Ο ΔΙΑΣΥΡΜΟΣ του ελληνικού στίβου στο Πρωτάθλημα εθνικών ομάδων της Ευρώπης (πάλαι ποτέ «Κύπελλο Μπρούνο Ζάουλι») πέρασε απαρατήρητος στο μεγάλο κοινό για περισσότερους από έναν λόγους. Αλλά στους εναπομείναντες πιστούς και παραδοσιακούς φίλους του αποκαλουμένου «κλασικού αθλητισμού» (ιστορικά άστοχος χαρακτηρισμός) προκάλεσε θλίψη και οργή. Το γεγονός δεν είναι ο υποβιβασμός από την κατηγορία της «Σούπερ Λίγκα» στην Α’ κατηγορία του θεσμού, κάτι που άλλωστε έχει ξανασυμβεί. Η παραμονή στη μεγάλη κατηγορία κατά κανόνα είναι πρόβλημα για τρεις-τέσσερις ομάδες, καθώς ως την 8η θέση (σε σύνολο 12) η δυναμικότητα των εθνικών ομάδων είναι απρόσιτη για την τελευταία τριάδα ή τετράδα. Η θλίψη προκλήθηκε διότι σε μεγάλο ποσοστό –ίσως το μεγαλύτερο –οι επιδόσεις των μελών της Εθνικής Ομάδας χρονικά βρίσκονταν στο επίπεδο των εθνικών επιδόσεων όχι δέκα ή και είκοσι χρόνων πριν αλλά κάποιες ήσαν και… προπολεμικές!
***
Η ΣΥΓΚΡΙΣΗ των αριθμών είναι τεκμήριο της γενικής κατάστασης του ελληνικού στίβου. Βέβαια δεν περιμέναμε κάποιες εξηγήσεις του αποκαρδιωτικού φαινομένου ούτε από τον –νεόκοπο και λαλίστατο, κατά το δοκούν –πρόεδρο, του ΣΕΓΑΣ, προελθόντα από τη γνωστή «τράμπα» των θώκων του προέδρου και του γενικού γραμματέα του ΔΣ της αρχαιότερης ομοσπονδίας, αλλά ούτε και από τον κατ’ εξοχήν υπεύθυνο και υπόλογο αρχιπροπονητή των εθνικών ομάδων. Σιγή ασυρμάτου. Αλλωστε ήταν τυχεροί που λίγες ημέρες μετά το Κύπελλο Ευρώπης κάποια μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας στους Μεσογειακούς (υπόδειγμα κακής οργάνωσης στη Μερσίνα της Τουρκίας – Μικρά Ασία) και μετάλλια κέρδισαν και επιδόσεις καλές επέτυχαν. Το γεγονός ήρθε κουτί στους αρμοδίους ως άλλοθι. Ωστόσο αυτό το άλλοθι δεν είναι τόσο αμάχητο, καθώς η όλη δυναμικότητα του Κυπέλλου Ευρώπης, με ό,τι καλύτερο έχει κάθε χώρα, υπερτερεί αισθητά του υποβαθμισμένου (αθλητικά και πολιτισμικά) θεσμού των Μεσογειακών. Πάντως οι Μεσογειακοί ήταν γνωστό σωσίβιο για τον ελληνικό στίβο μόνο για τους αδαείς και εκείνους που στρουθοκαμηλίζουν κόντρα στην πραγματικότητα. Το γεγονός ότι και άλλες χώρες είχαν παρουσιάσει αθλητές και αθλήτριες με ισχνές και αναιμικές αγωνιστικές επιδόσεις δεν είναι παρηγοριά, καθώς είναι βολικό το παραπλανητικό και παρηγορητικό «υπάρχουν και χειρότερα»… Εξάλλου στις οργανώσεις σε επίπεδο εθνικών ομάδων σημασία έχει η απόδοση συνόλου.
***
ΤΑ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ για τον ελληνικό στίβο, προς τέρψιν και μάλλον όχι προς συμμόρφωσιν, παρουσιάζονται σε έναν ενδεικτικό πίνακα της σύγκρισης των χαμηλών επιδόσεων σε αρκετά αγωνίσματα του Κυπέλλου Ευρώπης με τις κατ’ αντιστοιχία εθνικές επιδόσεις μεταξύ 1933-2000, τουτέστιν στον παρελθόντα αιώνα. Ο πρώτος αριθμός –στον πίνακα –αφορά την επίδοση του 2013 και στη συνέχεια ακολουθούν η εθνική επίδοση προ εξηκονταετίας και νεότερες κατά μερικές δεκαετίες της Ιστορίας! Αλλά η Ιστορία –έστω μικρή που ακουμπά στη μεγάλη –είναι δεόντως διδακτική όπως καταγράφεται. Δεν παραγράφεται –ναι, ξεχνιέται, σκεπάζεται τεχνηέντως, αλλά οι αριθμοί είναι συχνά αμείλικτα αποκαλυπτικοί.
***
ΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ αναφέρονται σε 18 αγωνίσματα ανδρών και γυναικών της Εθνικής Ομάδας (τα στοιχεία που αφορούν ονόματα, έτη και επιδόσεις του παρελθόντος έχουν αντληθεί από το βιβλίο Ιστορίας και διεθνούς στατιστικής του Μπάμπη Ζαννιά «Οι πρωταθλητές και τα ρεκόρ του στίβου 1896-1990». Το χρονικό διάστημα που καλύπτουν είναι μεταξύ 1933 και 1985).
***
ΑΝΔΡΩΝ
ΔΡΟΜΟΙ: 100 μ. 10”59 (2013), 10”60 (1933) από τον σπουδαίο Ρένο Φραγκούδη, 400 μ. 46”73 (2013), 46”70 (1972), 800 μ. 1’49”9 (2013), έναντι 1’49”70 (1957), του Ε. Δεπάστα, 5.000 μ. 15’34”74 (2013) – 15’33” του μεγάλου Στέλιου Κυριακίδη (1937), 400 μ. μετ’ εμποδίων, 51”11 (2013) – 51”19 (1961), Δ. Σκούρτης, 3.000 μέτρα με φυσικά εμπόδια στιπλ 9’53”67 (2013) – 9’46” (1936), Γούτης! Αλμα εις ύψος 2,15 μ., όσο και το 1972. ΡΙΨΕΙΣ: Δισκοβολία 53,51 μ. (2013), 53,81 μ. (1958), Αντ. Κουνάδης. Σφυροβολία 62,60 μ. (2013), 56,26 μ. (1963), Μπαμπανιώτης. Σφαιροβολία 18,80 μ. (2013) – 18,03 μ. (1972), Λουκά.
***
ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΔΡΟΜΟΙ 100 μ. 12”22 (2013) – 12”20 (1967), Χ. Σασαγιάννη, 100 μ. εμπ. 13”39 (2013), 13”42 (1983), Ε. Πανταζή, 1.500 μ. 4’20”29 (2013), 4’20”59 (1985), 400 μ. εμπ. 59”76 (2013), 60” (1978), Ε. Πανταζή. Υψος 1,85 μ. τόσο το 2013 όσο και το 1985. ΡΙΨΕΙΣ: Ακοντισμός 53,53 μ. (2013), 53,20 μ., Σ. Σακοράφα (1974). Δισκοβολία 53 μ. (2013), 53,35 μ. (1971), Δ. Καφενίδου. Σφαιροβολία 14,62 μ. (2013) και 14,67 μ. (1974).
pnlinardos@yahoo.gr

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ