθηγητής Βαγγέλης Βασιλάτος, στάθηκε στη διαρκή προσπάθεια γεφύρωσης της οικονομικής θεωρίας με τα πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας, ενώ υπογράμμισε τη σημασία συνεργασιών με κορυφαία διεθνή ιδρύματα, όπως το Yale και το Cambridge, ώστε η παραγόμενη γνώση να επιστρέφει στη χώρα και να συμβάλλει στην αντιμετώπιση δημογραφικών και παραγωγικών προκλήσεων.

Η αλληλεπίδραση ναυτιλίας και εμπορίου

Με λόγο κατανοητό αλλά επιστημονικά στιβαρό, η καθηγήτρια Καλουπτσίδη παρουσίασε ευρήματα δεκαπενταετούς έρευνας σχετικά με τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ ναυτιλίας και διεθνούς εμπορίου. Ανέδειξε τη σημασία των δεδομένων πλοήγησης, που λειτουργούν σαν ένα σύγχρονο «GPS» των πλοίων, αποτυπώνοντας τη διάρκεια παραμονής τους στα λιμάνια, τις διαδρομές που εκτελούν με φορτίο η άφορτα και τη γεωγραφική κατανομή τους μεταξύ μεγάλων εισαγωγέων, όπως η Κίνα και η Ινδία, και μεγάλων εξαγωγέων, όπως η Αυστραλία, η Βραζιλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Από αυτή την τεράστια βάση δεδομένων προκύπτει ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον εύρημα: περίπου το 40% των κινήσεων των πλοίων γίνεται χωρις φορτίο γεγονός που αντανακλά τη δομική ανισορροπία των εμπορικών ροών και επιδρά σημαντικά στους ναύλους και στο κόστος παραγωγής αγαθών σε ολόκληρο τον κόσμο.

Σχολιάζοντας την ιστορική θεώρηση του διεθνούς εμπορίου, εξήγησε ότι η κλασική παραδοχή πως «όσο μεγαλύτερη η απόσταση, τόσο υψηλότερο το κόστος» δεν ανταποκρίνεται στη σύγχρονη πραγματικότητα. Σε ορισμένες διαδρομές, το ταξίδι προς μια κατεύθυνση κοστίζει πολύ περισσότερο από το αντίστροφο, παρότι η απόσταση είναι ίδια, όπως στη γραμμή Κίνας–Αυστραλίας. Το φαινόμενο αυτό συνδέεται με τον τρόπο που λειτουργεί η αγορά της ναυτιλίας: όπως ένα ταξί, έτσι και ένα πλοίο υπολογίζει όχι μόνο το παρόν ταξίδι, αλλά και τις πιθανότητες να βρει το επόμενο φορτίο, γεγονός που μεταφράζεται σε ασύμμετρα κόστη και σύνθετες επιπτώσεις στη λειτουργία του παγκόσμιου εμπορίου.

Η πρόκληση της κλιματικής αλλαγής

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκάλεσε η παρουσίασή της σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη ναυσιπλοΐα και ειδικότερα το υποθετικό αλλά ρεαλιστικό σενάριο της πλήρους αξιοποίησης του Βορειοδυτικού Περάσματος, της θαλάσσιας οδού που συνδέει την Ευρώπη με την Ασία μέσω της Αρκτικής. Σύμφωνα με τα μοντέλα, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά τις εξαγωγές ορισμένων χωρών της Βόρειας Ευρώπης, ενώ κράτη όπως η Κίνα ή οι δυτικές ακτές των ΗΠΑ ενδέχεται να χάσουν μέρος των εμπορικών τους ροών. Η αναδιαμόρφωση των διαδρομών θα άλλαζε συνολικά την αρχιτεκτονική του διεθνούς εμπορίου, καταδεικνύοντας πως ακόμη και ένα φαινομενικά περιορισμένο γεωγραφικό γεγονός μπορεί να έχει εκτεταμένες οικονομικές συνέπειες.

Ένα ακόμη κομβικό σημείο της ομιλίας ήταν το ζήτημα της συμφόρησης στα λιμάνια. Η εμπειρία της πανδημίας έδειξε ότι τα λιμάνια, παρότι ζωτικής σημασίας, αποτελούν και τα πιο ευάλωτα σημεία της παγκόσμιας αλυσίδας. Η καθηγήτρια ανέλυσε τους λόγους για τους οποίους ένα μικρό σοκ στη ζήτηση μπορεί να οδηγήσει σε δυσανάλογες καθυστερήσεις, εξαιτίας της οριακής χωρητικότητας στα λιμάνια και της διάκρισης ανάμεσα στον χρόνο φορτοεκφόρτωσης και στον χρόνο αναμονής. Το κόστος μιας ημέρας καθυστέρησης, που φτάνει τα 65.000 δολάρια—πολύ υψηλότερο από το κόστος του ταξιδιού—αναδεικνύει γιατί η ενίσχυση της ανθεκτικότητας των λιμένων πρέπει να θεωρείται μακροοικονομική προτεραιότητα.

Η παγκόσμια ναυπηγική βιομηχανία

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά τμήματα της ομιλίας αφορούσε την αναδιαμόρφωση της παγκόσμιας ναυπηγικής βιομηχανίας. Η καθηγήτρια παρουσίασε την ιστορική εξέλιξη του κλάδου, από την κυριαρχία της Βρετανίας μέχρι την άνοδο της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, για να καταλήξει στην εντυπωσιακή μεταμόρφωση που συντελέστηκε στην Κίνα την τελευταία δεκαπενταετία. Η χώρα, μέσα από ένα οργανωμένο πλέγμα βιομηχανικής πολιτικής και γενναίων κρατικών επιδοτήσεων, κατάφερε να αυξήσει το μερίδιό της από 10% σε πάνω από 50%, δημιουργώντας δεκάδες νέα ναυπηγεία και χρηματοδοτώντας την παραγωγή μέσω κρατικών τραπεζών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ερευνητικής ομάδας, οι επιδοτήσεις αυτές ανέρχονται σε 11 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Το ζήτημα αυτό δεν είναι μόνο οικονομικό, αλλά έχει και σαφή γεωπολιτική διάσταση, καθώς ο έλεγχος της ναυπηγικής συνιστά στρατηγικό πλεονέκτημα σε μια εποχή αυξανόμενων διεθνών ανταγωνισμών.

Κλείνοντας την ομιλία της, η καθηγήτρια Καλουπτσίδη υπογράμμισε ότι η αξία των επιστημονικών μοντέλων και των ποσοτικών δεδομένων δεν βρίσκεται μόνο στην ακαδημαϊκή τους σημασία, αλλά και στη χρησιμότητά τους για την κατανόηση της λειτουργίας των παγκόσμιων αγορών, τον σχεδιασμό βιομηχανικής πολιτικής, τη δημιουργία ανθεκτικών υποδομών και τη χάραξη στρατηγικών για χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη ναυτιλία. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, η ναυτιλία δεν αποτελεί απλώς μια επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά το κυκλοφορικό σύστημα της παγκόσμιας οικονομίας. Και όπως κάθε τέτοιο σύστημα, απαιτεί συστηματική μελέτη, προστασία και ενίσχυση, με βάση τεκμηριωμένη επιστημονική γνώση και σύγχρονα εργαλεία ανάλυσης.

ΠΗΓΗ: ot.gr