Ο δρόμος για την κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία άνοιξε με το τηλεφώνημα του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντιμίρ Πούτιν ενώ τα επιτελεία τους ανήγγειλαν και μια συνάντηση κορυφής για διευθετήσεις πέραν εκείνων που έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο επεξεργασίας.
Η επαναπροσέγγιση της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα συνοδεύτηκε από μηνύματα της αμερικανικής κυβέρνησης στην Ουκρανία πως δεν πρόκειται να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και ότι θα πρέπει να πιει το πικρό ποτήρι της απώλειας κάποιων εδαφών που κατακτήθηκαν με τα όπλα από τους Ρώσους.
Είναι μια ψυχρολουσία για το Κίεβο καθώς και για τους Ευρωπαίους ηγέτες που εκτός των άλλων καλούνται να διαθέσουν στρατιώτες σε μια ειρηνευτική δύναμη χωρίς αυτή να καλύπτεται από το άρθρο 5 περί συμμαχικής αλληλεγγύης, ούτε να περιλαμβάνει στις τάξεις της Αμερικανούς στρατιώτες.
Σχεδόν τρία χρόνια
Πάνε σχεδόν τρία χρόνια από ένα άλλο τηλεφώνημα, το τελευταίο μεταξύ του Μπάιντεν και του Πούτιν, τις παραμονές της ρωσικής εισβολής, με την προειδοποίηση του Αμερικανού προέδρου ότι η επίθεση στην Ουκρανία θα στοίχιζε ακριβά στη Μόσχα.
Ο Ρώσος πρόεδρος δεν έκανε πίσω και διέταξε την εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου 2022 που εξελίχθηκε σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο με εκτιμήσεις για πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς και τραυματίες, παρότι κάθε πλευρά επιβάλλει στρατιωτική λογοκρισία υποβαθμίζοντας τις δικές της απώλειες και μεγιστοποιεί εκείνες του αντιπάλου.
Χόρτασε άραγε ο Πούτιν ή θα υπάρξει συνέχεια;
Πόσο και γιατί φτήνυνε η ανθρώπινη ζωή στα πεδία των μαχών στην Ουκρανία σε αυτά τα τρία χρόνια; Πόσο και γιατί ακρίβυνε η καθημερινότητα των Ευρωπαίων πολιτών μετά τη διάρρηξη των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων με τη Μόσχα; Ποιος και γιατί πληρώνει με αίμα και χρήμα, με ανθρώπινες ζωές και εξοπλισμούς, ώστε να κρατηθεί μακριά η ρωσική αρκούδα; Χόρτασε άραγε ο Πούτιν ή θα υπάρξει συνέχεια; Ερωτήματα στα οποία καλούνται να απαντήσουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες που προσδέθηκαν στο άρμα της Ουάσιγκτον του Μπάιντεν και τώρα βλέπουν την Ουάσιγκτον του Τραμπ να τους τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια. Πόσο μάλλον όταν βρίσκονται ενώπιον εκλογών, όπως στη Γερμανία στις 23 Φεβρουαρίου, όπου η από καιρό αναγγελθείσα κίνηση του Τραμπ αποτελεί επίσης «πάσα» στην ακροδεξιά AfD η οποία μονίμως αμφισβητεί την αξία της υπεράσπισης της Ουκρανίας ενώ συνδέεται με φανερούς και άδηλους τρόπους με τη Μόσχα.
Η αμφισβήτηση των επιλογών της ευρωπαϊκής ηγεσίας στο Ουκρανικό δεν αποτελεί αυτόματα συγχωροχάρτι «πουτινόπληκτων» προς τη Ρωσία, όπως επιμένει ακόμα και σήμερα το αφήγημα των Βρυξελλών και αρκετών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Εάν η αμερικανορωσική προσέγγιση εξελιχθεί σε μια νέα Γιάλτα οι Ευρωπαίοι δύσκολα θα βρουν θέση στο τραπέζι, πόσο μάλλον μια ισότιμη θέση. Και δεν θα φταίνε για αυτό μόνο ο Τραμπ και ο Πούτιν.






