Κυβέρνηση χαράς! Γιατί όχι άλλωστε; Ο κ. Πρωθυπουργός έλυσε την μίνι ανταρσία του «λιμενοφύλακα» κ. Δρίτσα και μετέβη, ηγούμενος κυβερνητικής αποστολής με εκδρομική αμφίεση και επισκέφθη οχυρωματικό μνημείο.

Οι απορίες αλλά και τα σαρκαστικά σχόλια που εκφράστηκαν μέσω των δικτύων κοινωνικής ενημέρωσης για το εάν το υπουργείο Εξωτερικών είχε συμβουλεύσει τους εκπροσώπους του Ελληνικού Κράτους περί πρωτοκόλλου ενδυμασίας καθώς και για την κυρία Περιστέρα Μπαζιάνα ουδόλως απασχόλησαν τον Πρωθυπουργό ο οποίος τουίταρε επαγγελματικές φωτογραφίες απο το Σινικό Τείχος.

Προφανώς θα σκέφτονταν ότι πασάροντας τον προτεινόμενο εκλογικό νόμο στους πολίτες και στα κόμματα, ποιος θα σχολίαζε τα φωτογραφικά σουβενίρ του κ. Τσίπρα. Πράγματι το κόστος τους είναι πολύ μικρό για τον έλληνα πολίτη μπροστά στα μετρά που επέβαλε η Κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου αποτέλεσμα της περήφανης διαπραγμάτευσης και των ψεμάτων τους. Βάναυση φορολογία, μείωση συντάξεων, διορισμός συγγενών και κολλητών, αύξηση ανεργίας κτλ.

Ευτυχώς όμως τα δημοκρατικά κόμματα της Βουλής φαίνεται να απορρίπτουν τις προσπάθειες του να απροσανατολίσει την κοινή γνώμη. Άλλωστε εάν πραγματικά ήθελε μια ουσιαστική μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου θα είχε ως προτεραιότητα την διασφάλιση των υφιστάμενων δικαιωμάτων των πολιτών, δηλαδή ψήφο των κατοίκων εξωτερικού προτού διευρύνει το εκλογικό σώμα. Θα είχε επεξεργαστεί μια δικαιότερη και πιο λογική κατανομή εδρών: η Β’ Αθηνών αποτελεί περιφέρεια τέρας – τι κοινό έχουν οι κάτοικοι της Εκάλης ή της Γλυφάδας με αυτούς στο Ίλιον για παράδειγμα;

Τα προβλήματα της χώρας είναι πολλά και επείγουν. Η ανάπτυξη δεν θα έρθει ούτε με υπουργούς τύπου Δρίτσα, ούτε με την προσπάθεια ελέγχου των ΜΜΕ (ας διαβάσουν καλύτερα την Επιστολή απο την Επιτροπή) ούτε με επεμβάσεις στην δικαιοσύνη. Προφανώς αυτά βλέπει και η Χρυσή Αυγή η οποία έχει αναδεχθεί (μαζί με τον κ. Λεβέντη και τον απόλυτα δεδομένο πλέον κ. Καμμένο) και αποδέχεται την συμμαχία στον προτεινόμενο εκλογικό νομό.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν την υποχρέωση να εστιάσουν την πολιτική συζήτηση σε προτεινόμενες λύσεις και όχι σε άκαιρα θέματα που απλώς στέλνουν την μπάλα στην εξέδρα.