Αυτή είναι η ζοφερή εικόνα που σκιαγραφεί η νέα πανελλαδική έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, σε συνεργασία με την ALCO, με τίτλο «Νέοι και Εργασία 2025». Η έρευνα, που δόθηκε σήμερα (12/11) στη δημοσιότητα, αναδεικνύει το βαθύ χάσμα ανάμεσα στις προσδοκίες και την πραγματικότητα της Generation Z στην Ελλάδα — μιας γενιάς που εργάζεται περισσότερο από ποτέ, αλλά με λιγότερη ασφάλεια, χαμηλότερες απολαβές και περιορισμένες προοπτικές.

Το δείγμα της έρευνας, 1.500 εργαζόμενοι έως 29 ετών, αποτυπώνει τις πολλαπλές όψεις μιας νέας κοινωνικής συνθήκης: νέοι που διεκδικούν αξιοπρέπεια και σταθερότητα μέσα σ’ ένα περιβάλλον όπου η εργασία παύει να είναι πηγή προόδου και μετατρέπεται σε παράγοντα εξάντλησης. Από την αδυναμία οικονομικής αυτονομίας έως την ψυχική κόπωση και την απογοήτευση από τους θεσμούς, τα ευρήματα συγκροτούν το πορτρέτο μιας γενιάς εγκλωβισμένης ανάμεσα στο «όνειρο» και στην ανασφάλεια.

Οικονομική εξάρτηση: η παράταση της εφηβείας

Η πρώτη διαπίστωση είναι αποκαρδιωτική. Μόλις το 20% των νέων εργαζομένων ζουν μόνοι τους, ενώ το 45% εξακολουθεί να διαμένει με την οικογένειά του — ποσοστό που αγγίζει το 65% στους εργαζόμενους με μερική απασχόληση. Το 70% δηλώνει πως το εισόδημά του δεν επαρκεί για τις βασικές ανάγκες, ενώ το 62% παραδέχεται ότι εξαρτάται οικονομικά από τους γονείς του.

Πίσω από αυτά τα ποσοστά κρύβεται μια γενιά που δεν επιλέγει την εξάρτηση, αλλά εξαναγκάζεται σε αυτήν. Οι χαμηλοί μισθοί, το δυσβάσταχτο κόστος στέγασης και ένα κοινωνικό κράτος με ισχνές παροχές καθυστερούν τη μετάβαση στην ενήλικη ζωή: το νοικοκυριό, την οικογένεια, την επαγγελματική ταυτότητα. Πρόκειται για νέους που εργάζονται χωρίς να μπορούν να ζήσουν ανεξάρτητα — εγκλωβισμένους ανάμεσα στην εργασία και στην προσπάθεια αυτονόμησης.

Εκπαίδευση χωρίς αντίκρισμα

Το δεύτερο κομμάτι της έρευνας αναδεικνύει ένα διαχρονικό πρόβλημα: την ασυνέχεια ανάμεσα στην εκπαίδευση και στην απασχόληση. Το 38% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η εργασία του δεν σχετίζεται με τις σπουδές του, ενώ σχεδόν οι μισοί (49%) πιστεύουν ότι η εκπαίδευσή τους δεν τους προετοίμασε επαρκώς για την αγορά εργασίας.

Παρά ταύτα, η διάθεση για μάθηση παραμένει ισχυρή: το 86% εκφράζει πρόθεση για συνεχιζόμενη εκπαίδευση, ενώ το 65% θεωρεί ότι διαθέτει επαρκείς ψηφιακές δεξιότητες.

Η ελληνική αγορά εργασίας, ωστόσο, φαίνεται ανίκανη να αξιοποιήσει αυτό το ανθρώπινο κεφάλαιο. Η έλλειψη θέσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας και η υστέρηση των επιχειρήσεων στην καινοτομία οδηγούν πολλούς πτυχιούχους σε υποαπασχόληση ή άσχετα επαγγέλματα. Η Generation Z είναι η πιο μορφωμένη, αλλά και η πιο υποτιμημένη γενιά του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου.

Καθημερινότητα πίεσης και ψυχικής φθοράς

Η έρευνα καταγράφει επίσης τη σκοτεινή πλευρά της εργασιακής καθημερινότητας:

  • Το 62% δηλώνει ότι η εργασία επηρεάζει αρνητικά την προσωπική του ζωή.
  • Το 60% βιώνει εξουθένωση.
  • Το 46% αισθάνεται ότι η δουλειά του επιβαρύνει την υγεία ή τον ύπνο του.
  • Μόνο το 21% δηλώνει ότι έχει καλή ισορροπία ανάμεσα στην εργασία και στην προσωπική ζωή.

Πρόκειται για μια γενιά που εισέρχεται στην αγορά εργασίας με όρους αυξημένης απόδοσης, μειωμένης προστασίας και ατομικής ευθύνης. Η ψυχική ανθεκτικότητα θεωρείται προϋπόθεση επιβίωσης, όχι δικαίωμα. Τα όρια ανάμεσα στον επαγγελματικό και τον προσωπικό χρόνο θολώνουν, δημιουργώντας μια νέα μορφή εργασιακής αποξένωσης: οι νέοι εργάζονται περισσότερο, αλλά νιώθουν λιγότερο συνδεδεμένοι με αυτό που κάνουν.

Νέες αξίες: Η εργασία με νόημα

Αν υπάρχει ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τη Generation Z από τις προηγούμενες, αυτό είναι η αξιακή της στάση απέναντι στην εργασία.

Το 70% βάζει την ψυχική υγεία πάνω από την οικονομική ασφάλεια, ενώ το 73% θεωρεί πως η εργασία πρέπει να έχει νόημα πέρα από την αμοιβή. Το 47% τη συνδέει με την ταυτότητά του και την αυτοεκτίμηση, ενώ το 44% δηλώνει ότι θα εγκατέλειπε μια δουλειά που δεν το εκφράζει, ακόμη και με οικονομικό κόστος.

Ωστόσο, η πραγματικότητα δεν ευνοεί αυτή την αξιακή στροφή. Μόνο το 36% δηλώνει ότι μπορεί να εκφράζει ιδέες ή να παίρνει πρωτοβουλίες στη δουλειά του, ενώ μόλις το 24% βλέπει τη δημιουργικότητά του να επιβραβεύεται. Παράλληλα, το 65% παραδέχεται ότι θα δεχόταν άτυπη ή «μαύρη» εργασία αν δεν υπήρχε άλλη επιλογή.

Η αντίφαση είναι χαρακτηριστική: μια γενιά που ζητά αυθεντικότητα και αξιοπρέπεια, εξαναγκάζεται συχνά να υποκύπτει στην ανάγκη επιβίωσης.

Δυσπιστία στους θεσμούς, διάθεση για δράση

Η Generation Z δεν εμπιστεύεται τους θεσμούς, αλλά δεν έχει παραιτηθεί. Μόλις 15% δηλώνουν εμπιστοσύνη στους κρατικούς μηχανισμούς προστασίας, ενώ 65% εκφράζουν δυσπιστία. Παρόλα αυτά, 67% δηλώνουν ότι θα συμμετείχαν σε απεργία ή συλλογική κινητοποίηση, αν θεωρούσαν δίκαιο το αίτημα.

Ένα 36% έχει ήδη συμμετάσχει σε κάποια μορφή συλλογικής δράσης, και το 60% δηλώνει ότι γνωρίζει τα εργασιακά του δικαιώματα. Η νέα γενιά δεν ακολουθεί τυφλά τα παραδοσιακά συνδικάτα, αλλά διατηρεί ισχυρή πίστη στη δυναμική της συλλογικής διεκδίκησης. Πρόκειται για μια κριτική, αλλά όχι κυνική στάση: οι νέοι δεν εμπιστεύονται εύκολα, όμως είναι έτοιμοι να κινητοποιηθούν όταν νιώθουν ότι τους αφορά.

Ένα μέλλον γεμάτο αβεβαιότητα

Η έρευνα κλείνει με μια βαριά διαπίστωση: η Generation Z δεν βλέπει προοπτική στην Ελλάδα. Το 72% των νέων εργαζομένων δεν διαβλέπει επαγγελματικές ευκαιρίες στη χώρα, ενώ μόνο το 9% δηλώνει ικανοποιημένο από τις προοπτικές του. Το 46% σκέφτεται σοβαρά να εργαστεί στο εξωτερικό — ένα νέο, υπόγειο brain drain που απειλεί να στερήσει τη χώρα από το πιο καταρτισμένο δυναμικό της.

Η πλειοψηφία (79%) θεωρεί ότι η γενιά των γονιών της έζησε se καλύτερες συνθήκες, ενώ το 65% δεν πιστεύει ότι μπορεί να δημιουργήσει οικογένεια υπό τις σημερινές συνθήκες εργασίας. Πρόκειται για μια γενιά χωρίς σταθερές, που παλεύει να φτιάξει το μέλλον της μέσα σε ένα σύστημα που μοιάζει να μην τη χωρά.

Η σιωπηλή απειλή του νέου brain drain

Η εικόνα που προκύπτει από την έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι κάτι περισσότερο από στατιστική. Είναι ένα κοινωνικό σήμα κινδύνου. Η Ελλάδα, μετά από μια δεκαετία κρίσης και μνημονίων, φαίνεται να μην έχει καταφέρει ακόμη να χτίσει ένα βιώσιμο πλαίσιο για τους νέους εργαζόμενους. Οι χαμηλοί μισθοί, η αβεβαιότητα, η απουσία προοπτικής και η έλλειψη κοινωνικής προστασίας δημιουργούν ένα τοξικό μείγμα που απειλεί να ξανανοίξει τις πληγές του μαζικού μεταναστευτικού ρεύματος.

Η Generation Z δεν ζητά προνόμια. Ζητά δικαιοσύνη, σταθερότητα και νόημα. Ζητά μια αγορά εργασίας που θα ανταμείβει τη γνώση και θα επιτρέπει την ανεξαρτησία. Ζητά μια κοινωνία που θα της επιτρέπει να σχεδιάσει το μέλλον της χωρίς φόβο.

Από την επιβίωση στην προοπτική

Η έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ καταλήγει σε ένα σαφές μήνυμα: χωρίς ουσιαστική αναβάθμιση των μισθών, ενίσχυση της σταθερότητας, ανασυγκρότηση της συλλογικής προστασίας και επένδυση στην ψυχική υγεία και τη δια βίου μάθηση, καμία πολιτική “brain regain” δεν μπορεί να πετύχει.

Η Generation Z δεν διεκδικεί απλώς μια θέση στην αγορά εργασίας — διεκδικεί το δικαίωμα σε ένα μέλλον με αξιοπρέπεια. Και αν αυτό το μέλλον δεν μπορεί να το βρει εδώ, θα το αναζητήσει αλλού.

Μέσα σ’ έναν κόσμο που αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, η Ελλάδα καλείται να απαντήσει σε ένα υπαρξιακό ερώτημα: θα καταφέρει να κρατήσει τη νέα της γενιά ή θα τη δει, για άλλη μια φορά, να φεύγει;