Σοβαρά ερωτήματα, καθώς και ενόχληση για τη σκοπιμότητα και τη χρονική στιγμή της κατάθεσής του έχει προκαλέσει στην Αθήνα το non paper που δόθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην ελληνική πλευρά αναφορικά με το μέλλον του αγωγού φυσικού αερίου EastMed. Με αυτό, η Ουάσιγκτον ουσιαστικά προτείνει την εγκατάλειψη του εν λόγω έργου τόσο για λόγους οικονομικής/εμπορικής βιωσιμότητας όσο και εξαιτίας των εντάσεων που προκαλεί στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου – σε μια έμμεση πλην σαφή αναφορά στις κινήσεις της Τουρκίας. Το έγγραφο, έκτασης περίπου μιάμισης σελίδας (για το οποίο πρώτος έγραψε ο διπλωματικός συντάκτης Σωτήρης Σιδέρης στην ιστοσελίδα Ωμέγα Press), περιέχει πάντως και μία σειρά από άλλες λεπτομέρειες που δεν είναι απαραίτητα αρνητικές για την ελληνική πλευρά – χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν και σοβαρά «γκρίζα σημεία». Στο αμερικανικό έγγραφο γίνεται σαφής και θετική μνεία στα καλώδια ηλεκτρικής διασύνδεσης Euro-Asia Interconnector (Ισραήλ – Κύπρος – Ελλάδα) και Euro-Africa Interconnector (Αίγυπτος – Ελλάδα), ενώ χαρακτηρίζεται με σαφήνεια «απαράδεκτη» και μη επιβοηθητική η παρενόχληση του ωκεανογραφικού σκάφους «Nautical Geo» από την Τουρκία. Σημειώνεται ότι αποδέκτες του αμερικανικού non paper έχουν επίσης γίνει οι κυβερνήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ισραήλ.

Οι αλλαγές στα πλάνα και το αβέβαιο μέλλον

Φυσικά, για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, το αβέβαιο μέλλον του μάλλον φαραωνικού EastMed είχε διαφανεί εδώ και αρκετό καιρό. Ηδη από τον περασμένο Φεβρουάριο και σε ανύποπτο χρόνο «Το Βήμα» είχε παρουσιάσει σε δύο εκτενή ρεπορτάζ του (28 Φεβρουαρίου 2021 και 7 Μαρτίου 2021) τις συζητήσεις που είχαν διεξαχθεί στο «τετράγωνο» Ελλάδας – Ισραήλ – Αιγύπτου – Κύπρου για αλλαγή της αρχικής όδευσης του αγωγού που επρόκειτο να μεταφέρει ισραηλινό αέριο στην ευρωπαϊκή αγορά. Η ιδέα που είχε πέσει στο τραπέζι από το Κάιρο αφορούσε τη συγκέντρωση των υπαρχόντων κοιτασμάτων τόσο από το Ισραήλ όσο και από την Κύπρο στην Αίγυπτο και από εκεί τη μεταφορά τους στην Ελλάδα είτε με έναν απευθείας αγωγό προς την Κρήτη είτε με έναν «εικονικό» (virtual) αγωγό από πλοία μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) προς την Ελλάδα (στον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας ή στην υπό κατασκευή πλωτή μονάδα επαναεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη).

Πολιτικό εγχείρημα του Νετανιάχου

Τότε πολλοί είχαν σπεύσει βιαστικά να διαψεύσουν αυτά τα σενάρια. Δυστυχώς, σήμερα, η πραγματικότητα διαψεύδει εκείνους. Το τελευταίο διάστημα είχε καταστεί απολύτως σαφές ότι το μεγαλεπήβολο έργο του αγωγού EastMed έπνεε τα λοίσθια. Οι ψύχραιμες φωνές είχαν επισημάνει ότι παρά τα ευχολόγια περί της μείωσης του κόστους, ο αγωγός αυτός υπήρξε κατά βάση ένα πολιτικό εγχείρημα που προωθήθηκε αρχικά από τον πρώην πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Ο EastMed υπήρχε χρήσιμος ως πολιτικό αφήγημα, αλλά μια σειρά από εξελίξεις φανέρωσαν τα όριά του. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ακόμα και η υπογραφή της διακυβερνητικής συμφωνίας για την κατασκευή του το 2020 στο Ζάππειο Μέγαρο σκιάστηκε από την απουσία της Ιταλίας, η οποία επιχειρήθηκε να καλυφθεί με διάφορους τρόπους. Ολα τα προαναφερθέντα, σε συνδυασμό με τη στροφή σε πιο «πράσινες» ενεργειακές επιλογές, αλλά επίσης, όσο και αν ακούγεται ενοχλητικό, η ευθεία αμφισβήτηση της υλοποίησης του έργου από την Τουρκία με σειρά επιθετικών ενεργειών στην Ανατολική Μεσόγειο, έγειραν την πλάστιγγα εναντίον του.

Δεν πρέπει να αγνοείται ακόμα ένα σημείο. Σήμερα, σε καίριες θέσεις τόσο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ όσο και στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας βρίσκονται άνθρωποι που κινούνται με βάση το σκεπτικό ότι η Τουρκία, ανεξαρτήτως Ερντογάν, «δεν πρέπει να χαθεί για τη Δύση». Παράλληλα, αυτή τη στιγμή και παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, στο παρασκήνιο διεξάγονται πυρετώδεις διαβουλεύσεις με σκοπό να βρεθούν σημεία επαφής μεταξύ Ουάσιγκτον και Αγκυρας σε σειρά τομέων (π.χ. Αφγανιστάν, S-400, F-35 κ.ά.).

Τι αναφέρει το non paper

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος», ο αρχικός καμβάς επί του οποίου διαμορφώνεται η αμερικανική επιχειρηματολογία στο άτυπο έγγραφο είναι η αναγκαιότητα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Σε αυτό το πλαίσιο και με δεδομένες τις δεσμεύσεις που αναλήφθησαν στην πρόσφατη Σύνοδο για το Κλίμα στη Γλασκώβη (COP26), η κατασκευή υποδομών όπως ο EastMed Gas Pipeline (EMGP) με αβέβαιη οικονομική βιωσιμότητα δεν πρέπει αποτελούν προτεραιότητα για τον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής και της προώθησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ζητείται λοιπόν ουσιαστικά το εν λόγω έργο, αν και έχει ενταχθεί στα Εργα Κοινού Ενδιαφέροντος (Projects of Common Interest – PCI) της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ), να εγκαταλειφθεί.

Ωστόσο, διπλωματικές πηγές σημείωναν πως «η αμερικανική πλευρά επισήμανε παράλληλα ότι η προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στα διασυνδετήρια καλώδια παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να συνδεθούν οι δομές παραγωγής ενέργειας και οι αγορές των κρατών της περιοχής αυτής». Πράγματι, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει «Το Βήμα», στο κείμενο του non paper γίνεται ξεκάθαρη αναφορά στη στήριξη της Ουάσιγκτον τόσο προς την ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ – Κύπρου – Ελλάδας μέσω του καλωδίου Euro-Asia Interconnector όσο και προς την ηλεκτρική διασύνδεση Αιγύπτου – Ελλάδας μέσω του καλωδίου Euro-Africa Interconnector. Υπενθυμίζεται ότι στα μέσα του περασμένου Οκτωβρίου υπεγράφη μεταξύ Αθήνας και Καΐρου διμερές μνημόνιο μεταξύ των υπουργών των δύο χωρών Κώστα Σκρέκα και Μοχάμεντ Σάκερ για την πόντιση υποθαλασσίου καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης που θα διέρχεται της οριοθετημένης περιοχής ΑΟΖ των δύο χωρών.

Υπάρχει φυσικά ένα στοιχείο για το οποίο η Αθήνα και πιθανότατα η Κύπρος θα εγείρουν έντονες ανησυχίες προς την πλευρά της Ουάσιγκτον. Αν και η αμερικανική πλευρά εμφανίζεται να στηρίζει την κατασκευή των δύο καλωδίων, ο τρόπος με τον οποίο θα στηρίξει τις χώρες της περιοχής σε αυτά τα σχέδια παραμένει ασαφής. Στο σημείο αυτό, δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο ότι η Αγκυρα έχει στο παρελθόν αμφισβητήσει ακόμα και την πόντιση καλωδίων σε περιοχές που η ίδια θεωρεί ότι ανήκουν στη δική της θαλάσσια δικαιοδοσία με την αιτιολογία πως η ίδια αποτελεί παράκτιο κράτος. Χαρακτηριστικά, τον περασμένο Μάρτιο η Τουρκία είχε αποστείλει ρηματικές διακοινώσεις στις πρεσβείες της Ελλάδας και του Ισραήλ στην Αγκυρα, αλλά και στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην τουρκική πρωτεύουσα, με την οποία είχε διαμαρτυρηθεί ότι δεν είχε προηγουμένως ενημερωθεί για την υπογραφή Μνημονίου Συναντίληψης (MoU) ανάμεσα σε Αθήνα, Τελ Αβίβ και Λευκωσία για τον σχεδιασμό και την κατασκευή του Euro-Asia Interconnector. Το ερώτημα που αναδύεται είναι επομένως το εξής: Καθώς το καλώδιο ακολουθεί ουσιαστικά την πορεία χάραξης του EastMed (περνώντας και μέσα από το έκνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019), τι θα συμβεί αν η Τουρκία επιχειρήσει να αποτρέψει την πόντισή του; Ποια στάση θα τηρήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες;

Ο τουρκικός παράγοντας,  το «Nautical Geo» και οι εντάσεις

Σύμφωνα με ελληνικές διπλωματικές πηγές, «η αμερικανική πλευρά επισήμανε ότι έχει ήδη υπογραμμίσει προς την τουρκική πλευρά πως οι ενέργειές της στην Ανατολική Μεσόγειο αυξάνουν την ένταση στην περιοχή. Συγκεκριμένα», συνεχίζουν, «η αμερικανική πλευρά τόνισε προς την Τουρκία ότι η αποστολή τουρκικών πολεμικών σκαφών που παρενόχλησαν το ερευνητικό σκάφος “Nautical Geo”, όταν έκανε έρευνες, οι οποίες ήταν σύννομες με το Διεθνές Δίκαιο, ήταν απαράδεκτη ενέργεια».
Πραγματικά, στο αμερικανικό non paper επισημαίνεται ότι οι πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας προς το (με σημαία Μάλτας) ωκεανογραφικό σκάφος «Nautical Geo», το οποίο δέχθηκε επανειλημμένες παρενοχλήσεις από σκάφη του τουρκικού πολεμικού ναυτικού κατά την προσπάθεια χαρτογράφησης του βυθού της Ανατολικής Μεσογείου στη γραμμή όδευσης τόσο του EastMed όσο και του Euro-Asia Interconnector, αυξάνουν την ένταση στην περιοχή. Ωστόσο, αυτή ακριβώς η ένταση δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των χωρών της περιοχής, σύμφωνα με την αμερικανική λογική, και συντείνει στην αναγκαιότητα να εγκαταλειφθεί ο πολυδιαφημισμένος αγωγός.
Οι ίδιες πηγές τόνιζαν πως «η ελληνική πλευρά επισήμανε ότι συγκρατεί τις απόψεις αυτές, επισημαίνοντας πως το έργο αυτό έχει αναδειχθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση ως “ιδιαίτερης σημασίας”. Οποιαδήποτε απόφαση προφανώς θα λάβει υπόψη την καθοριζόμενη από την αγορά προϋπόθεση της οικονομικής βιωσιμότητας του έργου». Παρ’ όλα αυτά, τα ερωτήματα παραμένουν. Πέραν των καλωδίων ηλεκτρικής διασύνδεσης, η Ελλάδα και η Αίγυπτος εξετάζουν, όπως προαναφέρθηκε, το ενδεχόμενο κατασκευής και υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου (που μελλοντικά ίσως να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη μεταφορά υδρογόνου) προς την Κρήτη. Ο έλληνας υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας και ο αιγύπτιος ομόλογός του Ταρέκ Ελ Μόλα υπέγραψαν MoU τον περασμένο Νοέμβριο με έμφαση στην εμπορία LNG, σε δραστηριότητες έρευνας και παραγωγής φυσικού αερίου (upstream) αλλά και φυσικής διασύνδεσης των συστημάτων αγωγών των δύο χωρών. Αν και η ιδέα βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο, δεν αποκλείεται η κατασκευή και αυτού του «μικρού EastMed» να αμφισβητηθεί από την Τουρκία. Το ερώτημα που αναδύεται είναι πανομοιότυπο με το προηγούμενο: Πώς θα αντιδρούσαν οι ΗΠΑ σε μια τέτοια περίπτωση;

ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ

Αν ορισμένοι εκπλήσσονται, δηλώσεις αμερικανών αξιωματούχων στο πρόσφατο παρελθόν υπήρξαν τροχιοδεικτικές των απόψεων της Ουάσιγκτον. Στο πρόσφατο συνέδριο «Athens Energy Dialogues», ο απερχόμενος αμερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ είχε σημειώσει σχετικά με την περιφερειακή αρχιτεκτονική συνεργασίας ότι «δεν επιθυμούμε να αποκλείσουμε κανέναν… Ελπίζουμε ότι αυτός ο διάλογος, συμπεριλαμβανομένου του Φόρουμ για το Αέριο της Ανατολικής Μεσογείου, στο οποίο οι ΗΠΑ συμμετέχουν ως παρατηρητής, θα αφήσει ανοικτή την πόρτα και για την Τουρκία». Επίσης, σε συζήτηση που οργάνωσε το Center for European Policy Analysis (CEPA) τον περασμένο Σεπτέμβριο για την Ανατολική Μεσόγειο, ο κ. Πάιατ είχε επισημάνει τις μεταβολές που λαμβάνουν χώρα σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες στον βυθό της θάλασσας. «Πολλοί από αυτούς τους πόρους δεν θα εξορυχθούν ποτέ στο τρέχον οικονομικό και επενδυτικό περιβάλλον. Το έδαφος κινείται γρήγορα και οι πολιτικές της Ελλάδος το αντικατοπτρίζουν αυτό. Πάρτε για παράδειγμα την ενισχυμένη συνεργασία της με τις ΗΠΑ μέσω του διμερούς Στρατηγικού Διαλόγου και μέσω της διαδικασίας “3+1” για ενεργειακή συνεργασία στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στις ηλεκτρικές διασυνδέσεις».