Το προκείμενο τρίο (πήγα να πω τρόικα, αλλά, για ευνόητους λόγους, κατάπια τη γλώσσα μου) έγινε τις προάλλες (στις 19 τρέχοντος συγκεκριμένα) ζητούμενο και συζητούμενο θέμα στο Μέγαρο Μουσικής, με αφορμή την (καθιερωμένη πια ανά την επικράτεια) ανοιξιάτικη επέτειο της Ποίησης. «Μίλησαν και συνομίλησαν», κατά το πρόγραμμα, χωρίς άλλες συστάσεις, σε αλφαβητική σειρά, οι: Αναστάσης Βιστωνίτης, Δημήτρης Μαρωνίτης, Νίκος Ξυδάκης και Τίτος Πατρίκιος, με συντονιστή τον Ντίνο Σιώτη.
Ευτυχώς, γιατί αν πρόσθεταν οι υπεύθυνοι του συμποσίου στο όνομά μου την ιδιότητα του φιλολόγου (αυτήν εξάλλου υπερασπίζομαι ο ίδιος στις δημόσιες εμφανίσεις μου), θα έπρεπε να αποδεχτώ αδιαμαρτύρητα τον χαρακτηρισμό του σχολαστικού, όπως τον αποδίδει ευθαρσώς και τον επεξηγεί σαφώς πρώτης τάξεως ποιήτρια σε πρόσφατη συνέντευξή της στο «Βήμα της Κυριακής», δηλώνοντας απερίφραστα:
«Ο φιλόλογος δεν έχει καμία σχέση με τον ποιητή. Ο ένας κάνει μάθημα, ο άλλος δεν κάνει. Ο ένας δεν αυτοκτονεί, ο άλλος μπορεί να αυτοκτονήσει. Δεν ξέρω πολλούς φιλολόγους να αυτοκτόνησαν. Ξέρω όμως πολλούς ποιητές. […] Εγώ πάντως δεν θα αυτοκτονούσα ποτέ. Θεωρώ δώρο τη ζωή και αγαπώ τις λεπτομέρειές της». Χαίρομαι ειλικρινώς, αλλά προσθέτω ότι, καλώς ή κακώς, σχολαστικές θα είναι και οι αμέσως επόμενες παρατηρήσεις μου για το συζητούμενο θέμα.
Ο λόγος, λοιπόν, για το ευρηματικό τρίο (μήπως τρίγωνο;) «πόλις – ποίηση – πολιτική». Οι τρεις λέξεις με αύξοντα αριθμό συλλαβών (δισύλλαβη η πρώτη, τρισύλλαβη η δεύτερη, τετρασύλλαβη η τρίτη) παρηχούν με το πρώτο τους γράμμα, ευνοώντας έτσι τη συνεύρεσή τους. Ομόθεμοι και ομόρριζοι οι δύο ακραίοι όροι, ετερόθεμος ο μεσαίος, υπογραμμίζουν εξαρχής την ιδιαιτερότητά του, θέτοντας όμως συνάμα υπό αίρεση την κορυφαία του θέση στον προκείμενο αγώνα. Με το επιχείρημα ότι η μεσαία θέση της αλλότροπης ποίησης μπορεί να σημαίνει είτε τάση υπέρβασης είτε συμπίεσης από τα δύο, ομότροπα και ομόθεμα, άκρα. Υπάρχει βέβαια και τρίτη πιθανότητα: υπέρβαση και συμπίεση να εκβάλλουν στην υπεροχή της ποίησης έναντι της πόλης και της πολιτικής. Εχω την αίσθηση ότι, φιλοποιητικοί εξ ορισμού οι οργανωτές του επετειακού αυτού συμποσίου, συντάσσονται με την τρίτη μάλλον εκδοχή.
Ας μη βιαζόμαστε όμως. Υπάρχουν και άλλοι, σχολαστικού τύπου, συντελεστές στην προκείμενη αναμέτρηση πόλης και πολιτικής, αφενός, και ποίησης, αφετέρου, που δεν πρέπει να μας διαφύγουν. Προέχει ο ιδρυτικός όρος «πόλις», παράγωγο της οποίας είναι η «πολιτική», με τα παραλειπόμενα εδώ ομώνυμα και συνώνυμά του. Το μητρώο του (λεξικό, χωροταξικό, ανθρωπολογικό, πολιτικό, ιστορικό) είναι απειλητικό σε όγκο και η σχετική βιβλιογραφία ασφυκτική. Σύμπτωση αγαθή ωστόσο συνέβαλε να έχουμε στη διάθεσή μας τρία θεμελιακά βοηθήματα:
Μεταφρασμένο το ένα, στη γλώσσα μας τα άλλα δύο, και τα τρία σε εκδόσεις του φιλόπονου Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης. Προηγήθηκε το 1981 «Η ελληνική “πόλις”» του Gustave Glotz, σε άρτια μετάφραση της Αγνής Σακελλαρίου. Μεσολάβησε το 2007 ο ογκώδης τόμος «”Πόλις”, Ενας τύπος αρχαίου ελληνικού κράτους» του Μ. Β. Σακελλαρίου, και εντελώς φρέσκο κυκλοφορεί ήδη το δίτομο έργο ζωής του Σάββα Κονταράτου, με τίτλο «Ουτοπία και Πολεοδομία». Τα συστήνω εκθύμως και τα τρία εν γνώσει ότι απαιτούν πολύν διαθέσιμο χρόνο και μόχθο ανάγνωσης.
Ως δέλεαρ πάντως προτείνω το πρώτο, ιδιαίτερα την «Εισαγωγή» του (μοιρασμένη στις «Θεωρίες», στα «Γεγονότα» και στα «Στοιχεία και Χαρακτήρες της πόλης»), η οποία προετοιμάζει τα Τρία Μέρη του που επιγράφονται: «Αριστοκρατική πόλη», «Δημοκρατική πόλη» «Η παρακμή της πόλης»). Επεται ο «Επίλογος» με μελαγχολικό υπότιτλο: «Το τέλος της ελληνικής πόλης».
Πάντως η ομηρική λέξη «πόλις» (άλλως πως «πτόλις»), σημαίνοντας καταρχήν το κάστρο (που διακρίνεται από το περίγυρο, ομηρικό επίσης, «άστυ», ωσότου να συμψηφιστεί μαζί του), επέζησε αναλλοίωτη, όπως επίσης ο ομηρικός «πολίτης». Τα παράγωγα και συγγενικά τους εφεξής πολλαπλασιάστηκαν τόσο στην κλασική όσο και στην ελληνιστική αρχαιότητα. Σημειώνω τα κυριότερα: πόλισμα, πολισμός, πολιστής, πολιτεία, πολίτευμα, πολιτευτής, πολιτεύω, πολιτικός, πολιτισμός, πολιτογραφώ, πολιτοκοπέω, πολιτοκάπηλος, πολιτοφύλαξ, πολίχνη. Σε όλη εξάλλου την εξέλιξή της η λέξη «πόλις» εμφανίζεται είτε προσηγορική είτε επώνυμη. Κάποτε εξυψώνεται με κεφαλαίο το αρχικό της γράμμα, ενώ στο ομώνυμο ποίημα του Καβάφη γίνεται πλέον αλληγορική.
Αυτά προς το παρόν. Προσεχώς θα προχωρήσω, ελπίζω, από τον φιλολογικό σχολαστικισμό σε βαθύτερα νερά της ποίησης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ