Λίγο προτού ξεκινήσει η κρίσιμη σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στο Κάρντιφ της Ουαλίας, η ρωσική κυβέρνηση ανακοίνωνε την πρόθεσή της να αναθεωρήσει το αμυντικό της δόγμα, προκειμένου να αντεπεξέρχεται στις νέες απειλές που δέχεται η χώρα ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Καθώς η κρίση στην Ουκρανία απειλεί να επαναπροσδιορίσει πολύ περισσότερα από τα σύνορα στον χάρτη και με τους ηγέτες των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ να έχουν πολλά ανοιχτά μέτωπα, η ιδέα της «Νέας Ρωσίας» (Novorossiya) και ο τρόπος που αυτή θα αντανακλάται στο νέο αμυντικό δόγμα της χώρας μόνο αδιάφορους δεν αφήνουν τους δυτικούς ηγέτες –ούτε και τους υπόλοιπους γείτονες της Μόσχας που τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί να γίνουν τα επόμενα θύματα του «νεοαυτοκρατορικού» οράματος του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Πόσο ρεαλιστική είναι όμως η πραγμάτωσή του; Πώς θα επέλθει η σταθερότητα όταν η κρίση στην Ουκρανία και η αμφίβολη εκεχειρία εκεί μοιάζουν πλέον να έχουν μόνο περιφερειακή σημασία για την πορεία των σχέσεων μεταξύ Ρωσίας και Δύσης;
Οσο το ΝΑΤΟ διευθετούσε τις λεπτομέρειες της νέας «Δύναμης Ταχείας Αντίδρασης», ικανής να αναπτυχθεί μέσα σε 48 ώρες με σκοπό την προστασία των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής από τη «ρωσική επιθετικότητα», η Μόσχα έκανε λόγο για «στρατιωτική απειλή» εναντίον της. «Δεν έχω αμφιβολία ότι το ζήτημα της εξάπλωσης των νατοϊκών στρατιωτικών υποδομών στα σύνορά μας και η επέκταση της Συμμαχίας θα εξακολουθήσει να αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές απειλές κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας» δήλωσε ο σύμβουλος του Κρεμλίνου Μιχαήλ Ποπόφ, ανακοινώνοντας την πρόθεση της ρωσικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε αναθεώρηση του αμυντικού της δόγματος ως το τέλος του τρέχοντος έτους προκειμένου να ανταποκρίνεται στις νέες απειλές.
Αν και ο ίδιος δεν έδωσε λεπτομέρειες για το τι πρόκειται να περιλαμβάνει το αναθεωρημένο αμυντικό δόγμα της Ρωσίας, όπως εκτιμούν ειδικοί, θα κινείται στους εξής τέσσερις άξονες:

Πρώτον, θα χρησιμοποιεί πιο σκληρή γλώσσα κατά του ΝΑΤΟ, το οποίο θα αναφέρεται στο σύνολό του ως απειλή για τα ρωσικά συμφέροντα –σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί να αφαιρεθεί η διατύπωση για «ετοιμότητα» της Ρωσίας να συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ, που περιλαμβάνεται στο κείμενο του τελευταίου ρωσικού αμυντικού δόγματος, το οποίο υιοθετήθηκε το 2010.


Δεύτερον,
ιδιαίτερη έμφαση θα δίνεται και στη σχεδιαζόμενη αντιπυραυλική ασπίδα του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, που έχει ως (δηλωμένο) σκοπό την προστασία των ευρωπαϊκών κρατών από απειλές από τη Μέση Ανατολή.

Τρίτον,
το νέο αμυντικό δόγμα της Ρωσίας είναι πιθανό να υπερτονίζει τον κίνδυνο των «αποσταθεροποιητικών δυνάμεων» από το εξωτερικό καθώς και την απειλή των «έγχρωμων επαναστάσεων» στα κράτη που συνορεύουν με τη Ρωσία.
Τέλος, τέταρτον, μπορεί να γίνεται ιδιαίτερη μνεία στους ρωσόφωνους πληθυσμούς εκτός Ρωσίας και στην ανάγκη της προστασίας τους. Αυτή η διάσταση είναι και η περισσότερο ανησυχητική για τη Δύση, αφού θα συνιστά ένα πρωταρχικό βήμα προς την πραγμάτωση του ονείρου της «Νέας Ρωσίας»: του ιστορικού όρου, που παραπέμπει στην αυτοκρατορική εποχή, όταν η Νότια Ουκρανία αποτελούσε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.

«Η ρωσική ιστοριογραφία εστιάζει στην ιδέα της Ιστορίας σαν ένα σφυρί, δηλαδή σαν ένα πολιτικό εργαλείο. Το επινόημα της “Νέας Ρωσίας” αποδεικνύει ότι αυτή η ιδέα είναι ακόμη ζωντανή. Θα χρησιμοποιηθεί πολύ και χωρίς αμφιβολία θα συνεχίσει να είναι δημοφιλής μεταξύ των Ρώσων»
είπε στο «Βήμα» ο Ιβέρ Νόιμαν, καθηγητής Ρωσικών Σπουδών στη London School of Economics (LSE).
Για τον Στίβεν Μπλανκ, ειδικό σε θέματα Ρωσίας και συνεργάτη του Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών (Strategic Studies Institute, SSI) των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, δεν είναι απαραίτητο ότι η Μόσχα θα προχωρήσει σε στρατιωτικές ενέργειες προκειμένου να εξυπηρετήσει τους στόχους της. «Η ρωσική κυβέρνηση βασίζεται στον κυβερνοπόλεμο, στον στρατιωτικό εκφοβισμό, στη συσχέτιση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων με το οργανωμένο έγκλημα και στην πολιτική ανατροπή, αλλά και στον έλεγχο βασικών οικονομικών τομέων, όπως είναι η ενέργεια» είπε στο «Βήμα».
Η αντίδραση της Μόσχας στις εξελίξεις στην «αυλή» της «βάζει τέλος στην αφελή πεποίθηση ότι η Ρωσία θα δεχόταν χωρίς να αντιδράσει τις δυτικές προτιμήσεις για το πώς πρέπει να λειτουργούν τα αμυντικά ζητήματα στην Ευρώπη» δήλωσε επίσης στο «Βήμα» ο Νίκολας Γκβοσντέφ, καθηγητής Σπουδών Εθνικής Ασφάλειας στην αμερικανική ναυτική σχολή πολέμου (U.S. Naval War College). Και κατέληξε υπενθυμίζοντας μια διπλωματική αστοχία της Δύσης: «Μέρος της λογικής της επέκτασης του ΝΑΤΟ και της ΕΕ προς την Ανατολή και στον μετασοβιετικό χώρο βασιζόταν στην υπόθεση ότι θα γινόταν με πολύ χαμηλό κόστος και χωρίς ρίσκο –ότι δηλαδή η Ρωσία δεν θα μπορούσε να αντιδράσει σε αυτό».
Βαλτική: το επόμενο πεδίο της αντιπαράθεσης με το ΝΑΤΟ

Την περασμένη εβδομάδα ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα πήγε στο Ταλίν της Εσθονίας και διακήρυξε: «Θα είμαστε εδώ για την Εσθονία. Θα είμαστε εδώ για τη Λετονία. Θα είμαστε εδώ για τη Λιθουανία. Εχετε χάσει την ανεξαρτησία σας μία φορά στο παρελθόν. Με το ΝΑΤΟ δεν θα τη χάσετε ξανά». Το μήνυμα της ψυχροπολεμικής λογικής δήλωσης του Ομπάμα είχε διπλό αποδέκτη. Από τη μία προς τα τρία κράτη της Βαλτικής, πρώην σοβιετικούς δορυφόρους και νυν μέλη του ΝΑΤΟ, που με ανησυχία παρακολουθούν τις εξελίξεις στην Ουκρανία, φοβούμενα ότι η Ρωσία μπορεί να χτυπήσει απειλητικά και τη δική τους πόρτα στο μέλλον.

Από την άλλη την ίδια τη Μόσχα: αν δηλαδή, είπε ο αμερικανός πρόεδρος, η Ρωσία απειλήσει οποιοδήποτε κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, ακόμη και τα μικρά βαλτικά κράτη στα σύνορά της, τότε θα βρεθεί αντιμέτωπη με το σύνολο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Και παρότι θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι δηλώσεις του δεν είναι παρά ευσεβείς πόθοι εκφρασμένοι στο πλαίσιο της πίεσης που δέχεται στο εσωτερικό των ΗΠΑ για τη «μαλθακή» του στάση στην εξωτερική πολιτική, δεν παύουν να είναι μία από τις πιο ηχηρές που έχει κάνει ποτέ ενάντια στη Μόσχα. Ποιες είναι όμως οι πιθανότητες να εμπλακεί στρατιωτικά –φανερά ή συγκεκαλυμμένα όπως στην περίπτωση της Ουκρανίας –η Ρωσία στα κράτη της Βαλτικής; Πρόκειται για μικρές χώρες –πολύ μικρότερες από την Ουκρανία –με μεγάλους ρωσικούς πληθυσμούς (στη Λετονία το 26% του συνολικού πληθυσμού είναι Ρώσοι, στην Εσθονία το 24% και στη Λιθουανία το 5,8%).
Η προστασία του ρωσόφωνου πληθυσμού ήταν ο λόγος, σύμφωνα με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, της προσάρτησης της Κριμαίας τον περασμένο Μάρτιο από τη Ρωσία. Επιπλέον, όπως αποδεικνύεται και από τις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία τώρα και τη Γεωργία το 2008, η Μόσχα συνεχίζει να βλέπει κτητικά τα πρώην σοβιετικά κράτη. Ωστόσο, μια ευθεία επιθετική στρατιωτική ενέργεια από την πλευρά της Μόσχας ενάντια στις χώρες που σήμερα ανήκουν στο ΝΑΤΟ, όπως είναι αυτές της Βαλτικής, θα συνιστούσε τεράστιο ρίσκο –ακόμη και αν ο Πούτιν πιστεύει ότι η αμερικανική κυβέρνηση και οι σύμμαχοί της μπλοφάρουν με αυτές τις δηλώσεις αλληλεγγύης και ποτέ δεν θα διακινδύνευαν το ξέσπασμα του Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου για να υπερασπιστούν την Εσθονία. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι η Μόσχα δεν θα μπορούσε να τους ασκήσει οικονομικές πιέσεις, αυξάνοντας για παράδειγμα την τιμή του φυσικού αερίου.
Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 2000, με τις χώρες της Βαλτικής να εντάσσονται στη συμμαχία το 2004. Οσο ο πρόεδρος Ομπάμα βρισκόταν στην Εσθονία, δήλωσε ότι το Πεντάγωνο σχεδιάζει να ζητήσει την έγκριση του Κογκρέσου για την τοποθέτηση εκεί περισσότερων αμερικανικών πολεμικών αεροσκαφών, σε μια διεύρυνση της πρωτοβουλίας για ενίσχυση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ευρώπη, που εξήγγειλε στη Βαρσοβία την περασμένη άνοιξη.
Νικολάι Σοκόφ: Προστασία των Ρώσων του εξωτερικού και στενή συνεργασία με την Κίνα

«Είναι πιθανόν το αναθεωρημένο στρατηγικό δόγμα της Ρωσίας να χαρακτηρίζει το ΝΑΤΟ στο σύνολό του ως απειλή για τη Ρωσία, ενώ προηγούμενες εκδοχές του στρατιωτικού δόγματος της χώρας ανάφεραν τη μετακίνηση των υποδομών του ΝΑΤΟ προς τη Ρωσία ως απειλή» είπε στο «Βήμα» ο Νικολάι Σοκόφ, συνεργάτης του Vienna Center for Disarmament and Nonproliferation (Κέντρο για τον Αφοπλισμό και τη Μη Διάδοση των Οπλων της Βιέννης) και ειδικός σε θέματα διεθνούς ασφάλειας. «Επιπλέον», μας είπε, «είναι πιθανό το έγγραφο να αναφέρεται πιο διεξοδικά στην προστασία των ρωσικών πληθυσμών εκτός των συνόρων της Ρωσίας».

Με το ΝΑΤΟ και τη Ρωσία σε ένα διαρκές μπρα-ντε-φερ μήπως τελικά όντως επιστρέφουμε στην ψυχροπολεμική εποχή; ρωτήσαμε. «Ο όρος Ψυχρός Πόλεμος δεν είναι ο κατάλληλος για αυτή την περίπτωση. Δεν είναι Ψυχρός Πόλεμος αλλά μια συστημική πρόκληση από μέρους της Ρωσίας. Οι συνέπειες μπορεί να είναι μακροπρόθεσμες και πολύ αποσταθεροποιητικές, κυρίως τώρα που η Ρωσία θα υποστηρίζει την Κίνα χωρίς ενδοιασμούς. Στην πραγματικότητα, όπως εξελίσσονται τα γεγονότα μέχρι στιγμής και ο τρόπος με τον οποίο όλοι –ΕΕ, ΗΠΑ και όχι μόνο η Ρωσία –συμπεριφέρονται, θυμίζουν τα γεγονότα του 1914. Φοβάμαι ότι βρισκόμαστε στην ίδια τροχιά. Κανείς δεν διατίθεται να σταματήσει, όλοι πιστεύουν ότι έχουν δίκαιο και όλοι οδηγούνται από εσωτερικούς πολιτικούς υπολογισμούς» μας εξήγησε ο δρ Σοκόφ, ο οποίος στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων του Ψυχρού Πολέμου εργαζόταν στο σοβιετικό υπουργείο Εξωτερικών και συμμετείχε στις συνομιλίες για τον περιορισμό των στρατηγικών όπλων.
Και πρόσθεσε: «Η ουσία είναι ότι η Ρωσία δεν είναι ικανοποιημένη με τη μορφή και τη λειτουργία του υπάρχοντος διεθνούς συστήματος, οι οποίες καθορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό την περίοδο που η Ρωσία ήταν αδύναμη. Σε αυτό το σύστημα πιστεύει ότι είναι απομονωμένη ή ότι δεν ακούγεται η φωνή της –ή ότι τουλάχιστον η φωνή της δεν έχει την ίδια βαρύτητα με την πραγματική δύναμη και επιρροή της. Η Μόσχα υποστηρίζει ότι αυτό το σύστημα επιβάλλεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες τις οποίες βοηθάει η ΕΕ, είναι εξαιρετικά ανεπαρκές, μετρά πολλές αποτυχίες και έχει προκαλέσει περισσότερο χάος και απειλές από όσες μπόρεσε να αντιμετωπίσει. Δείχνουν, δηλαδή, στον πόλεμο στο Κοσσυφοπέδιο, στο Ιράκ το 2003, στη Λιβύη και στη Συρία. Ολες αυτές οι συγκρούσεις ξεκίνησαν για να κάνουν τον κόσμο καλύτερο, αλλά στο τέλος προκάλεσαν μεγάλο χάος».
Σύμφωνα με τον ίδιο, σε αυτά προστίθεται και η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, που για τη Ρωσία είναι πολιτική που στρέφεται εναντίον της. «Για τη Ρωσία η συμφωνία ένωσης της Ουκρανίας με την ΕΕ δεν ήταν πολιτισμική επιλογή, αλλά μια διεύρυνση της ευρωπαϊκής αγοράς στους ουκρανούς παραγωγούς και απομάκρυνσή τους από τη ρωσική αγορά. Το Μαϊντάν δεν ήταν κίνημα για τη δημοκρατία, αλλά πραξικόπημα» σχολίασε. Αν και ο δρ Σοκόφ εκτιμά ότι η Ρωσία δεν θα προχωρήσει σε μια νέα εκστρατεία, αντίστοιχη της Ουκρανίας, σε άλλη χώρα στο προσεχές μέλλον, «αν αυτό συμβεί, θα είναι πιθανώς στο Καζακστάν, ενώ η Ρωσία θα γίνει λιγότερο συνεργάσιμη στο Αφγανιστάν και στη Συρία. Γεωπολιτικά οι ΗΠΑ θα αισθανθούν πολύ πιο πιεσμένες» κατέληξε ο δρ Σοκόφ.
Με το βλέμμα στη Δύση

«Νιετ» στη νατοϊκή διείσδυση

Η Ρωσία δεν δείχνει διατεθειμένη να απεμπολήσει περισσότερο «ζωτικό χώρο» έναντι του ΝΑΤΟ και της πολιτικής διεύρυνσής του στα πρώην σοβιετικά κράτη. Σύμφωνα με ρώσους αξιωματούχους, η επέκταση των στρατιωτικών υποδομών του ΝΑΤΟ στην «αυλή» της Ρωσίας αλλά και η «με κάθε τρόπο» αποτροπή του κινδύνου ένταξης περισσότερων ανατολικών κρατών στη Συμμαχία θα παραμείνει κεντρικής σημασίας και στο νέο δόγμα.
Νέο αμυντικό δόγμα και 230 μαχητικά
Το σχεδιαζόμενο νέο αμυντικό δόγμα της Μόσχας, το οποίο θα αναθεωρεί εκείνο του 2010, αναμένεται να περιλαμβάνει μεγαλύτερη έμφαση στους τρόπους με τους οποίους η Ρωσία μπορεί να υπερισχύσει σε ισχύ και στρατηγικά πλεονεκτήματα του ΝΑΤΟ καθώς και στην αντιμετώπιση του νέου αντιπυραυλικού συστήματος στην Ευρώπη που σχεδιάζουν οι ΗΠΑ. Επιπλέον, 230 νέα μαχητικά αεροσκάφη και στρατιωτικά ελικόπτερα πρόκειται να ενισχύσουν τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις ως το τέλος του χρόνου.

Αισθητές οι κυρώσεις
Οι επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων στη ρωσική οικονομία έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητές: χάνονται επενδύσεις, ο πληθωρισμός αυξάνεται και η ανάπτυξη επιβραδύνεται. Εκτιμάται ότι το ρούβλι έπεσε κατά 12% αυτόν τον χρόνο, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί κατά 1% το ερχόμενο έτος, αγγίζοντας το 7,2%. Την ίδια στιγμή κεφάλαια ύψους 75 δισ. δολαρίων έφυγαν από τη χώρα το πρώτο μισό του 2014, ποσό που υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί στα 100 δισ. στο τέλος του χρόνου –και αυτά σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ρωσικής κυβέρνησης.
Η δύσκολη στροφή στο υγρό γκάζι
Τα κράτη που εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό φυσικό αέριο είναι και τα πρώτα που κάνουν τις μεγαλύτερες προσπάθειες για να απεξαρτητοποιηθούν από αυτό. Τον ερχόμενο Ιανουάριο αναμένεται να ξεκινήσει η λειτουργία του σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) στο λιμάνι της Κλαϊπέντα στη Λιθουανία, το οποίο θα μπορεί να διαχειριστεί ως και 4 δισ. κυβικά μέτρα αερίου τον χρόνο, όταν οι ανάγκες της χώρας είναι 3 δισ. κυβικά μέτρα. Τη δύσκολη –λόγω της αυξημένης τιμής του –στροφή προς το LNG πραγματοποιούν επίσης η Πολωνία, η Εσθονία και η Φινλανδία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ