Η Ευρώπη των λαών γεννήθηκε μετά τη μεγάλη κρίση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μεγάλωσε μέσα στις κρίσεις.

Η μεγάλη οικονομική κρίση της Ευρωζώνης το 2009 συντέλεσε στην εμβάθυνση της νομισματικής ένωσης, στην αποδοχή μιας ευρύτερης γκάμας νομισματικών εργαλείων και στοχεύσεων, στη δημιουργία της Τραπεζικής Ενωσης και της Ενωσης Κεφαλαιαγορών. Χωρίς αυτήν το οικοδόμημα της Ευρωζώνης θα παρέμενε ατελές. Μεσούσης της κρίσης αυτής συντελέστηκε και το Brexit, στη χώρα όπου οι επιφυλάξεις έναντι της νομισματικής ενοποίησης είχαν διογκωθεί από την παλαιότερη κρίση της επίθεσης στη βρετανική λίρα και την αποτυχημένη προσπάθεια συμμετοχής της στο νομισματικό «φίδι», το πρώιμο εγχείρημα νομισματικής ενοποίησης. Η μεγάλη κρίση του 2009 ήταν και μια σύγκριση γιατί αποκάλυψε την αδυναμία των αναπτυγμένων κρατών να αντιληφθούν εγκαίρως ότι τα έχουν ξεπεράσει άλλα, λιγότερο αναπτυγμένα κράτη τον περασμένο αιώνα.

Η τρέχουσα υγειονομική κρίση κατέστησε αντιληπτό ότι χρειάζεται μια κοινή πολιτική αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών και θεμάτων υγείας και, αν και καθυστερημένα, την έκδοση κοινών ευρω-τίτλων. Η συνεπακόλουθη άνοδος των τιμών της ενέργειας φέρνει την ενεργειακή κρίση στα πρόθυρα της Ευρώπης και ανοίγει ξανά τη συζήτηση για την ενεργειακή αυτονομία.

Η σημερινή κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αφορά στην πρόσβαση σε ενεργειακές πηγές, για τις ανάγκες μιας ενεργοβόρας και έντονα αναπτυσσόμενης μέχρι πρότινος τουρκικής οικονομίας. Η κρίση αυτή δείχνει ότι υφίστανται απειλές διεκδίκησης ευρωπαϊκού εδάφους, σε μια Ευρώπη που λόγω και του σταθερά ειρηνευτικού της προσανατολισμού εύκολα παρακάμπτεται στρατιωτικά, όπως ανέδειξαν και τα γεγονότα από τη συμφωνία «AUKUS». Και σε λίγα μόνο χρόνια μέσα από την πολυετή μεταναστευτική κρίση γίναμε Διγενείς Ακρίτες μιας Ενωσης που ποτέ δεν εκτίμησε όσα της δώσαμε και της δίνουμε απλόχερα. Στην παραζάλη των πολλαπλών κρίσεων προστίθενται οι μεγάλες φυσικές καταστροφές, συνέπεια της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης, που η αντιμετώπισή της βρίσκεται στα σπάργανα.

Πού όμως βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα; Η ελληνική οικονομία διήλθε μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις που άρχισε το 2009, διήρκεσε μέχρι το 2018 (η μεγαλύτερη σε διάρκεια κρίση εθνικής οικονομίας, με συρρίκνωση του ονομαστικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μεγαλύτερη και από το 1929 στις ΗΠΑ) και συνεχίζεται με την παγκόσμια υγειονομική κρίση. Σε τρεις δεκαετίες η Ελλάδα αντιμετώπισε τρεις διαφορετικές ως προς την αιτία οικονομικές κρίσεις, μαζί με του Χρηματιστηρίου, το 1999.

To 2019, η ελληνική οικονομία κατατασσόταν στην τελευταία θέση της Ευρωζώνης και στην προτελευταία της ΕΕ σε κ.κ. ΑΕΠ (σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης). Ολα σχεδόν τα φτωχά, πρώην κομμουνιστικά κράτη την ξεπέρασαν. Η απόκλιση ήταν τέτοια που το υπαρξιακό πλέον ερώτημα για τούτο το έθνος, καθώς εορτάζονται τα 200 έτη απελευθέρωσής του, είναι αν οι στρατηγικές επιλογές του να συνδεθεί στο άρμα της Ευρωζώνης και της ΕΕ, εμπνευσμένες από υψηλά ιδεώδη και κοινά οράματα με άλλα έθνη για την ένωση αυτή, έχουν πράγματι το νόημα που απέδιδαν οι φωτισμένοι εμπνευστές της.

Μπορούμε ωστόσο να διακρίνουμε έναν λαό που θέλει να αλλάξει η ζωή του. Χρειάζεται όμως αυτός και οι ηγέτες του να μάθουν να αντιμετωπίζουν εγκαίρως τις κρίσεις μόνοι τους, διδασκόμενοι από αυτές. Για παράδειγμα, ανάμεσα στα διδάγματα της υγειονομικής κρίσης είναι η απαραίτητη εύρυθμη λειτουργία ενός δημόσιου συστήματος υγείας, όσο κι αν ηχούν οι σειρήνες μερικής ιδιωτικοποίησής του. Η ενεργειακή κρίση καταδεικνύει την αναγκαιότητα της ενεργειακής αυτονομίας, στην οποία επενδύει μακροπρόθεσμα κάθε κράτος που σέβεται τους πολίτες του.

Από τα πολλά διδάγματα της κρίσης του 2009 ας συγκρατήσουμε ότι είναι απαραίτητη η δημοσιονομική αυστηρότητα σε καιρούς που δεν έχουμε κρίση (γιατί αλλιώς θα συμβεί το αντίθετο), η δημιουργία δημοσιονομικού «χώρου» και πλεονασμάτων για εποχές δύσκολες, ενός ισχυρού και εξαγώγιμου ιδιωτικού τομέα, κλάδων υψηλής προστιθέμενης αξίας, η στήριξη επενδυτών και επενδύσεων και η παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων. Ιδιαίτερα πολύτιμη είναι η έγκαιρη πρόγνωση των μεγάλων κρίσεων από όπου και αν μπορεί να προέλθουν.

Προϋπόθεση όμως για όλα αυτά είναι να χτιστούν οι θεμελιακές εκείνες σταθερές που αποτρέπουν κάθε κρίση. Να κατανοήσουμε τη βαρύτητα των εννοιών της αυτονομίας (ενέργειας, τροφίμων και άλλων πρώτων υλών κ.ά.), της διατήρησης του πλούτου (φυσικού, τουριστικού, πολιτισμικού κ.ά.), της εξοικονόμησης πόρων (με ανακύκλωση, κυκλική οικονομία κ.ά.), της προστασίας (των περιουσιακών στοιχείων, ευπαθών ομάδων κ.ά.) και της συνεργασίας ανθρώπων, συνεταίρων και εταιρειών. Υπάρχουν αρχές γύρω από τις οποίες χτίζονται κράτη και πολιτισμοί μετά από κρίσεις και συμβάλλουν στην έκφραση των ανθρώπινων αρετών. Ας τις αναζητήσουμε. Ο καθρέφτης μιας ολόκληρης ιστορίας μας περιμένει.

Ο κ. Κωνσταντίνος Χ. Οικονόμου
είναι δρ Πανεπιστημίου Cambridge, σύμβουλος ΑΣΕΠ, ερευνητής – επιστημονικός συνεργάτης ΕΚΠΑ.