Η τουρίστρια με το πεδιλάκι, το σορτσάκι και το καπελάκι, ξεφλουδισμένη από τον ήλιο, με την αλμύρα του Αιγαίου «παράσημο» στα μαγουλάκια της, ετοιμάζεται να δώσει άλλη μια γενναία δαγκωνιά στο πιτόγυρο που κρατάει στο χέρι της. Εκείνη τη στιγμή, ο ύπουλος δημοσιογράφος βάζει αιφνιδιαστικά το μικρόφωνό του μπροστά στο στόμα της: «Ντου γιου λάικ γκρικ σουβλάκι;». «Οου! Αϊ λάικ ιτ βέρι ματς!» απαντάει εκείνη, προσπαθώντας να καταπιεί χωρίς να πνιγεί και να σκουπίσει και το τζατζίκι από τα χείλη της.
Είναι άλλο ένα «θύμα» των εν Ελλάδι ρεπόρτερ, μία ακόμη από τους τουρίστες που καλούνται μέσα από δεκάδες αφιερώματα εθνικής ανάτασης στα εγχώρια δελτία ειδήσεων να τονώσουν το εθνικό φρόνημά μας, να επιβεβαιώσουν ότι we are simply the best. Απαντώντας σε ερωτήσεις του στυλ «σας εντυπωσίασε ο Παρθενώνας, ε;», «βλέπω ότι τρώτε καλαμαράκι, σας αρέσει;», «θα παντρευόσασταν στη Σαντορίνη;» κ.τ.λ. Και δηλώνοντας πως, ναι, η Γκρίχενλαντ είναι η ωραιότερη χώρα που έχουν επισκεφθεί, πως σαν «το Πάρτενον» δεν έχουν ματαδεί αρχαίο ναό, πως φυσικά και λατρεύουν τη θάλασσα και τα ντολμαδάκια μας και… «Mykonos for ever!».
Ειδικά εφέτος, δεν υπάρχει δελτίο ειδήσεων που να μην περιλαμβάνει καθημερινά στη ροή του ένα ολιγόλεπτο λιβάνισμα της υπεροχής μας και στον τουρισμό –γιατί, ως γνωστόν, υπερέχουμε και σε δεκάδες άλλους τομείς. Τα συμπεράσματα, πάντα τα ίδια: έχουμε την ομορφότερη χώρα στον κόσμο. Ολοι οι επισκέπτες μας είναι εκστασιασμένοι από την καλλονή της, από το φαγητό της, από τους ανθρώπους της, από όλα. Μας ζηλεύουν, μας θαυμάζουν, δεν μπορούν να φανταστούν ούτε ένα καλοκαίρι τους μακριά μας.
Γι’ αυτό και, όπως ανακοινώνουν οι παρουσιαστές των δελτίων φουσκωμένοι από υπερηφάνεια, εφέτος καταφθάνουν όλοι, με αεροπλάνα και κρουαζιερόπλοια, με ελικόπτερα και με υποβρύχια, με αμφίβια τροχοφόρα και με διαστημόπλοια. Αστειεύομαι, βεβαίως, γιατί μόνο έτσι μπορώ να αντιμετωπίσω αυτό που συμβαίνει. Αν το πάρω σοβαρά, θα μελαγχολήσω και δεν το θέλω. Θα ήθελα, όμως, κάποιος να μου εξηγήσει επιστημονικά την… αρρωστημένη εθνική φιλαρέσκειά μας, την ανάγκη μας να ακούμε ξανά και ξανά ότι είμαστε οι πρώτοι των πρώτων –τη στιγμή που κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Γιατί αυτή τη φιλαρέσκεια βλέπω να εκδηλώνεται μέσα από αδέξια, στημένα ρεπορτάζ που δεν θα έπρεπε να έχουν θέση στα ενημερωτικά δελτία. Αλλά και από κατασκευασμένες έρευνες του στυλ «Τα προϊόντα της ελληνικής γης εκτοξεύουν τον αγροτουρισμό» ή «Οι χαμηλές τιμές και το ανεβασμένο επίπεδο των παροχών αναδεικνύουν την Ελλάδα σε κορυφαίο προορισμό για Βορειοευρωπαίους και Αμερικανούς».

Υπερβολές, ανακρίβειες, η δημιουργία λάθος εντυπώσεων και αυτή η απογοητευτική αίσθηση ενός λαού κακομοίρηδων που ζητιανεύει τον έπαινο των επισκεπτών του για να σκεπάσει κάτω από αυτόν τη θλίψη του, την ανεπάρκειά του, τον φόβο του, αλλά και την κουτοπονηριά του.

Ομως, καλά θα έκαναν τα κανάλια, αντί να τροφοδοτούν με τα αφιερώματά τους αυτή τη σχεδόν διεστραμμένη ανάγκη μας για αυτοθαυμασμό, να βγάλουν στον αέρα περισσότερα ρεπορτάζ με τις ανεπάρκειές μας και τις λαμογιές μας. Ας καταγγείλουν ξανά και ξανά τις αυξημένες τιμές (κάποιοι άρχισαν πάλι να υπερτιμούν τα προϊόντα που παρέχουν), τα άθλια ενοικιαζόμενα δωμάτια (ταξιδεύω συχνά, έχω μείνει σε τέτοια), τα κακής ποιότητας πρωινά (ή τα… καθόλου πρωινά), τα μπαρ με τα ποτά-μπόμπες, τα κατεψυγμένα φαγητά που έπειτα από μερικά λεπτά στα μικροκύματα σερβίρονται ως φρέσκα. Ας καταγγείλουν τους παρατημένους και κλειστούς αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία που υπολειτουργούν, θύματα και αυτά ενός κράτους που έχει βάλει τον πολιτισμό σε δεύτερη μοίρα.
Ας σταματήσουν να αποθεώνουν τα μεθύσια στις παραλίες, τη βία όπως αυτή εκδηλώνεται μέσα από ολονύκτια ξεφαντώματα, την απερίγραπτη φτήνια των μπατίρηδων που μας προτιμούν γιατί τους χαρίζουμε την decadence που επιθυμούν και που τους αξίζει, και ας αναδείξουν εκείνους τους λίγους: τους επαγγελματίες που με τις καλοστημένες επιχειρήσεις τους και τις υψηλού επιπέδου παροχές τους προσκαλούν τους επισκέπτες τους να απολαύσουν την πραγματική ελληνική φιλοξενία, η οποία δεν κοιτάει τον άλλον στην τσέπη, αλλά στα μάτια. Ας δώσουν, με λίγα λόγια, τα κανάλια στους πολυπληθείς τηλεθεατές τους να καταλάβουν ότι ακόμη και αν δεν έχουμε την ομορφότερη χώρα του κόσμου, μπορούμε να έχουμε την πιο φιλόξενη. Και να είμαστε πραγματικά υπερήφανοι για αυτήν.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Ιουνίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ