Είναι όντως εντυπωσιακό όταν έχουν περάσει περισσότερα από δέκα χρόνια από την τελευταία σου δισκογραφική δουλειά, παρ’ όλα αυτά να παραμένεις «ενεργός» μέσω των τραγουδιών σου τα οποία δεν έχουν σταματήσει να παίζονται στους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Οι Ονειροπαγίδα το πήραν απόφαση να κυκλοφορήσουν τη νέα τους δουλειά με τίτλο το όνομά τους ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι κυκλοφορεί σε βινύλιο περιορισμένων αντιτύπων καθώς και σε digital album από την Inner Ear. Καθώς τα μέλη του συγκροτήματος ζουν σε τρεις διαφορετικές πόλεις (Αθήνα, Τορόντο, Στοκχόλμη) η νέα τους δουλειά ολοκληρώθηκε έπειτα από πτήσεις πολλών ωρών ενώ σημαντικό ρόλο σε όλο αυτό έπαιξε το skype όπως και άλλα προγράμματα ανταλλαγής ψηφιακών αρχείων. Με άλλα λόγια, αν δεν υπήρχε η τεχνολογία στη διάθεση των μελών του γκρουπ ίσως και να μην είχαμε τα νέα τους τραγούδια. Το… γενικό πρόσταγμα –ήτοι παραγωγή και μείξη –είχε ο κιθαρίστας του γκρουπ Χρήστος Λαϊνάς. Οταν οι Ονειροπαγίδα άνοιγαν στα τέλη του 1997 τη συναυλία των Yo La Tengo στο υπόγειο του κλαμπ Αν, δεν είχαν ίσως ιδέα ότι θα εξελίσσονταν σε ένα από τα πλέον σημαντικά γκρουπ της ελληνόφωνης ποπ – ροκ σκηνής. Ενα συγκρότημα που δεν έχει «καεί» όλα αυτά τα χρόνια. Ισως επειδή όταν δεν είχε να πει κάτι σώπαινε.
Γιατί έπρεπε να περιμένουμε περί τη μία δεκαετία για τη νέα σας δουλειά; Ποιοι ήταν οι λόγοι για αυτό το μακρύ διάλειμμα;
«Μας αρέσει λίγο παραπάνω το σασπένς, για να είμαι ειλικρινής. Επρεπε να σταματήσουμε γιατί νιώσαμε ότι δεν το διασκεδάζαμε πλέον, εγώ προσωπικά είχα χάσει το ενδιαφέρον μου με το που έφυγε η Παυλίνα, σαν να είχα χάσει τη φωνή μου, τη φωνή που “έλεγε” τα τραγούδια που έγραφα. Είναι καλύτερο να σωπαίνεις όταν δεν έχεις να πεις κάτι ειλικρινές και ουσιαστικό».
Βρίσκεστε σε τρεις διαφορετικές πόλεις… Αθήνα, Τορόντο, Στοκχόλμη… Επαγγελματικοί οι λόγοι; Και αν ναι, πώς τα καταφέρατε να συντονιστείτε;
«Πιο πολύ θα έλεγα προσωπικοί, μιας και ο Στέλιος και η Παυλίνα απολαμβάνουν την οικογενειακή ζωή σε Στοκχόλμη και Τορόντο μαζί με τους συντρόφους τους και τα μικρά τους παιδιά. Δεν θεωρώ δύσκολο πλέον με το Ιnternet να δημιουργήσεις κάτι από απόσταση. Πολύς κόσμος το κάνει για διάφορα projects και εννοείται όχι μόνο μουσικά. Φυσικά δεν έλειψαν και τα ταξίδια με το αεροπλάνο».
Τα κομμάτια αυτά είναι καινούργια ή υπήρχαν στα συρτάρια αυτή τη δεκαετία;
«Είναι ένας συνδυασμός κυρίως παλαιών αλλά και καινούργιων κομματιών τα οποία νιώσαμε την ανάγκη – υποχρέωση να τα κυκλοφορήσουμε, το χρωστούσαμε στους fans μας έτσι και αλλιώς. Κάποιοι μου είπαν ότι ακούγοντάς το τους θύμισε την Ονειροπαγίδα της δεκαετίας του ’90, το οποίο παίρνουμε σαν κομπλιμέντο».

Γιατί αποφασίσατε να το κυκλοφορήσετε και σε βινύλιο;
«Γιατί όχι; Το CD ως format έχει πεθάνει κατά τη γνώμη μου, δεν χρησιμοποιείται πλέον ούτε καν σαν back up, ο κόσμος ακούει μουσική ψηφιακά στα κινητά και στους υπολογιστές του και αν θέλει κάτι σε πιο φυσική “hardware” μορφή τότε δεν υπάρχει τίποτε πιο όμορφο από ένα βινύλιο, η ιστορία το απέδειξε, το βινύλιο άντεξε».
Γιατί είναι τόσο πονεμένη (με την έννοια ότι πολλά διαλύονται, άλλα αναστέλλουν τη λειτουργία τους κ.ο.κ.) η ιστορία των ελληνικών συγκροτημάτων;
«Η τάση της ελληνικής κοινωνίας γενικά να ασχολείται με το μέτριο είναι το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό. Εχει συνηθίσει να βλέπει την τέχνη ως χόμπι, το ίδιο το κοινό πολλές φορές βλέπει τους καλλιτέχνες ως διασκεδαστές, υμνεί τους μέτριους. Είναι δύσκολο να επιβιώσεις καλλιτεχνικά σε ένα τέτοιο περιβάλλον, πόσω μάλλον όταν αυτό δεν σε στηρίζει ούτε οικονομικά. Πολύ γρήγορα χάνεις τον δρόμο σου και προτού το καταλάβεις ασχολείσαι με κάτι πολύ διαφορετικό».
Και πόσο ήρεμος είσαι, αν είσαι, σε αυτή την περίοδο να αφοσιωθείς στην τέχνη;
«Η τέχνη δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση, ίσα-ίσα, το αντίθετο ακριβώς, γεννιέται μάλιστα σε περιόδους όχι τόσο βολικές και έρχεται να πει το “άλλο”, να αντιδράσει, να αμφισβητήσει».
Για ποιον λόγο ασχολείστε με τη μουσική;
«Είναι μια φυσική αντίδραση για τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας, οι μουσικοί μιλούν στον κόσμο μέσα από τον ήχο τους, είναι ένας παράξενος όμορφος κώδικας».
Να θυμίσετε στο κοινό πώς και γιατί ξεκινήσατε εκεί στο… μακρινό 1998;
«Ξεκινήσαμε σε ένα μικρό studio στα Εξάρχεια, στο “Studio 2”, το οποίο υπήρξε η γενέτειρα πολλών συγκροτημάτων της εποχής εκείνης, υπήρξε επίσης και η δισκογραφική στέγη πολλών από αυτών. Ο Βλάσης Ερημάκης που έχει αυτό το Studio ήταν κάτι σαν πατέρας μας. Θυμάμαι ότι μαζευόμασταν χωρίς να κάνουμε απαραίτητα κάτι συγκεκριμένο, ήταν το στέκι μας. Υπήρχε ένα μικρό τζάμι που από εκεί μέσα μπορούσες να δεις τους πάντες να κάνουν πρόβα. Εκεί γνωριστήκαμε λοιπόν ερχόμενοι από διάφορα συγκροτήματα με στόχο να κάνουμε μουσική της εποχής εκείνης αλλά με ελληνικό στίχο».
Τι σχέδια υπάρχουν για το άμεσο μέλλον;
«Θα ήταν ωραίο κάποια στιγμή να κάνουμε μια παρουσίαση αυτού του album, το οποίο όμως αρχικά φαίνεται πολύ δύσκολο, δεν υπάρχουν άλλα σχέδια πέρα από αυτό».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ