Είναι η πρώτη φορά στα τελευταία έξι χρόνια που μπορούμε σε ρεαλιστική βάση να οραματιστούμε την επόμενη ημέρα για τη χώρα μας. Η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, εκτός των άλλων:
Θα στηρίξει τη βιωσιμότητα και την προοπτική του ιδιωτικού τομέα βοηθώντας και τον επιχειρηματικό προγραμματισμό.
Θα ενισχύσει τη δημοσιονομική προσπάθεια αυξάνοντας τα έσοδα και κατά συνέπεια θα επιτρέψει να αρθούν σταδιακά στρεβλώσεις και αδικίες στη γενικότερη φορολογική και κοινωνική πολιτική.
Θα συνεισφέρει στην εμπέδωση της αξιοπιστίας στις προοπτικές της οικονομίας.
Θα επαναφέρει την ανεργία, τον ύπουλο και υπονομευτικό εχθρό της κοινωνικής συνοχής εξαιτίας της κρίσης, σε αποδεκτά για την οικονομία και την κοινωνία επίπεδα.
Η επάνοδος στην ανάπτυξη κλείνει τυπικά τον κύκλο μιας εξαιρετικά επώδυνης περιόδου, κατά την οποία όμως σημειώθηκε ουσιαστική πρόοδος αναφορικά με την εξυγίανση της οικονομίας και τον εξορθολογισμό των δομών της.
Επετεύχθησαν αναμφισβήτητα πολλά, σε επίπεδο τόσο δημοσιονομικής εξυγίανσης όσο και διαρθρωτικών αλλαγών. Ολα αυτά αποτιμώνται έμπρακτα από τις αγορές και τους διεθνείς οργανισμούς. Κεφαλαιοποιούνται ως απόθεμα αξιοπιστίας. Τελικά μεταφράζονται σε ενισχυμένη δύναμη της χώρας στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και σε περαιτέρω ενίσχυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Από τον αποκλεισμό των αγορών, όπου το spread δεν υπήρχε ως μέγεθος γιατί κυριαρχούσε η άρνηση, φτάσαμε σε επάνοδο στις αγορές και μάλιστα με συνεχώς αποκλιμακούμενο spread.
Το Δημόσιο, έπειτα από χρόνια αποκλεισμού, άντλησε άνω των 4 δισ. ευρώ κεφάλαια από το εξωτερικό μέσω εκδόσεων ελληνικών ομολόγων.
Το τραπεζικό σύστημα πέτυχε, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων συνολικού ποσού άνω των 10 δισ. ευρώ.
Οι ισχυρότερες ελληνικές επιχειρήσεις ανέκτησαν τη δυνατότητα πρόσβασης στις διεθνείς κεφαλαιαγορές σε ολοένα και πιο ανταγωνιστικό κόστος αντλώντας άνω των 3 δισ. ευρώ μόνο μέσω ομολογιακών εκδόσεων.
Βασική πρόκληση τώρα είναι η κεφαλαιοποίηση των επιτευγμάτων σε όρους φήμης και αξιοπιστίας και η μετατροπή τους σε ρευστότητα, εγχώρια δαπάνη, επενδύσεις και ανάπτυξη.
Αυτό που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της ανάκαμψης είναι η σημαντική επενδυτική ώθηση, η οποία θα αναπληρώσει τις απώλειες παραγωγικού κεφαλαίου στις υφιστάμενες επιχειρήσεις και θα επιταχύνει τον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών δομών και την αναδιάταξη των παραγωγικών πόρων προς τους πλέον ανταγωνιστικούς τομείς.
Ταυτόχρονα τα αυξημένα περιθώρια που εξασφαλίζει η δημοσιονομική μας αξιοπιστία αργά ή γρήγορα θα επιτρέψουν μια περισσότερο στρατηγική προσέγγιση στη φορολογική πολιτική δίνοντας ανάσα και ευρύτατα περιθώρια ανάκαμψης σε ιδιαίτερα πιεσμένους τομείς όπως λ.χ. η οικοδομή. Επίσης, ένα ανταγωνιστικό φορολογικό και ρυθμιστικό περιβάλλον, υποστηριζόμενο από επενδυτικά και χρηματοδοτικά κίνητρα, προσανατολισμένα στον εκσυγχρονισμό και στην εξωστρέφεια, θα προσδώσει ισχυρή δυναμική σε επενδύσεις, παραγωγικό μετασχηματισμό και εξαγωγές.
Οι διαθέσιμοι πόροι για κοινωνικές πολιτικές θα τείνουν να αυξάνονται μέσω της κυκλικής βελτίωσης των δημοσίων οικονομικών, ενώ και επίμονες πιέσεις στη βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού θα τείνουν να υποχωρήσουν. Η λογική αλληλουχία των εξελίξεων αυτών είναι συμπαγής και αδιαμφισβήτητη. Η ταχύτητα σε συνδυασμό με την ένταση με την οποία θα εκδηλωθούν και θα μεταφραστούν σε κοινωνικό όφελος αποτελεί βασικό ζητούμενο και πρόκληση για την οικονομική πολιτική.
* Ο κ. Αλέξανδρος Τουρκολιάς είναι διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ