Είναι μια ιστορία που θυμίζει βεντέτα, είχε πει παλιά ο τ. πρόεδρος του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αμερικής Machteld Mellink. Η υπόθεση ωστόσο εμφανίστηκε εφέτος το καλοκαίρι στο έγκυρο περιοδικό «Archaeology», το οποίο εκδίδεται από το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Αμερικής και στο δημοσίευμα σημειώνεται ότι το περιοδικό προχώρησε στη δημοσίευση των απόψεων Κόλντερ παρ’ όλο που η αναθεωρητική τάση του έχει δεχθεί κριτική από πολλούς αρχαιολόγους. Το περιοδικό μάλιστα, αναγνωρίζοντας τις σοβαρές επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει ένα τέτοιο δημοσίευμα σε ένα τόσο σημαντικό έργο αρχαίας τέχνης, ζήτησε τις απόψεις πέντε επιστημόνων στους οποίους απέστειλε το κείμενο του Κόλντερ και στο τεύχος του Ιουλίου – Αυγούστου δημοσίευσε τις πλήρεις απαντήσεις δύο εξ αυτών και φυσικά το κείμενο Κόλντερ. Από τη μεριά του και ο Κόλντερ σημειώνει: «Εμαθα να αμφισβητώ οτιδήποτε λέει ο Σλήμαν εκτός και αν υπάρχει ανεπηρέαστη επιβεβαίωση». Ας ξαναθυμηθούμε όμως την ιστορία.


Η ώρα των Μυκηνών


Ο Σλήμαν ήρθε στις Μυκήνες αφού αποκάλυψε την Τροία, τον λεγόμενο Θησαυρό του Πριάμου, το 1871-73. Επηρεασμένος από τον θρίαμβό του πίστευε ότι είχε πλέον σημάνει η ώρα των Μυκηνών. Αρχισε μια δοκιμαστική ανασκαφή το 1874 και αντίθετα από προηγούμενους αρχαιολόγους ακολούθησε τη δική του ερμηνεία στο κείμενο του Παυσανία και αναζήτησε τον τάφο του Αγαμέμνονα μέσα από τα τείχη της ακρόπολης. Δεν βρήκε σπουδαία πράγματα. Δύο χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 1876, ξεκίνησε μια δεύτερη ανασκαφή υπό την αιγίδα της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας αυτή τη φορά. Την ανασκαφή του επέβλεπε ένας ευσυνείδητος έλληνας αρχαιολόγος, ο Παναγιώτης Σταματάκης, ο οποίος κατηγορούσε μάλιστα τον Σλήμαν ότι στη βιασύνη του να φθάσει στην πόλη της Εποχής του Χαλκού, κατέστρεφε πολλά ευρήματα μεταγενέστερων χρόνων. Σύντομα ήρθε στο φως ένας ταφικός περίβολος πολύ κοντά στην πύλη της ακρόπολης, ενώ ένας δεύτερος ταφικός περίβολος έξω από τα τείχη αποκαλύφθηκε αρκετές δεκαετίες αργότερα (1953) από έλληνες αρχαιολόγους.


Ως τα τέλη Νοεμβρίου είχε ανασκάψει αρκετούς τάφους και σε πέντε ταφές τα πρόσωπα ήταν καλυμμένα με χρυσές μάσκες. Ενθουσιασμένος με τα ευρήματά του ο Σλήμαν δεν δίστασε να ονοματίσει τους νεκρούς των τάφων και στο τηλεγράφημα που έστειλε στον βασιλέα Γεώργιο ανέφερε ότι ανάμεσα στους τάφους ήταν και εκείνοι του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας που είχαν σφαγιαστεί από την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της τον Αίγισθο. Οπως είναι φυσικό, η μάσκα που ο Σλήμαν αυθόρμητα απέδωσε στον Αγαμέμνονα ήταν το σπουδαιότερο εύρημα.


Τα 9 σημεία της αμφισβήτησης


Ο Κόλντερ υποστηρίζει ότι ερευνώντας επί 25 χρόνια τη ζωή του Σλήμαν έμαθε να είναι επιφυλακτικός, ιδιαίτερα για τα πιο δραματικά επεισόδια της ζωής του και αναφέρει μια δεξίωση στον Λευκό Οίκο, την περιγραφή της γυναίκας του Σοφίας ως ενθουσιώδους αρχαιολόγου, την αποκάλυψη ενός μπούστου της Κλεοπάτρας στην Αλεξάνδρεια κ.ά. και λέει: «Χάρη στις έρευνες του αρχαιολόγου Γεωργίου Κορρέ του Πανεπιστημίου Αθηνών, του γερμανού ιστορικού Wolfgang Schindler και άλλων λογίων ιστορικών, όπως ο David Α. Traill και εγώ, γνωρίζουμε ότι ο Σλήμαν από τη στιγμή που αναγνωρίστηκε παγκοσμίως από βιογράφους που δεν διέθεταν κριτικό πνεύμα, επινόησε αυτές τις ιστορίες».


1. Ο Gunter Kopeki του Ινστιτούτου Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης έχει υποστηρίξει ότι η μάσκα του Αγαμέμνονα είναι μορφολογικά διαφορετική από όλες τις άλλες χρυσές μάσκες που βρέθηκαν τότε στις Μυκήνες. Στρέφει την προσοχή στα χαρακτηριστικά φρύδια, στα αφτιά, στα γένια και στο μουστάκι και υποστηρίζει ότι είναι δημιούργημα ενός σύγχρονου ταλαντούχου χρυσοχόου.


2. Ο Σλήμαν ήταν έτοιμος να κάνει αντίγραφα των ευρημάτων του τα οποία θα περνούσε στη συνέχεια για αυθεντικά. Για να πάρει άδεια να σκάψει στην Τροία, είχε συμφωνήσει με τους Οθωμανούς να μοιραστούν τα ευρήματά του. Οταν όμως αποκάλυψε τον θησαυρό με τα αργυρά και χρυσά αντικείμενα που ονόμασε Θησαυρό του Πριάμου, τον φυγάδευσε στην Ελλάδα. Οταν οι Οθωμανοί του ζήτησαν το συμφωνημένο μερίδιο από τον θησαυρό, ο Σλήμαν έκανε αντίγραφα στο Παρίσι για να τα δώσει στους Τούρκους.


3. Σε απομνημονεύματα συγχρόνων του υπάρχουν κατηγορίες ότι ο Σλήμαν «φύτευε» ευρήματα προκειμένου να τα αποκαλύψει αργότερα. Μεταξύ των σκεπτικιστών ήταν οι βρετανοί λόγιοι sir Charles Newton, Percy Gardner και Α.S. Murray, οι οποίοι χρησιμοποίησαν το ρητό: «Εκείνος που κρύβει ευρίσκει». Ενώ και ο διευθυντής των ανασκαφών της Ολυμπίας Ernst Curtius τον αποκαλούσε απατεώνα και καταχραστή.


4. Οι ανασκαφές των Μυκηνών διενεργήθηκαν μεταξύ 7 Αυγούστου και 3 Δεκεμβρίου 1876. Η μάσκα αποκαλύφθηκε στις 30 Νοεμβρίου. Μετά από τρεις ημέρες έκλεισε η ανασκαφή. Αλλά και η ανασκαφή στην Τροία έκλεισε αμέσως μετά την αποκάλυψη του Θησαυρού του Πριάμου. Και για τις δύο περιπτώσεις το ερώτημα είναι αν ο Σλήμαν απλώς θεώρησε πως βρήκε το σημαντικότερο εύρημα ή αν απλώς βρήκε αυτό που είχε «φυτέψει».


5. Στις Μυκήνες η ανασκαφή διακόπηκε δύο ημέρες, στις 26 και 27 Νοεμβρίου, όταν έλειπε ο Σλήμαν. Πού είχε πάει; Λέγεται πως ένας αθηναίος χρυσοχόος ήταν συγγενής της γυναίκας του Σοφίας. Μήπως του έφτιαξε τη μάσκα που στη συνέχεια έθαψε;


6. Ο Θησαυρός του Πριάμου είναι το πλουσιότερο εύρημα της Εποχής του Χαλκού σε όλη την Ανατολία και ψιθυρίζεται ότι βελτιώθηκε με σύγχρονες προσθήκες. Κανένας μυκηναϊκός τάφος δεν έχει το 1/10 από τον πλούτο του λακκοειδούς τάφου V. Μήπως η τύχη του Σλήμαν στις Μυκήνες παραήταν καλή για να είναι αληθινή;


7. Υπάρχουν ύποπτες λεπτομέρειες στη δημοσίευση του Σλήμαν για τη μάσκα. «… τα χαρακτηριστικά είναι τελείως ελληνικά και πρέπει ειδικά να προσεχθεί η μακριά λεπτή μύτη, η οποία βρίσκεται σε ευθεία γραμμή με το μέτωπο και κάθε άλλο από μικρή είναι. Τα μάτια, που είναι κλειστά, είναι μεγάλα και αποδίδονται καλά με τις βλεφαρίδες, πολύ χαρακτηριστικό επίσης είναι το μεγάλο στόμα με τα χείλη σε καλές αναλογίες. Επίσης η γενειάδα έχει καλά αποδοθεί και ειδικότερα το μουστάκι με τις άκρες του στραμμένες προς τα επάνω σε σχήμα ημισελήνου. (…) Μας προκαλεί κατάπληξη η δεξιοτεχνία των αρχαίων Μυκηναίων χρυσοχόων, οι οποίοι μπορούσαν να κατασκευάσουν πορτρέτα σε πλάκα συμπαγούς χρυσού και κατά συνέπεια να ανταγωνίζονται οποιονδήποτε σύγχρονο χρυσοχόο».


Η μακριά, λεπτή, ελληνική μύτη της μάσκας κάνει τον Κόλντερ να υποψιάζεται πως έγινε στα πρότυπα του μεγάλου γερμανού ιστορικού τέχνης του 18ου αι. Winckelmann, ο οποίος τέτοια μύτη ήθελε στους έλληνες αριστοκράτες. Ενώ η έμφαση στο μουστάκι υποδηλώνει ότι ο Σλήμαν το θεωρούσε το πιο ύποπτο στοιχείο.


8. Ο Σλήμαν υποστήριζε ότι είχε ανασκάψει αντικείμενα τα οποία στην πραγματικότητα είχε αγοράσει. Τον μπούστο της Κλεοπάτρας έλεγε ότι τον είχε βρει σε ένα χαντάκι στην Αλεξάνδρεια τον Φεβρουάριο του 1888. Τώρα ο W. Schindler υπέδειξε ότι το βάθος του χαντακιού θα έπρεπε να βρίσκεται αρκετά κάτω από την υδάτινη λεκάνη της Αλεξάνδρειας. Και οι αττικές επιγραφές που δημοσίευσε ο Σλήμαν, υποστηρίζοντας ότι τις ανέσκαψε στον κήπο του, ο Γεώργιος Κορρές ισχυρίζεται ότι είχαν αγοραστεί από ιδιωτικές συλλογές.


9. Ο Σλήμαν είχε κίνητρα για την εξαπάτηση. Ηθελε να κλείσει τις ανασκαφές του με θόρυβο. Αυτόν τον σκοπό εξυπηρετούσε η κατασκευή του προσωπείου ενός ήρωα με μουστάκι σαν του Βίσμαρκ και των δύο Γουλιέλμων Ι και ΙΙ και με μύτη ελληνική. Σύμφωνα με τα πρότυπα του Βίνκελμαν και τα μουστάκια των Χοεντσόλερν.


Αν το προσωπείο είναι γνήσιο, καταλήγει ο Κόλντερ, τότε ο Σλήμαν είναι ο τυχερότερος όλων των αρχαιολόγων, αν όχι, ήταν μια ιδιοφυΐα που εξαπάτησε τους αρχαιολόγους για περισσότερο από έναν αιώνα. «Και καθώς είμαι θαυμαστής του Σλήμαν και έχω σπαταλήσει πολύ χρόνο μελετώντας τη ζωή του, ελπίζω ότι είναι πλαστή. Είναι πολύ καλύτερο να είσαι ιδιοφυΐα παρά απλώς τυχερός».


Τι υποστηρίζει ο David Traill



Ο Τρέιλ είναι από τους γνωστότερους βιογράφους του Σλήμαν και τα βιβλία του έχουν ευρύτατη κυκλοφορία. Στο δημοσίευμα που έστειλε στο περιοδικό «Archaeology» αναφέρει ορισμένα σενάρια που θα στήριζαν την πλαστότητα της μάσκας και ταυτόχρονα αναλίσκεται και με… τη φορά που έχουν οι τρίχες του μουστακιού του προσωπείου. «… Γνωρίζουμε ότι ο Σλήμαν έκρυψε πολλά από τα ευρήματά του από τον τούρκο επιβλέποντα την ανασκαφή στην Τροία το 1873. Το ίδιο θα μπορούσε να έχει συμβεί και στις Μυκήνες, γιατί ο Σταματάκης, ο ευσυνείδητος έλληνας επιβλέπων, συχνά είχε αναφέρει στους προϊσταμένους του στην Αθήνα ότι δεν μπορούσε να ελέγξει όλους τους εργάτες του Σλήμαν.».


Ο Traill υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με τα σενάρια, η μάσκα του Αγαμέμνονα θα μπορούσε να είχε φυτευθεί στον τάφο V και θυμίζει τον βρετανό ιστορικό της εποχής Percy Gardner ο οποίος έλεγε πως μετά την ανακάλυψη της μάσκας κυκλοφορούσαν φήμες στην Αθήνα ότι ο Σλήμαν είχε «αλατίσει» (sic) τους τάφους. Και αυτό θα μπορούσε να το έχει κάνει καθώς γνωρίζουμε ότι η ανασκαφή στον τάφο V, στις 20 Νοεμβρίου, είχε φθάσει σε βάθος ενός μέτρου από τις ταφές. Ως την ημέρα που ανακαλύφθηκε η μάσκα ο Σλήμαν είχε στη διάθεσή του εννέα μερόνυχτα για να χώσει τη μάσκα στη λάσπη του τάφου V. Πάντως ο Τρέιλ δηλώνει πως ο ίδιος δεν είναι σε θέση να πει αν είναι πλαστή και υποστηρίζει την πρόταση του Κόλντερ για μια μικροσκοπική εξέταση.


Το θέμα της αυθεντικότητας


Το περιοδικό «Archaeology» έθεσε το ερώτημα και στην κυρία Αικ. Δημακοπούλου, τ. επιμελήτρια της Μυκηναϊκής Εκθέσεως και τώρα επίτιμο διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, η οποία σημειώνει κατ’ αρχήν ότι οι κατηγορίες των Κόλντερ και Τρέιλ δεν θεωρούνται σοβαρές από την επιστημονική κοινότητα και προσθέτει ότι το να αμφισβητείς την αυθεντικότητα ενός μεγάλου έργου της ελληνικής αρχαιότητας, που μάλιστα προέρχεται από μια αναγνωρισμένη ανασκαφή, δημιουργεί ταραχή και ο Κόλντερ είναι υποχρεωμένος να μας πει πώς στηρίζει τα επιχειρήματά του και να παρουσιάσει έγκυρα αρχαιολογικά στοιχεία. Καθώς όμως, σύμφωνα με όσα ο ίδιος παραδέχθηκε, δεν διαθέτει τα προσόντα για να εκτιμήσει τα αρχαιολογικά στοιχεία, ίσως θα ήταν καλύτερα να άφηνε αυτά τα σοβαρά θέματα στους ειδικούς.


Η άποψη της συρραφής


Ο καθηγητής Kenneth D.S. Lapatin του Τμήματος Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου της Βοστώνης αναζητεί μια πιο ελαστική εξήγηση για τον μεγάλο αριθμό των ευρημάτων που ανασύρθηκαν από τη λάσπη. «Πολλά είχαν ανάγκη από συντήρηση και μάλιστα τόση ώστε το διάσημο τώρα πια ρυτό με τη χρυσή λεοντοκεφαλή, που η χαίτη του είχε συγκριθεί μορφολογικά με τη γενειάδα του Αγαμέμνονα, ενώ είχε αρχικά ταυτιστεί με θώρακα σήμερα ξέρουμε πως είναι ρυτό. Αναρωτιέται όμως πώς όταν ο Σλήμαν έκανε την ανασκαφή στον Ορχομενό και σε άλλες ομηρικές θέσεις που υποτίθεται ότι ήταν επίσης πλούσιες σε χρυσό, δεν βρήκε τίποτα. Γιατί εκεί δεν φυτεύτηκαν πλαστά;


Καταλήγει ότι δεν πιστεύει ότι μπορούσε να έχει παραγγείλει τη μάσκα του Αγαμέμνονα πριν από την αποκάλυψη των άλλων προσωπείων και είναι δύσκολο να δεχθεί κανείς ότι κατόρθωσε και να το παραγγείλει και να το θάψει για να αποκαλυφθεί μεταξύ 28 και 30 Νοεμβρίου. Ισως κατά τη συντήρηση να έγιναν συρραφές, καταλήγει.


Ο πιο αρμόδιος να σχολιάσει αυτές τις εικασίες είναι ο διευθυντής της ανασκαφής των Μυκηνών ακαδημαϊκός κ. Σπύρος Ιακωβίδης και σε αυτόν απευθύνθηκε «Το Βήμα»:


«Κατ’ αρχήν θα πω ότι δεν φανταζόμουν πως θα δω ένα τέτοιο άρθρο σε ένα περιοδικό της περιωπής του «Archaeology». Θα περιοριστώ απλώς στο ότι η απάντηση της κυρίας Δημακοπούλου καλύπτει κατά το μεγαλύτερο μέρος αυτά που έπρεπε να λεχθούν. Θα προσθέσω μόνο κάτι ακόμη: είναι αδύνατο να κρύψεις μια τρύπα στο χώμα. Δεν γίνεται. Οταν το χώμα σκαφτεί χαλαρώνει και μεγαλώνει ο όγκος του και κατόπιν όταν το βάλεις πάλι πίσω, αφενός μεν δεν απορροφάται όλο από το σκάμμα και αφετέρου η σύστασή του είναι τελείως διαφορετική. Επομένως ο αρχαιολόγος και ο εργάτης που δουλεύει εκεί θα το καταλάβει αμέσως. Τίποτε μεγαλύτερο από μια καρφίτσα ­ και επιμένω στο μέγεθος ­ δεν μπορεί να χωθεί στο χώμα και να βρεθεί μετά χωρίς να γίνει αντιληπτό.


Επιπλέον, και αυτό είναι χαρακτηριστικό ανθρώπων οι οποίοι δεν έχουν ιδέα από ανασκαφή, υπάρχουν δύο αναφορές (η μία από τον Τρέιλ και η άλλη από τον Λαπάτιν) στο ότι η πλαστή μάσκα χώθηκε στη λάσπη. Είναι ακατανόητο το πώς φαντάζονται ότι υπήρχε λάσπη σε έναν άσκαφτο τάφο! Αλλά και κάτι ακόμη. Ενα αντικείμενο όπως η μάσκα του Αγαμέμνονα, με διάμετρο περίπου 30 εκ., χρειάζεται μεγάλη τρύπα για να κρυφτεί και επίσης πρέπει να βρεθεί και η θέση της επάνω ακριβώς από το κεφάλι του νεκρού. Επομένως για να κάνει αυτή την απάτη ο Σλήμαν θα έπρεπε να ξέρει πού ακριβώς ήταν το πρόσωπο του νεκρού, το οποίο όταν έφυγε για να δώσει οδηγίες να του κάνουν τη μάσκα… βρισκόταν ακόμα θαμμένο σε βάθος 30 εκ. από εκεί που είχε φθάσει η ανασκαφή. Επρεπε λοιπόν να ξέρει πού είναι το πρόσωπο, να ανοίξει μια μεγάλη τρύπα να βάλει την ψεύτικη μάσκα, να καλύψει την τρύπα και… να περιμένει 2.000 χρόνια για να σκληρύνει το έδαφος και να τη βρει. Εκτός αυτού ο Σταματάκης ήταν αρχαιολόγος που δεν μπορούσες να ξεγελάσεις εύκολα. Οσο για την έκφραση ότι ο Σλήμαν «αλάτιζε τα ευρήματά του» (salting his finds), μπορεί να είναι γραφική αλλά λέγεται μόνο από ανθρώπους που δεν έχουν πλησιάσει σε ανασκαφή και δεν έχουν ιδέα πώς γίνεται η δουλειά. Αλλωστε και οι ίδιοι παραδέχονται πως δεν είναι αρχαιολόγοι.


Τέλος, το επιχείρημα ότι η μάσκα βγήκε από τα χέρια επιδέξιου χρυσοχόου περισσότερο επιβεβαιώνει τη γνησιότητά της παρά την αμφισβητεί. Είναι γνωστό ότι οι Μυκηναίοι ήταν σπουδαίοι χρυσοχόοι και γνώριζαν πολύ καλά την κατεργασία των μετάλλων. Το βλέπουμε άλλωστε στα υπόλοιπα χρυσά αυτού του τάφου, το κεφάλι του λιονταριού στο ρυτό, που είναι από χρυσό έλασμα, και επίσης στα κεφάλια των ταύρων με τα επίχρυσα κέρατα.


Είναι γελοίο να σκεφτόμαστε ότι ο Σλήμαν, λίγες ημέρες προτού φθάσει στο ταφικό στρώμα, είχε αποφασίσει να προσθέσει μια μάσκα. Διότι όταν πήγε στην Αθήνα και βρήκε τον χρυσοχόο έπρεπε ήδη να ξέρει πως ένα μέτρο χαμηλότερα από εκεί που είχε φθάσει το σκάψιμο βρίσκονταν νεκροί με μάσκες».