Ποιοτικός
Εφέτος το 24ωρο φαντάζει μικρό για τον Νίκο Κουρή. Πρώτα από όλα, συμπράττοντας με την ελληνική εκδοχή της παλιοπαρέας «Brat Pack» (Μαρκουλάκη, Παπασπηλιόπουλο, Πυρπασόπουλο), γνωρίζει τη θεατρική επιτυχία της χρονιάς με τον μάλλον υπερτιμημένο «Πουπουλένιο». Επίσης, τα πρωινά της Κυριακής, αλλά και τις καθημερινές, κατόπιν συνεννόησης, φοράει το μάλλον άβολο κοστούμι του Κάπτεν Χουκ, ερμηνεύοντας για το παιδικό κοινό. Τρίτον και σημαντικότερο, ετοιμάζεται να ανέβει στη σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κυκλάδων με το έργο «Το τάβλι», μαζί με τον Μάκη Παπαδημητρίου. Ο Λευτέρης Βογιατζής για πρώτη φορά θα είναι απών.
Στα θεατρικά στέκια η κουβέντα έχει ήδη ανάψει. Είναι ο συμπαθής Νίκος Κουρής ο κατάλληλος ηθοποιός για αυτή την ιδιαίτερα φορτισμένη «πρεμιέρα»; Δύσκολη η απάντηση. Οταν, μαθητής λυκείου, πήγε στο Θέατρο Εμπρός για να παρακολουθήσει την παράσταση «Ο σωσμένος», γνωρίστηκε με τον Τάσο Μπαντή, ο οποίος τον βοήθησε «με γενναιοδωρία ψυχής» και έγινε δάσκαλός του. Ετσι, το 1997, ο νεαρός τότε Κουρής πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή του Εμπρός δίνοντας μια εκπληκτική ερμηνεία του Τομ στον «Γυάλινο κόσμο», στο πλευρό της Ράνιας Οικονομίδου. Πολλοί μίλησαν για τον νέο Δημήτρη Χορν. Μάλλον, στα 40 χρόνια του πλέον, φαίνεται να τους έχει διαψεύσει. Αλλά και ποιος είναι Χορν από αυτούς τους νέους μέτριους ηθοποιούς; Κανείς.
Ακολούθησαν, βέβαια, καλές συνεργασίες: με τον Γιάννη Χουβαρδά και το Θέατρο Αμόρε σε ψαγμένες παραστάσεις και, φυσικά, με τον Λευτέρη Βογιατζή και τη Νέα Σκηνή, ώστε δικαίως ο Κουρής να μπορεί να διεκδικεί σήμερα τον τίτλο του μαθητή του. Στον κινηματογράφο επίσης έχει ταυτιστεί με το σινεμά του Νίκου Παναγιωτόπουλου, με πιο γνωστή ερμηνεία εκείνη στην ταινία «Αυτή η νύχτα μένει». Και καθώς το ομώνυμο τραγούδι του Κραουνάκη σάρωνε τα ελληνικά ραδιόφωνα, το πρόσωπο του Κουρή έμπαινε στο πάνθεον των ποιοτικών ζεν πρεμιέ, ως μια εναλλακτική εκδοχή του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, τουλάχιστον εκείνα τα πρώτα χρόνια.
Εχει χαρίσει καλές ερμηνείες. Πολύ καλός ως Αίμονας στην «Αντιγόνη» του Βογιατζή, φλεγόμενος στον «Τορκουάτο Τάσσο». Υπήρχαν, όμως, και μεγάλες αστοχίες. Πρώτη και καλύτερη η «Ορέστεια» του Γιάννη Κόκκου το 2001, στην οποία η ερμηνεία του στον ομώνυμο ρόλο θύμιζε κάτι σε Αποστόλη Τότσικα, ενώ στις παραστάσεις που δεν θέλουμε να θυμόμαστε ανήκει και το περυσινό, πολύ κακό, «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Μαρμαρινού. Είναι λογικό το καλλιτεχνικό καρδιογράφημα ενός ηθοποιού να παρουσιάζει σκαμπανεβάσματα. Το θέμα είναι να μην είναι ή του ύψους ή του βάθους…
Της εμπορικότητας
Ο Νίκος Κουρής είναι το σίγουρο χαρτί για έναν σκηνοθέτη που επιθυμεί να δει γεμάτη την πλατεία του θεάτρου, καθώς καταφέρνει να φέρει μια επίφαση ποιότητας, λοξοκοιτώντας παράλληλα στην εμπορικότητα. Ο ίδιος, υιοθετώντας την εικόνα του απόμακρου, ολίγον βασανισμένου καλλιτέχνη, απέχοντας από κοσμικότητες και λαμπερές εμφανίσεις, καταφέρνει την ίδια στιγμή να είναι εντός, εκτός και επί τα αυτά του συστήματος. Ετσι ο Νίκος Κουρής, του οποίου οι συνεντεύξεις έχουν πάντα ενδιαφέρον λόγω των περίτεχνων απαντήσεών του, μπορεί να φιλοσοφήσει άνετα, καθισμένος ακόμη και στον καναπέ της Ελένης Μενεγάκη. Αυτές οι ιδιότητες δεν είναι καθόλου κατακριτέες. Ωστόσο, οι κακεντρεχείς, ειδικά τα τελευταία χρόνια, προσδίδουν στο καλλιτεχνικό προϊόν του light χαρακτηριστικά, τα οποία του αφαιρούν το απαραίτητο βάρος ενός ηθοποιού πραγματικά ταγμένου στην τέχνη του.
Το πρόβλημα, όπως υποστηρίζουν, δεν είναι ότι ο Νίκος Κουρής έχει κάνει τηλεόραση, αλλά το γεγονός ότι έχει στο ενεργητικό του τρία μάλλον αδιάφορα σίριαλ. Από το πολύ κακό «Γη και ουρανός» μέχρι τη βαλκανική εκδοχή του «CSI», την τηλεοπτική σειρά «Ιχνη», τον απολαύσαμε στο, αν μη τι άλλο διασκεδαστικό, «4» του Χριστόφορου Παπακαλιάτη. Στα highlights της καριέρας του θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η υψηλής αισθητικής σκηνή από το εν λόγω σίριαλ όπου ανακαλύπτει ότι η γυναίκα που τον ενδιαφέρει είναι τρανσέξουαλ. Ο ίδιος παραμένει ένας έξυπνος άνθρωπος. «Εχω δεχθεί τους όρους του τηλεοπτικού παιχνιδιού και συμμετέχω σε αυτό συνειδητά, με όλη μου την καρδιά, χωρίς κόμπλεξ. Και ομολογώ ότι πιο πολύ με προβληματίζουν αυτοί που βλέπουν τηλεόραση παρά αυτοί που κάνουν», έχει δηλώσει μάλλον υπαινικτικά. Τουλάχιστον, είναι ειλικρινής. Αραγε, παρακολουθεί τα σίριαλ στα οποία παίζει;
Πέρα από την τηλεόραση υπάρχει και η διαφήμιση στη ζωή του. Αξέχαστο θα μας μείνει το τηλεοπτικό σποτ για σαμπουάν, με τον ίδιο να απαντά «ηθοποιός σημαίνει φως» στην εμβληματική ερώτηση «Λοιπόν, Νίκο, τι έχεις στο κεφάλι σου;». Οπως σημείωναν οι κακές γλώσσες, η απάντηση στην ερώτηση θα μπορούσε να είναι και «σχεδόν τίποτα». Γι’ αυτό η απόπειρα να φορέσει τα παπούτσια του Βογιατζή οφείλεται μάλλον σε αδυναμία συνειδητοποίησης των μεγεθών.
Τα πράγματα, όμως, πρέπει πάντα να τα εξετάζουμε υπό το πρίσμα της σύγχρονης πραγματικότητας, τηρουμένων των αναλογιών. Σε μια εποχή, λοιπόν, που ο Πέτρος Φιλιππίδης θεωρείται μεγάλος ηθοποιός, είναι φανερό ότι οι καλλιτεχνικές αξίες είναι λιγότερο αυστηρές. Τέλος, δεν έχει αποφύγει τις φιλοσοφικές πομφόλυγες, όπως η εξής: «Οπως έχει ειπωθεί, “μπορώ να συγχωρήσω όλα τα λάθη του ανθρώπου στον ηθοποιό, αλλά όχι του ηθοποιού στον άνθρωπο”». Δεν είναι καλύτερα οι ωραίοι να μιλούν λιγότερο;
Αδέκαστη
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



