Δύο εβδομάδες έχουν μείνει μέχρι τον ιστορικό β’ γύρο για την ανάδειξη του νέου προέδρου της Αργεντινής και η μάχη των δύο υποψηφίων του περονιστή Ντανιέλ Σιόλι και του συντηρητικού Μαουρίσιο Μάκρι είναι σκληρή και συχνά με χτυπήματα κάτω από τη μέση.
Υπενθυμίζεται ότι στον πρώτο γύρο της 25ης Οκτωβρίου, ο περονιστής (Frente para la Victoria) Ντανιέλ Σιόλι έλαβε το 37% των ψήφων έναντι 34% του Μαουρίσιο Μάκρι, Ο τελευταίος ηγείται της συμμαχίας Cambiemos (Ας αλλάξουμε), την οποία στηρίζει και ένα μεγάλο μέρος του ιστορικού κόμματος των Ριζοσπαστών (UCR).
Το ποσοστό που έλαβε ο Μάκρι ήταν πραγματικά υψηλό σε σχέση ακόμα και με τις εκτιμήσεις που γίνονταν στο ίδιο το επιτελείο του, ενώ η επιτυχία έγινε μεγαλύτερη με τη νίκη της υποψηφίας του στην επαρχία του Μπουένος Αϊρες, εκεί που κατοικεί το 40% των πολιτών της Αργεντινής.
Αντίθετα, ο Σιόλι -πρόσωπο όχι ιδιαίτερα αγαπητό στις τάξεις των περονιστών- πήρε χαμηλότερο ποσοστό ακόμα και από τις προκριματικές εκλογές του Αυγούστου. Αυτό με λίγα λόγια σημαίνει ότι για να κερδίσει πρέπει αρχικά να συγκινήσει τους δικούς του ψηφοφόρους.
Σε πρόσωπο-«κλειδί» για την προεδρική νίκη έχει αναδειχθεί ο Σέρχιο Μάσα, ο τρίτος του πρώτου γύρου, ο οποίος έλαβε 21%. Πρόκειται για έναν αντάρτη περονιστή, ο οποίος αποχώρησε από την κυβέρνηση της προέδρου Κριστίνα Φερνάντες και χάραξε δικό του δρόμο.
Ο ίδιος δεν έχει δώσει σαφή κατεύθυνση για το τι θα κάνει στον β’ γύρο και τα μηνύματα που στέλνει είναι αντιφατικά: θέλει την αλλαγή, αλλά δεν θέλει λιτότητα και υποτίμηση του νομίσματος. Δεν έχει ιδιαίτερα καλές σχέσεις με τον Σιόλι, αλλά ούτε και με τον Μάκρι.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στους Financial Times, ο Μάσα αρνήθηκε να πάρει θέση. «Δεν είμαι εγώ ο ρυθμιστής, είναι τα 5 εκατομμύρια που με ψήφισαν» είπε.
Η μάχη των δύο μονομάχων είναι εξαιρετικά σκληρή. Περισσεύουν οι εκατέρωθεν προεκλογικές υποσχέσεις, κυρίως για την οικονομία και την ασφάλεια. Τιτάνια είναι και η μάχη που δίνεται στα κοινωνικά δίκτυα. Μηνύματα με χιούμορ (καλό και κακό) υπέρ και κατά του ενός και του άλλου σαρώνουν σε Facebook και Twitter, με τις συζητήσεις από κάτω να παίρνουν φωτιά.
Στο επιτελείο του Σιόλι φαίνεται να φυσά βραζιλιάνικος αέρας. Θεωρούν ότι μπορούν και πάλι να συσπειρώσουν τους περονιστές και τα χαμηλότερα στρώματα, υπενθυμίζοντας ότι αν κερδίσει ο Μάκρι, η χώρα θα γυρίσει στο νεοφιλελεύθερο 1990 και θα χαθούν οι κατακτήσεις της τελευταίας 10ετίας, κυρίως οι επιδοματικές πολιτικές.
Κάπως έτσι κέρδισε το 2014 τις εκλογές στη Βραζιλία η Ντίλμα Ρουσέφ, έστω και οριακά: Ολόκληρος ο κομματικός μηχανισμός του κόμματός της (PT) κινητοποιήθηκε για να θυμίσει τους ψηφοφόρους τις κοινωνικές κατακτήσεις και πώς αυτές θα κινδυνεύσουν αν εκλεγεί ο κεντροδεξιός Αέσιο Νέβες.
Στο επιτελείο του Μαουρίσιο Μάκρι, αρκούνται να υπενθυμίζουν ότι αυτές οι «κατακτήσεις» έχουν οδηγήσει σε πληθωρισμό άνω του 25%, η παραοικονομία γύρω από την ισοτιμία δολαρίου/πέσο ξεπερνά κάθε προηγούμενο, η ανασφάλεια είναι πανταχού παρούσα, η χώρα αντιμετωπίζει πλέον και πρόβλημα με τους βαρόνους των ναρκωτικών, ενώ η διαφθορά των τελευταίων ετών ήταν και είναι τεράστια.
Για καλό και για κακό βέβαια, δεν αποκηρύσσονται όλες οι κατακτήσεις των τελευταίων ετών: ο ίδιος ο Μάκρι έχει διαβεβαιώσει ότι πολλές από τις επιδοματικές πολιτικές θα διατηρηθούν. Επιπλέον, έστησε και ένα άγαλμα του Χουάν Περόν σε κεντρικό σημείο του Μπουένος Αϊρες, της πρωτεύουσας που ουδέποτε σαγηνεύτηκε πολιτικά από τον ιστορικό ηγέτη της χώρας.
Ίσως το πιο σημαντικό επιχείρημα που χρησιμοποιούν εναντίον των περονιστών είναι ότι ο πατέρας των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της δεκαετίας του 1990 ήταν ένας περονιστής: ο πρόεδρος Μένεμ, ο οποίος μάλιστα έβγαλε στην πολιτική τον ίδιο τον Ντανιέλ Σιόλι.
Υπάρχει βέβαια και ένα επιπλέον επιχείρημα: η Ρουσέφ κέρδισε έστω και οριακά τις εκλογές στη Βραζιλία και λίγους μήνες μετά επέβαλε πολιτικές λιτότητας. Ουσιαστικά δεν τήρησε τις προεκλογικές της δεσμεύσεις και αυτό το πληρώνει, βλέποντας τη δημοφιλία της να κατρακυλά.
Οι δύο εβδομάδες που απομένουν μέχρι οι αργεντινοί να προσέλθουν -για πρώτη φορά στην ιστορία τους- στον β΄γύρο για να αποφασίσουν ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος είναι ατελείωτος πολιτικός χρόνος.
Yπάρχει βέβαια και μια άλλη παράμετρος που για την ώρα αποτελεί «αίνιγμα»: ποιος ακριβώς ήταν ο στόχος της προέδρου Κριστίνα Φερνάντες, όταν αποφάσιζε να μπουν στην άκρη οι υπόλοιποι δελφίνοι και να διεκδικήσει ο Σιόλι την προεδρία για λογαριασμό των περονιστών.
Όλοι γνωρίζουν ότι ο Σιόλι δεν είναι καθόλου αγαπητός στον σκληρό πυρήνα των περονιστών, ούτε στην ίδια την πρόεδρο που αποχωρεί μετά από δύο συνεχόμενες θητείες.
Μήπως είχε στόχο να χαθεί η μάχη του 2015 για να επιστρέψει η ίδια μετά από 4 χρόνια, όταν θα μπορεί και πάλι να διεκδικήσει την προεδρία;