Στις «συμπληγάδες» των διαφορετικών ενδοκυβερνητικών και εσωκομματικών προσεγγίσεων και σχεδιασμών βρίσκεται προς το παρόν –και μέχρι να ανακοινωθούν επισήμως οι σχετικές προτάσεις –το μείζον θέμα του εκλογικού νόμου το οποίο άνοιξε η κυβέρνηση μαζί με τη δρομολογούμενη συνταγματική αναθεώρηση.
«Αγκάθι» αποτελεί η πρόταση Κουρουμπλή για (μειωμένο) μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα ή συνασπισμό κομμάτων. Ο Πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης δεν διστάζει να δηλώσει σε όσους τον ρωτούν σχετικά: «Απλή αναλογική με μπόνους δεν νοείται»! Το «θολό» τοπίο των πραγματικών προθέσεων ως προς τις αλλαγές που θα περιλαμβάνει ο νέος νόμος επιτείνουν οι πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες στις ως τώρα επεξεργασίες που έχουν γίνει από τον καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργό Εσωτερικών Π. Κουρουμπλή δεν είχαν καμία συμμετοχή κυβερνητικοί παράγοντες όπως ο υφιστάμενός του αναπληρωτής υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και πολιτικός αναλυτής με εμπειρία στα εκλογικά θέματα Χρ. Βερναρδάκης ή ο άμεσα εμπλεκόμενος γενικός γραμματέας του υπουργείου Εσωτερικών και «εκλογολόγος» του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Πουλάκης.
Μάλιστα ο κ. Πουλάκης φρόντισε να πάρει αποστάσεις από τους ως τώρα χειρισμούς δηλώνοντας ότι «ο εκλογικός νόμος είναι θέμα του Πρωθυπουργού» και ότι «δεν βοηθάει να γίνονται από τα κανάλια τεχνικού επιπέδου εξαγγελίες», διαμηνύοντας παράλληλα ότι «η απλή αναλογική είναι στα γονίδια του ΣΥΡΙΖΑ». Παρά τις επιμέρους απόψεις που διατυπώνονται, είναι πολλές οι φωνές εκείνων που εν όψει των σχετικών επεξεργασιών και διαβουλεύσεων που αναμένονται άμεσα στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας εργασίας που θα συντάξει τον νέο εκλογικό νόμο υπενθυμίζουν με νόημα ότι «η Αριστερά είναι ταυτισμένη για δεκαετίες με την υπόθεση της απλής αναλογικής». Μεταξύ αυτών ο Πρόεδρος της Βουλής, ο οποίος είχε εγκαίρως καταγράψει τη διάστασή του από τους σχεδιασμούς του κ. Κουρουμπλή δηλώνοντας ότι «παραμένουμε σταθερά 100% υπέρ της απλής αναλογικής ανεξαρτήτως άλλων απόψεων που μπορεί να υπάρχουν», παίρνοντας έτσι σαφείς αποστάσεις από τις διατυπωμένες θέσεις του υπουργού Εσωτερικών που έχει δηλώσει ότι με την απλή αναλογική η χώρα δεν θα μπορεί να κυβερνηθεί.
Αλλά και η Κουμουνδούρου έχει εκπέμψει το «μήνυμά» της, με τον γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ Π. Ρήγα να δηλώνει ότι πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η απλή αναλογική, θιασώτες της οποίας άλλωστε εμφανίζονται και οι «53», όπως και κυβερνητικά στελέχη σαν τον υπουργό Εργασίας Γ. Κατρούγκαλο, τον υπουργό Περιβάλλοντος Π. Σκουρλέτη, τον υπουργό Παιδείας Ν. Φίλη κ.ά.
Αυτό που μένει πλέον είναι να αποσαφηνιστεί το πραγματικό περιεχόμενο και το εύρος της αναλογικότητας των προτάσεων που θα πέσουν πάνω στο τραπέζι. Προς το παρόν, πάντως, σε αυτό που φαίνεται ότι συγκλίνουν οι περισσότεροι είναι στη διατήρηση του πλαφόν του 3% και στην κατάτμηση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών. Κατά τα λοιπά, η κοινή συνισταμένη είναι ότι ο νέος εκλογικός νόμος «θα κινείται στην κατεύθυνση της απλής αναλογικής», δίχως όμως να προεξοφλείται με βεβαιότητα το πλαίσιο –αν, δηλαδή, θα επικρατήσει αυτό που καταγράφηκε στο συλλογικό υποσυνείδητο της Αριστεράς ως απλή και ανόθευτη αναλογική (αριθμός εδρών ανάλογα με το εθνικό ποσοστό που λαμβάνει ο κάθε συνδυασμός) ή ένα έστω αναλογικότερο σύστημα από το υπάρχον (νόμος Σκανδαλίδη του 2004, όπως τροποποιήθηκε από τον Πρ. Παυλόπουλο το 2008), το οποίο προβλέπει μπόνους 50 εδρών για το πρώτο κόμμα και αναλογική κατανομή των υπόλοιπων 250 εδρών με βάση το ποσοστό των κομμάτων.
Η «εξίσωση» που καλείται να επιλύσει το κυβερνών κόμμα περιλαμβάνει τέσσερις καθοριστικές παραμέτρους-«κλειδιά»:

1.
Το μπόνους εδρών για το πρώτο κόμμα και αν θα συνεχίσει να υπάρχει, όπως προτείνει ο κ. Κουρουμπλής, ο οποίος έχει εισηγηθεί να μειωθεί στις 30 έδρες, συμπεριλαμβάνοντας όμως και συνασπισμούς κομμάτων με προεκλογικές προγραμματικές δεσμεύσεις κυβερνητικής συνεργασίας, ενώ οι υπόλοιπες 270 έδρες να μοιράζονται με απλή αναλογική. Η άποψη που διατυπώνεται είναι το μπόνους να δίνεται μόνο αν ένα κόμμα ή συνασπισμός κομμάτων λάβει ποσοστό 40%-42%.
Οι θιασώτες αυτής της άποψης επικαλούνται τον κίνδυνο της ακυβερνησίας, ενώ οι υπέρμαχοι της γνήσιας απλής αναλογικής τάσσονται ανεπιφύλακτα υπέρ της κατάργησης του μπόνους, επισημαίνοντας επιπλέον πως στην περίπτωση αυτή όσα κόμματα εισέρχονται στη Βουλή θα έχουν ένα ελάχιστο μπόνους εδρών το οποίο θα προκύπτει από το ποσοστό των κομμάτων που δεν συγκεντρώνουν το πλαφόν του 3% και μένουν εκτός Βουλής. Το ποσοστό αυτό κυμαίνεται συνήθως από 5% ως 12%, ποσοστά που αντιστοιχούν σε 15 ως 30 αδιάθετες έδρες, τις οποίες θα μοιράζονται αναλογικά τα κόμματα που εισέρχονται στη Βουλή. Οσον αφορά την ιδέα περί προεκλογικών προγραμματικών δεσμεύσεων για κυβερνητική συνεργασία στο πλαίσιο συνασπισμών κομμάτων, η ίδια πλευρά θεωρεί ότι είναι τουλάχιστον υποκριτικό, αν όχι αφελές, να πιστεύει κάποιος πως μπορεί να διασφαλίσει τέτοιες δεσμεύσεις.

2. Το πλαφόν 3%
για την είσοδο κάποιου κόμματος στη Βουλή, κάτι στο οποίο συγκλίνουν οι περισσότερες απόψεις, τόσο του κ. Κουρουμπλή όσο και του κ. Βούτση, ο οποίος τάσσεται κατά της κατάργησής του, καθώς θεωρεί ότι υπάρχει πλουραλιστική εκπροσώπηση της κοινωνίας των πολιτών, όπως αποδεικνύεται και από την παρούσα οκτακομματική Βουλή. Ο Πρόεδρος της Βουλής διευκρίνισε προ ημερών ότι το στοιχείο της άδολης αναλογικής «δεν μπορεί να αναφέρεται σε προσωπικά ή σε προσωποπαγή κόμματα, που να είναι δυνατόν να διαμορφώσουν ένα μπουκέτο μερικών δεκάδων κομμάτων μέσα στη Βουλή, κάτι που θα καταστήσει αδύνατη τη νομοθετική εργασία».

3. Το «σπάσιμο» των εκλογικών περιφερειών
, το οποίο υποστηρίζεται από όλες τις πλευρές και συζητείται άλλωστε εδώ και πολλά χρόνια, αλλά πάντα προσέκρουε στη μικροκομματική ιδιοτέλεια και στα εκλογικά συμφέροντα των βουλευτών. Η εικόνα που υπάρχει μέχρι στιγμής είναι ότι θα «σπάσουν» οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες με προεξάρχουσα την αχανή Β’ Αθηνών (σε τέσσερις περιφέρειες), αλλά και άλλες όπως η Α’ Αθηνών (σε δύο περιφέρειες), η Περιφέρεια Αττικής κ.ά., ώστε να μην υπάρχουν περιφέρειες με πάνω από 10 βουλευτές.

4. Τον συνδυασμό σταυρού προτίμησης και λίστας
(πέραν των 12 βουλευτών που εκλέγονται από το ψηφοδέλτιο Επικρατείας). Η προσέγγιση είναι ότι ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου θα εκλέγεται με λίστα και οι υπόλοιποι με σταυρό, ενώ, όπως έχει πει ο κ. Κουρουμπλής, «θα δώσουμε στην κοινωνία τη δυνατότητα να ανατρέψει τη λίστα καθώς από έναν αριθμό σταυρών και πάνω ο βουλευτής που είναι δεύτερος στον κατάλογο θα μπορεί να πάρει τη θέση αυτού που επέλεξε το κόμμα».

«ΖΥΜΩΣΕΙΣ»
Σύμφωνα με πληροφορίες, στις επεξεργασίες που έχουν γίνει από τον Π. Κουρουμπλή δεν είχαν καμία συμμετοχή κυβερνητικοί παράγοντες όπως ο Χρ. Βερναρδάκης και ο «εκλογολόγος» του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Πουλάκης.

Ο γ.γ. του υπουργείου Εσωτερικών Κ. Πουλάκης φρόντισε να πάρει αποστάσεις από τους ως τώρα χειρισμούς δηλώνοντας ότι «ο εκλογικός νόμος είναι θέμα του Πρωθυπουργού».

Και η Κουμουνδούρου έχει εκπέμψει το «μήνυμά» της, με τον γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ Π. Ρήγα να δηλώνει ότι πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η απλή αναλογική, θιασώτες της οποίας άλλωστε εμφανίζονται και οι «53».

Εκκρεμότητες προς αποσαφήνιση
Η ψήφος στα 17, οι ομογενείς και οι συγκλίσεις

Σημαντικές εκκρεμότητες προς αποσαφήνιση είναι αν τελικά θα ισχύσει η ψήφος στα 17 έτη, που εισηγείται ο κ. Κουρουμπλής, τι θα γίνει με την ψήφο των ομογενών και το ζήτημα της εκπροσώπησής τους στο Κοινοβούλιο κ.τ.λ.

Οποια και να είναι η τελική πρόταση, στις κυβερνητικές προθέσεις είναι ο νέος εκλογικός νόμος να αποτελέσει σημείο ευρύτερων συγκλίσεων και συναινέσεων, τέτοιων μάλιστα που κατά τις προσδοκίες που καλλιεργούνται να μπορεί να αποσπάσει την αυξημένη πλειοψηφία των 200 βουλευτών που απαιτεί το Σύνταγμα (άρθρο 54) ώστε ο νέος εκλογικός νόμος να ισχύσει από τις επόμενες (και όχι μεθεπόμενες, όπως προβλέπεται στην αντίθετη περίπτωση) εκλογές. Η κυβέρνηση μάλιστα δείχνει να επείγεται, αφού, σύμφωνα με τον κ. Βούτση, «το ζήτημα της απλής αναλογικής δεν θα λυθεί σε μήνες αλλά θα λυθεί τώρα», ενώ, όπως έκανε γνωστό, αναμένεται να έρθει προς συζήτηση στη Βουλή εντός του Ιουλίου και με στόχο «να υπάρξει μια ευρύτατη συναίνεση» ώστε να εφαρμοστεί από τις επόμενες εκλογές, τις οποίες πάντως έσπευσε να προσδιορίσει χρονικά για «μετά από τρία χρόνια και τρεισήμισι μήνες».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ