Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ του «Βήματος» (14 Δεκεμβρίου 1997) σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για την εξαγορά της εταιρείας – μύθου στον τομέα των πετρελαίων της Γ. Μαμιδάκης & Σία ΑΕΕ επιβεβαιώθηκε πλήρως. Σύμφωνα με πληροφορίες οι διοικήσεις της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου και της Γ. Μαμιδάκης & Σία ΑΕΕ έχουν κατ’ αρχήν συμφωνήσει στην εξαγορά της επιχείρησης ενώ αυτή την περίοδο συζητούν συγκεκριμένες πτυχές της συμφωνίας. Οπως μάλιστα ανέφερε προς «Το Βήμα» εκπρόσωπος της Γ. Μαμιδάκης & Σία ΑΕΕ, μέσα στους επόμενους 6 μήνες θα έχουν ρυθμιστεί τα πάντα. Η εξαγορά ωστόσο της Γ. Μαμιδάκης & Σία ΑΕΕ δεν είναι το μοναδικό γεγονός που «πυροδοτεί» τον ανταγωνισμό στην εγχώρια αγορά καυσίμων. Μία ακόμη εταιρεία, η Jetoil, αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης με πανίσχυρο οικονομικό συγκρότημα. Πρόκειται για τον όμιλο επιχειρήσεων Λάτση, που έχει προσανατολιστεί στην Jetoil, με στόχο να μπει στη λιανική εμπορία καυσίμων.
Η αγορά της Γ. Μαμιδάκης & Σία ΑΕΕ θεωρείται από ανθρώπους της αγοράς μια εξαιρετικά επιτυχημένη κίνηση από μέρους της ΔΕΠ, και τούτο διότι:
Πρώτον, με την εξαγορά της Γ. Μαμιδάκης ενισχύει περαιτέρω τη θέση της στη Βόρειο Ελλάδα, αφού οι εγκαταστάσεις της εταιρείας προσφέρουν ένα στρατηγικής σημασίας συγκριτικό πλεονέκτημα. Οι εγκαταστάσεις της Γ. Μαμιδάκης στη Βόρειο Ελλάδα αποτελούν πρόσθετο «εφαλτήριο» για την ενίσχυση της παρουσίας της ΔΕΠ τόσο στην περιοχή Μακεδονίας – Θράκης όσο και στις γειτονικές βαλκανικές χώρες. Ηδη αυτή τη στιγμή η Γ. Μαμιδάκης αναπτύσσει έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα στις γειτονικές βαλκανικές χώρες.
Δεύτερον, η εταιρεία διαθέτει εγκαταστάσεις στην Αμφιλοχία, γεγονός που συνυπολογίστηκε στην εξαγορά της από τη ΔΕΠ. Η τελευταία έχει, μέσω της εμπορικής εταιρείας Elda-Ε, σημαντική παρουσία στη Δυτική Ελλάδα. Ετσι η εξαγορά της Μαμιδάκης θα ενισχύσει το δίκτυο της ΔΕΠ και στο γεωγραφικό αυτό διαμέρισμα.
Τρίτον, η ΔΕΠ αποκτά με τη συγκεκριμένη εξαγορά ένα σημαντικό εμπορικό δίκτυο το οποίο έχει 520 πρατήρια και μερίδιο αγοράς 5,3%. Η διοίκηση της Γ. Μαμιδάκης έχει υλοποιήσει πρόσφατα ένα μεγάλο επενδυτικό σχέδιο ύψους 3,2 δισεκατομμυρίων δραχμών με στόχο τον εκσυγχρονισμό και την αποτελεσματικότητα του εμπορικού δικτύου της. Η υλοποίηση του επενδυτικού αυτού προγράμματος, υπό την εποπτεία της κυρίας Τζίνας Μαμιδάκη, ενίσχυσε σημαντικά τη θέση των εκπροσώπων της εταιρείας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους της ΔΕΠ.
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι μετά τη συγκεκριμένη εξαγορά ο όμιλος επιχειρήσεων Μαμιδάκη δεν αποχωρεί από την «αγορά του μαύρου χρυσού». Ο όμιλος αυτός θα εξακολουθήσει να δραστηριοποιείται στη διεθνή αγορά εμπορίας πετρελαιοειδών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όμιλος είχε έντονη παρουσία στον τομέα διακίνησης αργού πετρελαίου. Ο Γεώργιος Μαμιδάκης είχε αποκτήσει μεγάλη ισχύ, αφού είχε κατορθώσει να εξασφαλίσει τα πολύτιμα συμβόλαια μεταφοράς του ρωσικού πετρελαίου την Ελλάδα. Οπως λοιπόν αντιλαμβάνεται κανείς, τη διεθνή αυτή δραστηριότητα δεν πρόκειται να την εγκαταλείψει ο όμιλος επιχειρήσεων Μαμιδάκη. Ας σημειωθεί ότι ο όμιλος έχει έντονη παρουσία και στον ξενοδοχειακό τομέα. Ενδεικτικό της ισχύος του είναι ότι αυτές ακριβώς τις ημέρες ολοκληρώνει στη Ρόδο επενδυτικό πρόγραμμα 2,5 δισ. δραχμών για τη ριζική ανακαίνιση του ξενοδοχείου «Miramare» στη Ρόδο, που θα τεθεί σε λειτουργία τον μήνα Μάιο.
Η αναμενόμενη απόκτηση της Γ. Μαμιδάκης & Σία ΑΕΕ από τη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίου αφαιρεί ένα σημαντικό πλεονέκτημα από τους ανταγωνιστές της και ιδιαίτερα από τον όμιλο επιχειρήσεων Λάτση. Ο τελευταίος, θέλοντας να μπει στη λιανική αγορά καυσίμων και να αποκτήσει κάποια πρόσβαση στην αγορά της Βορείου Ελλάδας, δεν έχει άλλη διέξοδο από το να στραφεί προς την Jetoil. Η επιχείρηση αυτή είναι η μόνη «μεγάλη» που έχει αποθηκευτικούς χώρους στη Βόρειο Ελλάδα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η διοίκηση της Jetoil θεωρεί ιδανική λύση «την εξασφάλιση ενός “μεικτού επιχειρηματικού σχήματος” (joint venture) με κάποιο από τα δύο ιδιωτικά διυλιστήρια», δηλαδή με την Πετρόλα του ομίλου Λάτση. Το άλλο ιδιωτικό διυλιστήριο αυτό της Μότορ Οϊλ εντάσσεται σε ένα άλλο πανίσχυρο πετρελαϊκό συγκρότημα, που έχει αυτόνομη παρουσία στο λιανεμπόριο καυσίμων, μέσω της εταιρείας Avin Oil. Η επιθυμία της διοίκησης της Jetoil για εξασφάλιση μεικτού επιχειρηματικού σχήματος είναι αμφίβολο αν θα ικανοποιηθεί, αφού ο όμιλος επιχειρήσεων Λάτση δεν είναι συνηθισμένος σε τέτοιες επιλογές. Την ίδια στιγμή υπάρχει τέτοια διαφορά δυνάμεων μεταξύ των δύο συγκροτημάτων, που κάτι τέτοιο θεωρείται σχεδόν αδύνατο. Πολλοί, πάντως, πιστεύουν ότι ο όμιλος επιχειρήσεων Λάτση έχει καθυστερήσει και ότι μετά την εξαγορά της Γ. Μαμιδάκης τα περιθώρια κινήσεών του στενεύουν. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, ο όμιλος Λάτση, υπό τον κ. Σπύρο Λάτση, που κινεί όλα τα νήματα από την έδρα των επιχειρήσεών του στη Γενεύη, θα χρειαστεί να επενδύσει αρκετά εκατομμύρια δολάρια για να υλοποιήσει την απόφασή του για είσοδο στην εγχώρια αγορά καυσίμων. Και αυτό δεν έχει σχέση μόνο με την εξαγορά κάποιας εμπορικής εταιρείας καυσίμων πιθανόν της Jetoil αλλά και με τον εκσυγχρονισμό του διυλιστηρίου της Πετρόλα.
Από την πλευρά της η διοίκηση της Jetoil δεν φαίνεται να βιάζεται, γνωρίζοντας προφανώς τη βιασύνη των συνομιλητών της. «Κάναμε μεγάλα βήματα στην ανάπτυξή μας» ανέφερε εκπρόσωπος της επιχείρησης προς «Το Βήμα» και προσέθετε: «Αυτή τη στιγμή αυτό που μας απασχολεί είναι να ενισχύσουμε την κερδοφορία μας. Και πιστεύουμε ότι θα το επιτύχουμε».
Στην πραγματικότητα όμως, και η διοίκηση της Jetoil γνωρίζει ότι στο «παιχνίδι των εξαγορών» δεν είναι η μόνη εταιρεία που «παίζει». Εκτός από αυτήν, στην εγχώρια αγορά καυσίμων δραστηριοποιούνται δύο ακόμη εταιρείες: οι Cyclon και Dracoil, που επίσης θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Την ίδια στιγμή, ένα ακόμη όνομα ακούγεται με ένταση. Πρόκειται για την Texaco που, αν και θυγατρική πολυεθνικής επιχείρησης, θα μπορούσε να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Βεβαίως οι διοικούντες την επιχείρηση δεν έχουν λόγο να κρύψουν την ικανοποίησή τους από την πορεία των οικονομικών αποτελεσμάτων της Texaco. Η εταιρεία έχει κερδοφόρο δραστηριότητα. Το ερώτημα ωστόσο είναι αν οι Αμερικανοί θεωρούν ικανοποιητικό το μερίδιο που η συγκεκριμένη εταιρεία κατέχει στην ελληνική πετρελαϊκή αγορά. Επομένως στην περίπτωση της Texaco, το όλο θέμα εφόσον τεθεί θα κριθεί σε κεντρικό επίπεδο.



