Η ΑΝΟΔΟΣ των επιτοκίων δεν επηρεάζει εξίσου όσους έχουν ήδη πάρει στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο. Ανάλογα με τη σύμβαση που έχουν υπογράψει με την τράπεζα διαμορφώνεται και η επιβάρυνση του δανείου τους από τη μεταβολή των επιτοκίων της κατηγορίας αυτής. Το πόσο τελικά θα αυξηθεί η δόση τους εξαρτάται από το πότε η τράπεζα θα περάσει το νέο επιτόκιο στη δόση τους. Αυτός είναι και ο καθοριστικός παράγοντας που θα κρίνει το αν και πόσο θα επιβαρυνθεί το κόστος εξυπηρέτησης του δανείου τους. Ανάλογα λοιπόν με το τι προβλέπεται στη σύμβασή τους, είναι πιθανό η άνοδος των επιτοκίων να επηρεάσει λίγο, περισσότερο ή και καθόλου τις δόσεις των στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο που έχουν ήδη χορηγήσει οι στεγαστικές και εμπορικές τράπεζες.
Ετσι, αν η τράπεζα εφαρμόζει τα νέα επιτόκια από τη στιγμή που ισχύει η αλλαγή, όπως για παράδειγμα κάνει η Aspis Bank, τότε ο δανειολήπτης θα πληρώσει αυξημένη δόση από τον επόμενο μήνα. Το να περνούν οι μεταβολές των επιτοκίων αμέσως στο δάνειο είναι καλό όταν τα επιτόκια πέφτουν, αφού το όφελος του δανειολήπτη από τη μείωση των επιτοκίων είναι άμεσο. Δεν λειτουργεί το ίδιο ευεργετικά όταν τα επιτόκια ακολουθούν αντίθετη πορεία. Ετσι λοιπόν, αν στη σύμβαση που έχετε υπογράψει προβλέπεται η άμεση εφαρμογή των μεταβολών των επιτοκίων στο δάνειό σας, τότε η επόμενη δόση σας θα είναι αυξημένη. Οταν όμως εξομαλυνθεί πλήρως η αγορά χρήματος που επηρεάστηκε από την πρόσφατη κρίση, η ίδια κατηγορία δανειοληπτών θα είναι αυτή που θα αποκομίσει πρώτη τα όποια οφέλη από τη μείωση των επιτοκίων.
Αλλες τράπεζες, όπως π.χ. η Eurobank στα δάνεια που έχει χορηγήσει ως σήμερα, περνούν τις μεταβολές των επιτοκίων κάθε εξάμηνο, ανεξάρτητα με το αν οι δόσεις είναι μηνιαίες ή εξαμηνιαίες. Και το εξάμηνο υπολογίζεται ανάλογα με τον μήνα που χορηγήθηκε το δάνειο. Αν, για παράδειγμα, το δάνειο χορηγήθηκε στα μέσα Οκτωβρίου, τα επιτόκια αναπροσαρμόζονται στα εκάστοτε ισχύοντα στις αρχές Νοεμβρίου και στις αρχές Ιουνίου. Ετσι, στην περίπτωση αυτή οι δόσεις που πληρώνει ο δανειολήπτης θα μεταβληθούν ανάλογα με το πότε πήρε το δάνειό του.
Αν, για παράδειγμα, το δάνειο χορηγήθηκε στα μέσα Οκτωβρίου, τότε ως τον ερχόμενο Ιούνιο ο δανειολήπτης θα πληρώνει το δάνειό του με το επιτόκιο που ίσχυε στις αρχές Νοεμβρίου. Δηλαδή για το επόμενο εξάμηνο δεν θα μεταβληθεί η δόση του. Στις αρχές Ιουνίου και για το επόμενο εξάμηνο οι δόσεις του θα υπολογιστούν με το τότε ισχύον επιτόκιο. Ετσι, αν υποτεθεί ότι ως τότε η αγορά θα έχει ομαλοποιηθεί πλήρως και τα επιτόκια θα έχουν επανέλθει στα προ της κρίσεως επίπεδα, τότε μπορεί να μην επηρεαστεί καθόλου από την πρόσκαιρη αυτή άνοδο των επιτοκίων.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι ένας δανειολήπτης της ίδιας κατηγορίας δανείου έχει πάρει το δάνειό του Δεκέμβριο μήνα και ως τον ερχόμενο Ιανουάριο τα επιτόκια παραμένουν στα σημερινά επίπεδα. Ο δανειολήπτης αυτός θα πληρώσει τη δόση του Δεκεμβρίου με το επιτόκιο που ίσχυε πριν από την άνοδο και από τον Ιανουάριο και για ένα εξάμηνο θα πληρώνει μεγαλύτερη δόση, η οποία θα έχει υπολογιστεί με τα αυξημένα επιτόκια. Θα συνεχίσει να πληρώνει αυξημένη δόση ακόμη και αν, π.χ. τον Μάρτιο, τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων μειωθούν. Η μείωση αυτή θα περάσει στο δάνειό του το επόμενο εξάμηνο.
Η Κτηματική Τράπεζα περνάει τις μεταβολές των επιτοκίων στα δάνεια που έχει χορηγήσει με κυμαινόμενο επιτόκιο ανάλογα με το πότε έχει χορηγηθεί το δάνειο. Και αυτό γιατί η αποπληρωμή των δανείων που έχει χορηγήσει η τράπεζα ως τον Οκτώβριο του 1995 γίνεται με εξαμηνιαίες δόσεις, ενώ αυτών που έχουν χορηγηθεί μετά την ανωτέρω ημερομηνία γίνεται με μηνιαίες δόσεις. Σε κάθε περίπτωση, για να αλλάξει το επιτόκιο στα δάνεια που έχει χορηγήσει η τράπεζα η μεταβολή του θα πρέπει να είναι τουλάχιστον μία ποσοστιαία μονάδα. Αλλαγές στα επιτόκια μικρότερες της μονάδας, π.χ. μισή μονάδα, δεν μεταβάλλουν τις δόσεις που πληρώνουν οι πελάτες της τράπεζας. Εξάλλου, για να μεταβληθεί η δόση δανείου που έχει χορηγήσει η τράπεζα, θα πρέπει να έχει περάσει ένα έτος από τη χορήγηση του δανείου, αφού τον πρώτο χρόνο η δόση παραμένει σταθερή και δεν επηρεάζεται από πιθανές αυξήσεις ή μειώσεις των επιτοκίων.
Ετσι, για τα στεγαστικά δάνεια της Κτηματικής που έχουν ληφθεί πριν από τον Οκτώβριο του 1995 και των οποίων η αποπληρωμή γίνεται με εξαμηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο αναπροσαρμόζεται κάθε εξάμηνο. Για τους πελάτες αυτούς πιθανή μεταβολή των επιτοκίων της τράπεζας θα περάσει στις δόσεις τους μετά τη λήξη του τρέχοντος εξαμήνου. Δηλαδή αν κάποιος που έχει πάρει τέτοιο δάνειο καταβάλλει τις δόσεις του κάθε Μάρτιο και Σεπτέμβριο, θα πληρώσει την τρέχουσα δόση τον επόμενο Μάρτιο με το σημερινό επιτόκιο. Η επόμενη δόση του θα υπολογιστεί με το επιτόκιο που θα ισχύει τον Μάρτιο.
Ετσι, αν υποθέσουμε ότι η τράπεζα αυξάνει σήμερα τα επιτόκιά της και ως τον Μάρτιο τα μειώνει, τότε η επόμενη δόση στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα υπολογιστεί με το νέο μειωμένο επιτόκιο, αν φυσικά η διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο με το οποίο αποπληρώνει το δάνειό του και στο νέο επιτόκιο είναι τουλάχιστον μία ποσοστιαία μονάδα. Ετσι, αν π.χ. τα επιτόκια της τράπεζας αυξηθούν σήμερα κατά μία ποσοστιαία μονάδα και ως τον Μάρτιο μειωθούν κατά μισή μονάδα, τότε ο δανειολήπτης του συγκεκριμένου παραδείγματος δεν θα επιβαρυνθεί από την άνοδο των επιτοκίων.
Αν πάλι κάποιος δανειολήπτης πληρώνει τις δόσεις του, π.χ., κάθε Δεκέμβριο και Ιούνιο και η τράπεζα αυξήσει άμεσα τα επιτόκιά της, τότε η δόση του Δεκεμβρίου θα πληρωθεί με τα σημερινά επιτόκια και η επόμενη του Ιουνίου με το νέο αυξημένο επιτόκιο, ανεξάρτητα αν εν τω μεταξύ, δηλαδή τον Φεβρουάριο, υπάρξει μείωση των επιτοκίων.
Οσοι τώρα έχουν πάρει δάνειο από την Κτηματική μετά τον Οκτώβριο του 1995, όταν η τράπεζα πέρασε από τις εξαμηνιαίες δόσεις στις μηνιαίες, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι αλλαγές στο κυμαινόμενο επιτόκιο της τράπεζας μεγαλύτερες της μιας ποσοστιαίας μονάδας περνούν στο δάνειό τους από την επόμενη δόση. Ετσι, αν η τράπεζα αυξήσει τα επιτόκιά της, θα πληρώσουν μεγαλύτερη δόση από τον επόμενο μήνα.
Πάντως η τάση που επικρατεί σήμερα είναι κάθε μεταβολή στα επιτόκια να περνάει αμέσως στο δάνειο.



