Είχα αναφερθεί στο φαινόμενο της βίας στα Πανεπιστήμια, στο «Βήμα της Κυριακής» το 2018 και συγκεκριμένα στην επιτροπή Παρασκευόπουλου που είχε συσταθεί ακριβώς για το θέμα αυτό. Εχουν περάσει επτά ολόκληρα χρόνια με αλλαγή, μάλιστα, κυβέρνησης και, φευ, βρισκόμαστε στην ίδια κατάσταση! Ετσι, τις προάλλες συνέβη στη Νομική Αθήνας στοχευμένη επίθεση κουκουλοφόρων εναντίον του Τμήματος Τουρκικών Σπουδών, εναντίον καθηγητών και φοιτητών, με αποτέλεσμα να κτυπηθεί ανελέητα διδακτορικός φοιτητής, που προσπάθησε να προστατεύσει φοιτήτριες και μία εγκυμονούσα, και να μεταφερθεί αιμόφυρτος στο νοσοκομείο. Κατά μαρτυρίες μάλιστα οι κουκουλοφόροι φώναζαν: «Θα πεθάνετε ρε, τελειώσατε»!

Αν ανατρέξουμε στις προσπάθειες που έγιναν στο παρελθόν για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού της βίας, θα σταματήσουμε στην Επιτροπή Παρασκευόπουλου που συστάθηκε το 2018. Ουδείς, βέβαια, μπορούσε να αμφισβητήσει την καλή πρόθεση της επιτροπής, η οποία όμως, μετέθετε ουσιαστικά την ευθύνη από την πολιτεία στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Αλήθεια, τι χρέος έχει ο πρύτανης να αναλάβει μόνος του τη διοίκηση ενός πανεπιστημίου, όπου η βία αποτελεί, δυστυχώς, ένα «continuum»; Οσο καλή διάθεση και ικανότητα και αν διαθέτει, δεν θα μπορέσει να περιφρουρήσει το πανεπιστήμιο, γιατί η περιφρούρηση δεν αντιμετωπίζεται ούτε εθιμικώ δικαίω ούτε με την ενός ανδρός αρχή. Χρειάζονται συμμαχητές. Αυτόν τον αγώνα πρέπει να τον συνειδητοποιήσουν και να τον αναλάβουν όλοι: διδάσκοντες και διδασκόμενοι, ακαδημαϊκή και πολιτική εξουσία.

Εχει αποδειχθεί περίτρανα ότι, ενώ η εκπροσώπηση των φοιτητών στα όργανα αποφάσεων των πανεπιστημίων είναι απαραίτητη, αντίθετα η εκπροσώπησή τους μέσω των πολιτικών κομμάτων είναι επιβλαβής και τραυματίζει την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η κομματικοποίηση των φοιτητών φέρνει ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα για την ελεύθερη και δημοκρατική διακίνηση των ιδεών, που απαιτεί ο πανεπιστημιακός χώρος. Η εκπαίδευση γίνεται θύμα της πολιτικής και η πολιτική ευτελίζεται.

Το πόρισμα, εξάλλου, της επιτροπής Παρασκευόπουλου κατέληγε, με τρόπο εντυπωσιακό, στην εκτίμηση ότι η πλήρης εξαφάνιση οποιασδήποτε παραβατικής συμπεριφοράς στο ακαδημαϊκό περιβάλλον αποτελεί «ουτοπικό στόχο». Το συμπέρασμα αυτό, που αναδύει την όλη φιλοσοφία του εγχειρήματος, δεν ικανοποιεί την αγωνία των πολιτών, αντίθετα προκαλεί έντονο προβληματισμό και ανησυχία. Το πόρισμα δεν δίνει το μήνυμα που αρμόζει σε ευνομούμενη πολιτεία, γιατί η βία δεν χωρά στα πανεπιστήμια, δεν είναι διαπραγματεύσιμη αλλά καταδικαστέα.

H κυβέρνηση της Ν.Δ. αποφάσισε να εφαρμόσει το μέτρο της περιφρούρησής τους από πανεπιστημιακή αστυνομία. Αυτονόητη είναι η αυτεπάγγελτη επέμβαση της δημόσιας δύναμης σε περίπτωση τέλεσης σοβαρών εγκλημάτων. Παρότι, λοιπόν, το μέτρο ψηφίστηκε, ουδέποτε εφαρμόστηκε, και σήμερα η κυβέρνηση ομολογεί ότι το μοντέλο απέτυχε, αλλά και ότι οι αστυνομικοί που προβλέπονταν για τα πανεπιστήμια, διορίστηκαν σε άλλες υπηρεσίες. Εχει όμως επανειλημμένα επισημανθεί, αλλά και αποδειχθεί από τις αντιδράσεις των φοιτητών, ότι η πανεπιστημιακή αστυνομία δεν αποδίδει. Αντίθετα, η επιβολή κάρτας εισόδου στα πανεπιστήμια, μέτρο που επιβάλλεται σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου, αλλά και σε πολλές υπηρεσίες της Ελλάδας, εταιρείες, μορφωτικά ξένα ινστιτούτα, έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Σε ανακοίνωσή του Πανεπιστημίου Αθηνών, μετά το επεισόδιο στη Νομική, επισημάνθηκαν τα εξής: «Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι αποτελεί ευθύνη της πολιτείας η προστασία των δημόσιων πανεπιστημίων από ομάδες κουκουλοφόρων, που φαίνεται ότι κινήθηκαν ανενόχλητοι στο κέντρο της Αθήνας, τόσο πριν την είσοδό τους στο πανεπιστημιακό κτίριο όσο και μετά την επίθεση και έξοδό τους από αυτό».

Τελικά, το επεισόδιο αυτό της βίας στο πανεπιστήμιο με ευτυχώς ένα μόνο θύμα, που θα μπορούσε βέβαια από την επίθεση που δέχτηκε να χάσει και την ζωή του, μου θυμίζει, ως προς την αντιμετώπισή του από την πολιτεία την τραγωδία των Τεμπών σε μικρογραφία. Η επισήμανση του κινδύνου είχε γίνει και στις δύο περιπτώσεις και έφθασε σε ώτα μη ακουόντων ή μάλλον… βαρέως ακουόντων, γιατί οι ενέργειές τους άργησαν υπερβολικά, αλλά και τα μέτρα που λήφθηκαν με καθυστέρηση δεν εφαρμόστηκαν.

Πιστεύω ότι θα πρέπει σε κάθε πανεπιστήμιο να λειτουργεί τομέας στήριξης, ο οποίος και να χρηματοδοτείται από την πολιτεία. Το μέτρο αυτό, εντός πανεπιστημίου και για την προστασία του πανεπιστημίου, θα μπορούσε να αποδώσει, χωρίς αντιδράσεις των φορέων. Εννοείται βέβαια ότι σε περίπτωση εγκληματικής ενέργειας θα καλείται η αστυνομία από τον τομέα αυτόν της στήριξης.

Καθώς η νεότερη Ελλάδα αδυνατεί να λύσει επί έτη πολλά το πρόβλημα της βίας, ας ανατρέξουμε στο βιβλίο της μεγάλης δασκάλας και αλησμόνητης Γαλλίδας ακαδημαϊκού Ζακλίν ντε Ρομιγί Η αρχαία Ελλάδα εναντίον της βίας, η οποία επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Δεν είμαι ειδική για να εκθέσω τα αίτια της γέννησης της βίας στην ψυχή των νέων, μπορώ όμως να αναφερθώ στη σημασία της παιδείας για την αποφυγή της. Η παιδεία, που περιλαμβάνει το σπίτι, το σχολείο, τα βιβλία, τα μέσα ενημέρωσης, αρχίζει πάντα από τους γονείς, των οποίων η προσφορά συχνά μετατοπίζεται από την παροχή των ηθικών αξιών στην παροχή υλικών αγαθών.

Πιστεύω ότι οι γονείς οφείλουν πρώτοι να παιδεύσουν τα τέκνα τους, να τα εξοικειώσουν με το περιβάλλον, τον χώρο και την χώρα, όπου ζουν. Να τα εμπνεύσουν με την πίστη σε κάτι ανώτερο, με σεβασμό για τον άνθρωπο , για το άλλο φύλο, με αγάπη για τα ζώα, να τα εξοικειώσουν κατά το δυνατόν ακόμη και με την ιδέα της αρρώστιας και του θανάτου. Να καλλιεργήσουν στα παιδιά τους τη σωστή έννοια της εργασίας και της μοναδικής αξίας της για όλη τους τη ζωή, από τα νιάτα μέχρι τα βαθιά γεράματα».

Η παιδεία συνεχίζεται στο σχολείο, όπου ένα μάθημα Ηθικής είναι, πιστεύω, αναγκαίο να προσφέρει στους μαθητές απλές έννοιες του ήθους, της συμπεριφοράς στην κοινωνία και φυσικά των συνεπειών της βίας. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η επαναφορά στις αρχές και τα ιδεώδη του ουμανισμού επιβάλλεται για μια ζωή καλύτερη για όλους.

Είναι, πράγματι, τραγικό οι πολίτες να αισθάνονται, σήμερα, ανασφαλείς στην ίδια τους τη χώρα, αλλά τραγικότερο είναι να αισθάνονται οι φοιτητές ανασφαλείς στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης αδυνατούμε ως χώρα να αντιμετωπίσουμε ένα τέτοιο χρόνιο πρόβλημα, μεταθέτοντας την ευθύνη ο ένας στον άλλον; «Θανάτου μόνον ουκ έστιν επανόρθωμα» (Μένανδρος).

* Η κυρία Στέλλα Πριόβολου είναι ομότιμη καθηγήτρια, πρόεδρος Σώματος Ομοτίμων Καθηγητών ΕΚΠΑ, έφορος Σχολών Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός.